United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δε θέλει λύπηση το ξέρω, αφέντη· όπως στρώσει κανείς έτσι θα κοιμηθή· είπε ο δούλος. Μα να βλέπω άλλους χειρότερούς του και να προδεύουνε, δεν το χωνεύω. — Ποιοι προδεύουνε ; ξαφνίστηκε ο Χαγάνος, αγριοκυττάζοντας το δούλο του. — Να οι άλλοι, αφέντη. Ο Πέτρος ο Θεομίσητος, ο Μήτρος ο Γλάμης, ο Βασίλης ο Ζάρακας.

Κοντά στο μεσημέρι φάνηκε κι ατός του ο Θεομίσητος φτωχόρρουχα ντυμένος· μα το κανίσκι του ήταν όλως διόλου αταίριαστο με τη φορεσιά του· ήταν ένα λάφι περήφανο με κέρατα χρυσά και με χρώματα αφύσικα. Ο Ζάρακας πειράχτηκε που είδε τέτοιο δώρο κ' ηθέλησε να τον κεντήση. — Μεγάλο δεντρί φυτεύεται σήμερα δίπλα σου, κουμπάρε· του είπε με κάκια.

Και κάθε φορά που τέλειωνε ο στίχος, το γέρικο αντρόγυνο έβγαζε κάποιο στέναγμα βαθύ κι ατέλειωτο, λες κι ανάσαινε ο Κάτου κόσμος. — Ωχωχ! ωιμένανε!... Γύρω στη νεκρή κάθονταν οι τρανοί ένας κ' ένας. Ο Χαγάνος με το γιο του· ο Βασίλης ο Ζάρακας, ο Μήτρος ο Γλάμης κι ο Θεομίσητος. Ανάμεσά τους κάθονταν ο Περαχώρας κι ο Γκενεβέζος και πίσω απ' το Δημητράκη, σκυφτός προς την Ελπίδα ο Αλαμάνος.

Το προαιώνιο όπλο της γενιάς του είχε τώρα στα χέρια του και πίστευε μ' εκείνο να σαρώση τους εχτρούς του. Κ' ήταν όλοι εχτροί του εκεί μέσα· ο Χαγάνος, ο Γλάμης, ο Ζάρακας, ο Θεομίσητος. Κι όχι μόνον αυτοί αλλά κ' οι παλιοί φίλοι του. Όσο τους έβλεπε να κάθωνται μαζί με τους εχτρούς του και να συνομιλούν σκυφτά και μπιστεμμένα, τόσο άναβε η φιλυποψία του.

Ήταν όλοι συναγμένοι εκεί, επίσημα ντυμένοι, σοβαροί στα καθήκοντά τους. — Νεκρή είνε, και θαρρεί κανείς πως κοιμάται· είπε ο Χαγάνος σιγαλά στο διπλανό του. — Όπως η ζωή της ήταν ύμνος στη Δημιουργία, έτσι κι ο θάνατός της είνε ύμνος στο Χάρο· επρόσθεσε ο Περαχώρας. — Αν είν' ο Χάρος να στολίζη έτσι το θάνατο, βέβαια ο θάνατος είνε προτιμότερος από τη ζωή· εσυμπέρανε ο Βασίλης ο Ζάρακας.

Η Ελπίδα είχε στα δεξιά της τον Αλαμάνο και σταριστερά το Δημητράκη. Ο Αριστόδημος κάθισε ανάμεσα στο γιο του Χαγάνου και στο Θεομίσητο. Τις άλλες θέσες τις είχαν ο Ζάρακας, ο Γλάμης, ο Περαχώρας, ο Γκενεβέζος, κι' άλλοι. Έξω στην ταράτσα και κάτω στην αυλή οι κολλήγοι ετρωγόπιναν και τραγουδούσαν παινέματα για τη νύφη και για τον γαμπρό. Κάθε τόσο έφταναν απάνω σαν ομοβροντία οι φωνές τους.