United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότες βαριά στενάζοντας της είπε ο γιος του Κρόνου «Κακές, πολύ κακές δουλιές μ' ανοίγεις με την Ήρα, και σύχυσες, σα με κεντάει με τα πικρά της λόγια· που κι' έτσι εκείνη αδιάκοπα μπρος στους θεούς μαλώνει 520 και μου φωνάζει πως βοηθάω τους Τρώες στους πολέμους. Μόνε τραβήξου τώρα εσύ μήπως σε νιώσει η Ήρα, κι' εγώ θαν τα φροντίσω αφτά να γίνουνε.

Ο βάρβαρος θα σε γελάση και θα σε βρίση, όμως στον γλυστερό πηλό θε να πατήση όταν εσένα ο αστράγαλός σου θάνε από χαλκό. Θα σηκώσης τον Λυαίο και θα τον σκάσης κάτω σαν ασκό. Των μπράτσων του τα νεύρα θα λυθούνε. 'Μέρα χαρωπή! Η δόξα του Χριστού μας θάν' μεγάλη κι' ιστορική θα μείνη τούτ' η πάλη. Τότε τα μάτια σου πειο χαρωπά από τα κεράσια τα νωπά θα λάμψουν.

Μα εσένα ακόμα δα οι θεοί δε σε μισούν και τόσο, παρά και μέλλεταιέννια σου! — στους αρχηγούς των Τρώων να φύγουν όλοι πίσω ομπρός, και θαν τους δεις στον κάμπο, 145 σ' το τάζω, να τσακίζουνται πιος να γλυτώσει πρώτοςΕίπε και χουγιοχούγιαξε, στον κάμπο ροβολώντας.

Άντρα θα βγάλει σήμερα στο φως η πονοδότρα Λεφτέρω π' όλα θαν τον πουν τα γυροχώρια αφέντη, άντρα από φύτρα και γενιά μ' αίμα δικό του μέσα. 105 Τότες με πονηριά απαντάει η δολοπλέχτρα η Ήρα Ψέμα το λες, το λόγο σου ποτές δε θ' αληθέψεις· ειδέ έλα, Δία, ορκίσου μου όρκο μεγάλο τώρα πως όλα αλήθια θα τον πουν τα γυροχώρια αφέντη αφτόν που πέσει σήμερα από γυναίκας μήτρα, 110 άντρας αν είναι από γενιά μ' αίμα δικό σου μέσα. Είπε, κι' αφτός την πονηριά δεν ένιωσε κι' αμώνει όρκο ένα δέτη, κι' άσκημα γελάστηκε κατόπι.

Τότες του λέει τ' Ατρέα ο γιος, ο πρωταφέντης τ' Άργους «Γιε του Λαέρτη, με χαρά σ' αγρίκησα το λόγο, 185 γιατί όλα τα ξεφύλλισες και ξήγησες με τάξη. Αφτά ναι εγώ θαν τα ορκιστώ, μου το ποθεί η καρδιά μου, μήτ' όρκο παίρνω ψέφτικο προς τους θεούς.

Μα καθώς είδε στα γοργά καράβια πως χοιμούσαν 395 οι Τρώες, και μ' οχλοβουή πως φέβγανε οι Αργίτες, τότε ώχουμου ξεφώνισε, και μ' ανοικτές τις χούφτες τα διο του γόνατα χτυπάει και λέει θρηνολογώντας «Βρύπυλε, εγώ πια δε μπορώ, κιας έχεις τόσο ανάγκη, να μένω εδώ, τι κοίτα να! κακό μεγάλο ανάβει· 400 ο παραγιός σου ας σε νιαστεί. Εγώ στον Αχιλέα θα τρέξω, και στον πόλεμο να βγει θαν του προσπέσω.

Τότες του λέει τ' Ατρέα ο γιος, ο βασιλιά Αγαμέμνος «Γέρο, αφού τώρα πολεμούν ως στ' ακρινά καράβια, 65 κι' άφελο βγήκε το χτιστό τειχί και το χαντάκι που να γενεί μας παίδεψε και κρυφολπίζαμ' όλοι κάστρο θαν τόχουμε άσπαστο κι' εμείς και τα καράβια, θα πει έτσι ο παντοδύναμος το θέλει γιος του Κρόνου, άχναροι να χαθούμε εδώ αλάργα απ' την πατρίδα. 70 Τι τόξερα όταν γκαρδιακά μας βόηθαε, και το ξέρω και τώρα που έτσι σα θεούς μακαριστούς δοξάζει τους Τρώες, και τα χέρια εμάς μας κόβει και το θάρρος.

Και δώρο εγώ όμορφο θρονί χρυσό θα σου χαρίσω πάντα άλιωτο, που ο Ήφαιστος ο γιος μου θα του φτιάσει μ' ώρια στολίδια, και σκαμνί στη βάση θαν του βάλει 240 για ν' ακουμπάς τα παχουλά σαν ξεφαντώνεις πόδια

Δε βλέπεις που δε μπορώ να σηκώσω την αξίνα. — Έτσι το λες πάσα χρόνο· μα το σκάψαμε και φέτο τ' αμπελάκι μας. — Το σκάψαμε μα ποιος θαν το τρύγηση; Σήμεραγι άκουσε να ιδήςΚατά πως βάρεσα την αξίνα πιάστηκε για καλά. Ρίζα ηύρε, λιθάρι, δεν ξέρω· μα πιάστηκε. Κάνω να την τραβήξω, δίνωδίνω· ναι! «Έλα δω» με τράβαγε. Θυμώνω· μα θυμώνει κ' εκείνη. Τραβάω γω, τραβάει κ' εκείνη.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ θάταν συμφορά τρανή.*!! Αλλά τότε στα χωράφια ποιος θα μείνη γεωργός; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ θάν' οι δούλοι• τι σε μέλει; συ θα κάθεσαι αργός, και του ρωλογιού ο ίσκιος δέκα πόδες σαν μακραίνη, θα τραβάς για το τραπέζι που γεμάτο θα προσμένη. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Και για ρουχισμό ποιόν τρόπο έχετε σκοπό να βρήτε; Πρέπει να μας πης και τούτο• ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Τα παληά σας θα φορήτε, και θα σας υφαίνουμ' άλλα.