United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά οι ταύτα λέγοντες ουδόλως λέγουσι προς ποίον σκοπόν υπάρχουσιν εις τα ζώα η αναπνοή και η εκπνοή, αλλ' ομιλούσι περί αυτών ως περί τινος επουσιώδους φαινομένου, και όμως βλέπομεν ότι αι λειτουργίαι αυταί είναι οι κύριοι όροι της ζωής και του θανάτου. Διότι, όταν τα ζώα τα αναπνέοντα δεν δύνανται να αναπνεύσωσιν, αναγκαίως αποθνήσκουσι. 5.

Τοιαύτα είναι η αίσθησις και η μνήμη και ο θυμός και η επιθυμία και εν γένει η όρεξις και εκτός τούτων και η ηδονή και η λύπη. Διότι ταύτα σχεδόν υπάρχουσιν εις όλα τα ζώα. Προς τούτοις άλλα μεν είναι κοινά εις πάντα τα έχοντα ζωήν, άλλα δε είς τινα μόνον ζώα. 3. Τα αξιολογώτερα τούτων, αποτελούντα τέσσαρα ζεύγη είναι εγρήγορσις και ύπνος, νεότης και γήρας, αναπνοή και εκπνοή, ζωή και θάνατος. 4.

Διότι καλείται μεν αναπνοή, αλλά έν μέρος αυτής είναι η εκπνοή, το δε άλλο είναι η εισπνοή, και περί της εκπνοής ουδέν εκείνοι λέγουσι, πώς δηλ. εκπνέουσι τα ζώα ταύτα τα μη έχοντα πνεύμονα. Ουδέ δύνανται να είπωσι. Τω όντι, όταν τα ζώα αναπνεύσωσι, πρέπει πάλιν να εκπνεύσωσι διά του αυτού μέρους δι' ου ανέπνευσαν, και τούτο πρέπει να κάμνωσι πάντοτε αλληλοδιαδόχως.

Αλλά κατά τους τοιαύτα δοξάζοντας συμβαίνει η εκπνοή να γίνηται πρότερον της εισπνοής, ενώ υπάρχει το εναντίον, και απόδειξις είναι, ότι αι κινήσεις αυταί αλληλοδιαδέχονται η μία την άλλην. Όταν όμως αποθνήσκωμεν, τότε εκπνέομεν, αναγκαίως άρα ηρχίσαμεν με την εισπνοήν. 4.

Όθεν, επειδή το αίμα φύσει κινείται άνω και κάτω, όταν φέρηται εις τα κάτω, τότε εισρέει ο αήρ και γίνεται αναπνοή, όταν δε αναβαίνη εις τα άνω το αίμα, τότε ο αήρ πίπτει έξω και γίνεται η εκπνοή.

Και δε θα μου ξανακάμης πεισματικά, ναι; — Ναι, απήντησεν ο Μανώλης και η λέξις εξήλθεν από το στήθος του ως εκπνοή κοχλάζοντος λέβητος. Κάτι δε τωόντι έβραζε και εκόχλαζεν εντός του και τον ετίναξεν από την καθέκλαν. Ηγέρθη και πλησιάσας εστήριξε τον βραχίονά του εις την κορωνίδα του αργαλειού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ XXXV. &Περί αναπνοής&. &Φλέβες&. ΑναπνοήΕκπνοή. Ότε λοιπόν παρήγαγον πάντα ταύτα τα γένη οι ανώτεροι προς τροφήν ημών των κατωτέρων, ήνοιξαν οχετούς εις το σώμα ημών, όπως ορύττονται οχετοί εις τους κήπους, διά να ποτίζηται ως από ρεύμα πηγής.

Εν γένει, άνευ ουδεμίας αιτίας, αλλ' εξ απροόπτου και εν πλήρει υγεία, ησθάνοντο οι άνθρωποι πρώτον μεν μεγάλην θερμότητα εις την κεφαλήν, ερυθήματα και φλογώσεις εις τους οφθαλμούς, εντός δε, η φάρυγξ και η γλώσσα, εγίνοντο ευθύς αιματόχροοι, η αναπνοή ήτον άτακτος και η εκπνοή από του στόματος είχε κακήν οσμήν· έπειτα επήρχετο πτάρσιμον και στενοχωρία των βρόγχων και μετ' ολίγον ο πόνος κατέβαινεν εις τα στήθη μετά βηχός ισχυρού· ότε δε έφθανεν εις τον στόμαχον, ανέστρεφεν αυτόν και επήρχοντο όλαι αι εξεμέσεις της χολής, αι υπό των ιατρών κατονομασθείσαι· αύται δε επήρχοντο μετά πόνων οξέων.

Λέγει δε ο Εμπεδοκλής, ότι η αναπνοή και εκπνοή γίνεται, διότι υπάρχουσι φλέβες τινές αίτινες έχουσιν αίμα, αλλά δεν είναι πλήρεις αίματος, και έχουσι πόρους, ίνα δέχωνται τον εξωτερικόν αέρα, λίαν μικρούς ή ώστε να δέχονται τα μόρια του σώματος, μεγάλους δε αρκούντως, ίνα δέχωνται τα μόρια του αέρος.

Διότι ο αήρ πίπτει εις τους πολυαρίθμους σωλήνας, οίτινες είναι εις τον πνεύμονα και ομοιάζουσι με αύλακας, εις έκαστον δε των σωλήνων παράκεινται φλέβες, ούτως ώστε ο πνεύμων ολόκληρος φαίνεται πλήρης αίματος. Ονομάζεται δε η είσοδος του αέρος εις τον πνεύμονα εισπνοή, η δε έξοδος εκπνοή.