United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε και άμ' αναχώρησετο σπίτι του πατρός του. κ' οι δύο κείνοι εχόλιασαντην ανδρική ψυχή τους, και τους μνηστήραις κάθισαν και απ' τον αγώνα επαύσαν. και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοοςτην μέσην αυτών είπε, 660 θλιμμένος• και όλα εγέμισαν θυμό τα σωθικά του κατάμαυρα, κ' οι οφθαλμοί φλόγα λαμπρήν ωμοιάζαν•

Είπε και χάμαι απόθεσε το τόξο και της θύρας το 'γυρε προς ταις κολληταίς σανίδαις στιλβωμέναις· το ταχύ βέλος έκλινε προς την λαμπρήν κορώνη, κ' εγύρισε προς το θρονί, 'που 'χε καθίσι πρώτα. και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος τότ' είπε προς εκείνους· 140 «Προς δεξιά σηκόνεσθε με την σειράν, ω φίλοι, και όθε κερνά ο κεραστής εκείθε αρχή να γείνη».

Ο πολύπειρος εκείνος ναύτης ήτο συγχρόνως και βαθύς πολιτικός, εννοήσας, ότι διά μόνον των ιερέων και δημίων καθίστανται οι άνθρωποι ευάγωγος αγέλη, προσφέρουσα ευπειθή ράχιν εις την ψαλίδα του κουρέως.

Αυτά 'πε, και ο πολύπαθος εχάρηκε Οδυσσέας, ότι να πάρη επάσχιζε τα δώρα τους, κ' εκείνους με λόγια μάγευε γλυκά και άλλ' έτρεφ' η καρδιά της, Και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος απάντησέ της κ' είπε• «Ω Πηνελόπη φρόνιμη, του Ικαρίου κόρη, 285 των Αχαιών όποιος εδώ θέλη να φέρη δώρα, δέξου τα• δεν είναι καλό χαρίσματα ν' αρνήσαι• κ' εμείς δεν πάμετους αγρούς ή αλλού πριν άνδρα πάρης τον αξιολογώτερον των Αχαιών μνηστήρων».

Είπε, κ' εκείνο εθαύμασαν, γιατίτην Νήλια Πύλο δεν έλεγαν πως πέρασεν, αλλ' ότιτους αγρούς του με τα κοπάδια του έμενεν ή τον χειροβοσκό του. 640 και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος του ωμίλησε και του 'πε•

Αυτά 'πε, και όλοι δάγκασαν τα χείλη τους εκείνοι, θαύμαζαν τον Τηλέμαχο με θάρρος πώς ωμίλει. και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος ανάμεσά τους είπε. 270 «Αν και πικρός είν' Αχαιοί, του Τηλεμάχου ο λόγος, ας τον δεχθούμε· ωμίλησε με τρομερή φοβέρα· το στόμα θα του κλείαμεν, αν είχε αφήσει ο Δίας, 'ς τα μέγαρά του, αν και υψηλά σηκόνει την φωνή του».

Και πιθανόν να ησθάνθησαν ότι το παιδίον ήτο σοφώτερον των διδασκάλων και υπερόχως μεγαλείτερον αλλά μέχρι τούδε το είχον γνωρίσει μόνον ως σιωπηλόν, γλυκύν, ευπειθή Υιόν, και ίσως η αδιάκοπος συνάφεια του καθημερινού βίου είχεν εξαλείψει την συναίσθησιν της θείας καταγωγής του.

ΛΗΡ Ποιος θα μου πη ποιος είμ' εγώ; Ο Ληρ αυτός δεν είναι. Ο Ληρ εδώ περιπατεί; Αυτά ο Ληρ τα λέγει; Τι έγιναν τα μάτια του; Ή μη αδυνατίζει κ' εις λήθαργον ευρίσκεται ο νους του; — Ή κοιμάται; Α! Όχι! — Δεν θα μου ειπή κανείς εδώ ποιος είμαι; ΓΕΛΩΤ. Ίσκιος του Ληρ! ΛΗΡ Ποιος είμ' εγώ, ειπήτε μου. ΓΕΛΩΤ. Κι' αυταίς πατέρα ευπειθή ηθέλησαν να έχουν.