United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το συνοικέσιον υπήρξεν ευτυχές. Την μεν ημέραν περιήρχετο ο Μοναχός τους πέριξ πύργους, πωλών ευχάς και κομβολόγια, το δε εσπέρας επέστρεφεν εις το κελλίον έχων τας χείρας υγράς από τα φιλήματα των πιστών και την πήραν πλήρη άρτου, κρεάτων πλακούντων και καρύων, γεώμηλα δε δεν υπήρχον ακόμη εν Αγγλία, αλλ' εισήχθησαν βραδύτερον μετά του συντάγματος προς χρήσιν του ελευθέρου λαού, ότε επελθούσης της ισότητος έπαυσαν οι υπηρέται να τρώγουν καλά κρέατα εις την αυτήν τράπεζαν μετά του αυθέντου.

Ο Έρως όμως, απαθής και ατρόμητος, ωθούμενος δε κάπως και υπό του παρακολουθούντος Ερμού, και ουδόλως υπό της επελθούσης συγχύσεως θορυβηθείς, εβάδισε με ευσταθές το βήμα προς τον Δία, και γονυπετήσας προ αυτού μετά της Ψυχής, — ως γονυπετούσι σήμερον επί θεάτρου προ των ωργισμένων πατέρων οι θέλοντες να εξιλεώσωσιν αυτούς ερασταί, — ελάλησε τα εξής, άτινα, είχεν ήδη καθ' οδόν προετοιμάσει.

Μετά τινα χρόνον, ανεχώρησα μετ' αυτής και μετέβημεν εις Αγγλίαν. Ο βίος ημών διήλθεν ευτυχής έκτοτε, αλλ' ουδέποτε εν μέσω της επελθούσης ευημερίας λησμονήσαμεν της νεότητός τας δοκιμασίας.

Η σιγή της επελθούσης νυκτός, εν μέσω του φοβερού κλοιού τον οποίον εσχημάτιζε περί την μονήν το στρατόπεδον των Τούρκων, υπήρξε φρικτή. Περί το μεσονύκτιον ο ουρανός εκαλύφθη υπό νεφών, επηκολούθησαν δε αστραπαί και βρονταί, χωρίς να βρέξη. Οι πολιορκούμενοι ηγρύπνησαν προσευχόμενοι εις τον ναόν, υπό τους θόλους του οποίου αντήχουν αι βρονταί ως ενθάρρυνσις ουρανόθεν.

Επελθούσης της ώρας καθ' ην Ιουδαίοι τεχνίται διετάχθησαν να κατασκευάσωσι το όργανον του μαρτυρίου, παρετηρήθη μετ' εκπλήξεως ότι ουδέν εκ των γνωστών ξύλων έστεργε να τηρήση την συνήθη απάθειαν, αλλ' ως αν εν τω οργανισμώ αυτού εφώλευε μυστηριώδες τι πνεύμα, διερρηγνύετο πανταχόθεν, και απεσκίρτα συστρεφόμενον και διακρούον την μανιώδη καταφοράν και παραλύον των εργατών τα τεχνάσματα.

Όταν δε είδον ότι οι Έλληνες έφευγον, δεν ήτον καιρός πλέον να τους καταδιώξωσι, διότι είχον αρκετά απομακρυνθή απ' αυτούς. Εις την φυγήν των οι Έλληνες δεν έπαθον καμμίαν ζημίαν, αποπλανηθέντες όμως διά το σκότος της επελθούσης νυκτός, άλλοι μεν την επιούσαν ημέραν έφθασαν εις το στρατόπεδον, άλλοι δε μόλις την δευτέραν και τρίτην.

Προς κατανόησιν δε της επελθούσης διαφοράς τούτο μόνον λέγομεν, ότι πριν μεν πάσα κόρη ωνειρεύετο καλλίκομόν τινα Ζήδρον ή Αμπελογιάννην ως σύντροφον ολοκλήρου του βίου, σήμερον δε μόνον ευρωπαΐζουσά τις και ευφάνταστος αναγνώστρια των «Μνημοσύνων» δύναται να επιθυμήση αυτόν ως . . . όνειρον μιας νυκτός. Αλλά και αυτή η αποστολή των δύο γενεών φαίνεται όλως διάφορος.

Οι δε Πελοποννήσιοι λεηλατήσαντες την χώραν μέχρι της μεσημβρίας απέπλευσαν. Και επελθούσης της νυκτός πυρά εκ Λευκάδος ανήγγειλεν εις αυτούς την προσέγγισιν εξήκοντα πλοίων αττικών, τα οποία οι Αθηναίοι, μαθόντες την στάσιν της Κερκύρας και την μελετωμένην επίθεσιν των μετά του Αλκίδου πλοίων, απέστειλαν υπό τον στρατηγόν Ευρυμέδοντα τον Θουκλέους.

Πώς να πυροβολήση το ζώον χωρίς να βλάψη τον άνθρωπον; Ο Χρήστος, νέας λαβών δυνάμεις ως εκ της επελθούσης επικουρίας, σφίγγει την κεφαλήν της λυκαίνης, την κρατεί όσον ηδύνατο μακράν του στήθους του και φωνάζει: Φωτιά! Ο γέρων, χωρίς να χάση καιρόν, στηρίζει την κάνναν εις το αυτίον του ζώου και πυροβολεί. Η λύκαινα έμεινεν εις τον τόπον. Ο Παππά-Σεραφείμ εσιώπησεν επ' ολίγον.

Πέραν του Αράξου, επελθούσης της νυκτός, ο Κύρος εκοιμήθη επί της γης των Μασσαγετών και είδε το εξής όνειρον. Τω εφάνη εις τον ύπνον του ότι έβλεπε τον πρεσβύτερον υιόν του Υστάσπους έχοντα εις τους ώμους πτέρυγας, η μία των οποίων επεσκίαζε την Ασίαν, η δε άλλη την Ευρώπην.