United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εμβάντες όλοι οι κουρσάροι μέσα με γυμνά σπαθιά εις τα χέρια, αποκεφάλισαν όσους από τους ιδικούς μας τους εναντιώθησαν· αλλ' εμένα και τους επιλοίπους μας έκαμαν αιχμαλώτους, ήγουν σκλάβους· και μας επήραν όλην μας την περιουσίαν, και τα πολύτιμα δώρα του βασιλέως· και εκδύσαντές μας τα φορέματά μας, μας ένδυσαν με πενιχρά και ξεσχισμένα ιμάτια, ίδια των σκλάβων.

Εγώ ευχαρίστησα κατά πολλά εκείνον τον ένδοξον γέροντα διά την τιμήν και ευεργεσίαν που μου έταξε· και παίρνοντάς με από το χέρι με έφερεν εις ένα μεγάλον παλάτι· και ευθύς έκαμε και με ένδυσαν με πλούσια φορέματα, και μου έδωσε ότι μου έκαμε χρεία. Εγώ επίστευα τότε πώς ωνειρευόμουν διά την τόσην μεταλλαγήν της ευτυχίας μου, και από εκείνην την ώραν αλησμόνησα τας περασμένας μου δυστυχίας.

Οι βασιλικοί υπηρέται κατά την προσταγήν που έλαβον χωρίς αργοπορίαν με ένδυσαν με τα πλέον τιμημένα φορέματα, μου ετοίμασαν μίαν εύμορφον κατοικίαν και μου εδιώρισαν τα χρειαζόμενα διά την καθημερινήν μου ζωοτροφίαν.

Του ιδίου δε του Ποσειδώνος υπήρχε ναός, που είχεν ενός σταδίου μήκος, πλάτος δε τριών πλέθρων και ύψος τόσον, ώστε να φαίνεται εις την όρασιν ότι είχε συμμετρίαν, και ο οποίος είχε κάποιαν βαρβαρικήν μορφήν· όλον δε τον ναόν ολόγυρα τον ένδυσαν έξωθεν με άργυρον, εκτός των γωνιών, τας δε γωνίας ένδυσαν με χρυσόν· εσωτερικώς δε τον μεν θόλον όλον έκαμαν από ελεφαντοκόκκαλον στολισμένον με χρυσόν και ορείχαλκον, όλα δε τ' άλλα μέρη των τοίχων και των στηλών και του πατώματος τα περιένδυσαν με ορείχαλκον.

Και ωσάν εβγήκαν από το λουτρόν, οι σκλάβοι ήλθαν με πανιά λευκά, και τους εσφούγγισαν· έπειτα ένδυσαν τον Αμπτούλ με πλούσια φορέματα, και τον επήρεν από εκεί ο Καλίφης, και τον έφερεν εις το χαρέμι του, εις την βασίλισσα Ζωμπαΐδα.

Και έτσι λέγοντας με φέρνει εις ένα λουτρόν διά να λουσθώ· και ωσάν απολούσθηκα, βλέπω τέσσαρας σκλάβους, δύο από τους οποίους, είχαν πανιά άσπρα διά να με σφουγγίσουν, και οι άλλοι δύο ήλθαν και με ένδυσαν με πλούσια φορέματα, και με ένα καλόν φακιόλι· εβγήκα από το λουτρόν με θαυμασμόν μεγάλον, μην ηξεύροντας ποίος θα ήτον εκείνος που είχε προστάξει να μου γένουν τόσες περιποιήσεις, και ερωτούσα συχνά τον ευνούχον διά να μου τον φανερώση, ο οποίος άλλο δεν μου έλεγε, παρά διά την ώραν δεν είναι τρόπος να σου το φανερώσω, επειδή και έχω έτσι προσταγήν να ακολουθήσω, και μου κακοφαίνεται που διά τες ώρες ευρίσκεσαι εις αυτήν την ανυπομονησίαν, όμως την ερχομένην νύκτα θέλεις μάθει εκείνο που επιθυμείς.

Τότε ευθύς με ένδυσαν με τα βασιλικά φορέματα, με έβαλαν επάνω εις βασιλικόν άλογον και από τον λιμένα άρχισεν η παράταξις, όταν έτρεξε πλήθος λαού κάθε ηλικίας και τάξεως διά να ιδούν μίαν μαϊμούν, που ο βασιλεύς εξέλεξε διά βεζύρην του· και αφού έδωσα εις τον λαόν ένα θέαμα παράδοξον και ανήκουστον, έφθασα εις το βασιλικόν παλάτι, και ευρίσκω τον βασιλέα επί θρόνου καθήμενον εις το μέσον των μεγιστάνων και αρχόντων του παλατίου· τον επροσκύνησα τρεις φορές έως την γην, έπειτα εκάθισα εις σχήμα μαϊμούς εις την θέσιν του βεζύρη.

Από αυτά τα φορέματα έκαμε και ένδυσαν τους ξένους που ήταν γυμνοί, και πληρώνοντάς τον πραγματευτήν τον απέλυσεν· ύστερα επρόταξε τους σκλάβους του διά να ετοιμάσουν το δείπνον, το οποίον ευθύς ετοιμάζοντας το με πολυποίκιλα φαγητά και πιοτά, βαλμένα εις αγγεία από φαρφούρ της Κίνας, εκάθησαν όλοι ομού και εδείπνησαν με πολλήν ευχαρίστησιν.

Ω Θεέ μου, είπε τότε ο Αμπτούλ, ημπορεί ένας πατέρας τόσον σκληρός να έχη μίαν θυγατέρα τόσον γενναίαν; Ταύτα λέγοντας ο Αλής με την Βεζυροπούλαν τον ένδυσαν με ένα φόρεμα σκλάβου, και τον επήραν και τον έκρυψαν εις το σπήτι του Αλή, έως που ο βεζήρης έπαυσε να τον ζητά.

Ακούοντας λοιπόν εκείνοι τα συμβάντα, και βλέποντές με εις τοιαύτην ταλαιπωρίαν, έλαβον σπλάγχνα οικτιρμών εις εμένα· με επεριποιήθησαν, μου έδωκαν και έφαγα αρκετά, με ένδυσαν που ήμουν σχεδόν γυμνός, και όταν ετελείωσαν το φόρτωμα του καραβιού, με επήραν εις την συντροφιάν τους, και φθάνοντες εις το νησί που ήτον η πατρίδα αυτών, με επαράστησαν εις τον βασιλέα των· ο οποίος όντας βασιλέας μεγαλοπρεπής, ευγενικός, φιλόδωρος και ευεργετικός, αφού ήκουσε το ναυάγιον μου, και τα επακολουθήσαντά μοι δυστυχή συμβεβηκότα, με επαρηγόρησε, με επεριποήθην και επρόσταξε τους υπηρέτας του να μου δώσωσιν όλα μου τα χρειαζόμενα εις ανάπαυσιν και ζωοτροφίαν μου.