United States or Israel ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τω όντι μετ' ολίγας ημέρας εβεβαιώθη ότι ο υιός της εμβαρκάρησε κρυφά την νύκτα, με έν πλοίον, ως ναύτης, κ' έφυγεν από την νήσον. Ο γραμματεύς του Λιμεναρχείου ήτον βολικός και καλοπροαίρετος άνθρωπος, και δεν εδίστασε να τον ναυτολογήση. Ήτο δε τότε ο Μούρος σχεδόν εικοσαετής, η δε Αμέρσα ήτο μόλις δεκαεπτά ετών. Παρήλθε χρόνος εωσότου η οικογένεια λάβη ειδήσεις περί του φυγάδος.

Εικοσαετής είχε κληρονομήσει παρά του πατρός του μικρόν καραβάκι χρεωμένον, επλοιάρχει υπέρ τα είκοσιν έτη, και είχε κατορθώσει εν τω μεταξύ όλα τα θαύματα αυτά! Ήτο γίγας σωματικώς και καρδιακώς. Εδούλευε διά πέντε ανθρώπους, κ' έτρωγε κ' έπινε δι' άλλους τόσους.

Διδαχθείς εκεί τα πρώτα στοιχεία της παιδείας εικοσαετής απήλθεν εις Πίζαν, όπου δαπάναις του πλουσίου θείου του Τουρτούρη εσπούδασε την ιατρικήν. Ακολούθως επανελθών εν Ηπείρω προσέφυγεν εις την αυλήν του Αλή.

Ο πρεσβύτερος αυτών ήδη νεανίας εικοσαετής, το δε νεώτερον ήτο κοράσιον τριετές εις ο η νοννά είχε δώσει το όνομά της. Το βρέφος τούτο ήτο το τεσσαρακοστόν πνευματικόν γέννημα της θειά-Σοφούλας. Είχε γεννηθή τέλος το από πολλού προσδοκώμενον τούτο συμπλήρωμα του προωρισμένου αριθμού και ήτο το χαδευμένον της θειά-Σοφούλας. Η νοννά έτρεφε φιλοδόξους σκοπούς ως προς το μέλλον του θυγατρίου τούτου.

Ο δε πρεσβύτερος υιός του Υστάσπους, υιού του Αρσάμους, ενός των Αχαιμενιδών, ήτο ο Δαρείος όστις τότε ων περίπου εικοσαετής είχε μείνει εις την Περσίαν διότι δεν είχεν ακόμη ηλικίαν να φέρη όπλα.

Ο Γιάννης του Λέκα, νέος εικοσαετής, εφαίνετο ότι έχαιρε μεγάλην χαράν σφόδρα, όταν του έλεγαν ότι θα ήρχετο εκείνον τον χρόνον, διά να τον πάρη στρατιώτην, το περιοδεύον Στρατιωτικόν συμβούλιον. Άρχιζεν αμέσως να κάμνη βήματα, προφέρων: έν γυό, έν γυό, κ' ήτον όλος γέλοια και χαρά.

Εφρόνουν ότι ολίγη ώρα ήρκει προς εκμάθησιν του «προσώπου. Ήμην εικοσαετής τότε και εθεώρουν, ως πολλοί νομίζουσιν, «ότι διά της εναποταμιεύσεως των στίχων εν τη μνήμη μου εξετέλουν τα «κατ' εμαυτήν. Δεν είχον εισέτι τότε εννοήσει την ανάγκην της ερεύνης «και της μελέτης των χαρακτήρων.

Τω 1872, εικοσαετής ων, έτυχε να μεταβώ και να διατρίψω επί τινας μήνας εν Μακεδονία. Εγνώρισα εκεί έντιμον συμπατριώτην από πολλών ετών αποδημούντα. Μετ' αφελείας και άνευ στόμφου ο ανήρ ούτος μ' εδίδαξε πολλά, μοι διηγήθη δε και πολλάς αρχαίας παραδόσεις του τόπου της γεννήσεώς μας.

Είχε την μικράν περιοχήν της, με τον ελαιώνα, την άμπελον, τους μικρούς κήπους, και τον αγρόν, και απ' εκεί οικονομούσε το καθημερινόν της, κ' εζούσεν αυτή και τα εγγόνια της, οι υιοί του μεγάλου υιού της, ο πρώτος εικοσαετής, ο δεύτερος δεκαεπταετής, καλλιεργούντες την γην. Οι γονείς των είχον αποθάνει νέοι προ δεκαπενταετίας και πλέον.

Κατά τας αρχάς του έτους 1821 ευρισκόμην εις Σμύρνην. Ήμην τότε εικοσαετής σχεδόν.