United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Σου έγραψα και προηγουμένως περί της διατριβής μου μεταξύ χριστιανών, περί της προς τους εχθρούς συμπεριφοράς των, εις τον κατάλογον των οποίων είχον το δικαίωμα να μας συγκαταταριθμώσιν, εμέ και τον Χίλωνα, τέλος περί της αγαθότητος, μεθ' ης με επεριποιήθησαν και περί της εξαφανίσεως της Λιγείας.

Βλέπεις τι καλή που είμαι, Δεν θαργήσωμε όμως, Νίκο; Ε; Έχω το λόγο σου. ΝΙΚΟΣΈννοια σου. Πάμε. Έλα αγάπη μου. ΜΙΣΤΡΑΣΤι όραμα ευτυχίας, αλήθεια! Πώς έχει καρδιά να διακόψη κανένας μια τέτοια ευτυχία! Αυτό συλλογίζομαι, μα το Θεό. ΦΛΕΡΗΣΟύτε το δικαίωμα, γιατρέ.

Το ύφος του επείραξε τον Κ. Λιάκον. — Κύριε Πλατέα, είπε ξηρά ξηρά. Σου είπα πολλάκις, επαναλαμβάνω δε, — και το επαναλαμβάνω διά τελευταίαν, ελπίζω, φοράν, — ότι ουδέν δικαίωμα έχω ούτε θέλω να έχω επί της ευγνωμοσύνης σου.

Και μη δεν είχεν ο Λιάκος το δικαίωμά του ν' απαιτήση τοιαύτην έστω και θυσίαν παρ' εκείνου του οποίου έσωσε την ζωήν; Πώς δε ούτος αντήμειψε τον σωτήρα του; — Όχι μόνον υπεξέφυγεν εκ προκαταβολής την θυσίαν παρανοήσας την αβρότητα του φίλου του, αλλά και υπέδειξεν ότι τον βαρύνει η ευγνωμοσύνη, αφού επρότεινε να την εξοφλήση πνιγόμενος μάλλον ή νυμφευόμενος προς χάριν του Λιάκου!

Άμα δε έμαθον οι Κερκυραίοι τας προπαρασκευάς, ελθόντες εις Κόρινθον μετά Λακεδαιμονίων και Σικυωνίων πρέσβεων, τους οποίους έλαβον μετ' αυτών, εζήτουν παρά των Κορινθίων να επαναφέρωσι τους εν Επιδάμνω αποσταλέντας φρουρούς και οικήτορας, καθότι ουδέν δικαίωμα είχον επί της Επιδάμνου.

Ποίος λοιπόν είνε όλων τούτων ο αίτιος; ποίος είνε ο οποίος έπαυσε τα μεν και εξησφάλισε τα άλλα; Εάν υπάρχη άλλος έχων δικαίωμα να τιμηθή αντί εμού του παραχωρώ το βραβείον και παραιτούμαι της αμοιβής.

Όσον δι' απόψε έχεις το δωδεκάωρον δικαίωμα και το νυκτερινόν άσυλον, το οποίον σοι χορηγεί ο νόμος, διά να κρυφθής ή να φύγης, αν προλάβης. Ο Πρωτόγυφτος κατελήφθη υπό αληθούς τρόμου ακούσας τας τελευταίας ταύτας λέξεις. Εγονυπέτησε δε αυτομάτως, και εξαγαγών βαλάντιόν τι εκ του κόλπου του, είπε·Τζάνουμ μη με φυλακώνης, αφέντη. Να και τα φλωριά οπού πήρα, τα παραδίδω εις την εξουσίαν.

Και περί μεν της σημασίας του πράγματος δύναταί τις να έχη οιανδήποτε ορέγεται γνώμην, οι δε μόνοι έχοντες προφανώς άδικον είνε όσοι αποδίδουσιν εις τους άνδρας, ότι εκ ζηλοτυπίας και εγωισμού αφήρεσαν επί ποινή ατιμίας από της γυναικός το δικαίωμα της ελευθέρας διαθέσεως εαυτής.

Αλλά συ προ πολλού ήδη έχεις το δικαίωμα να δημηγορής, διότι προ πολλού εξήλθες εκ της εφηβικής ηλικίας και ενεγράφης εις το ληξιαρχικόν βιβλίον των δώδεκα θεών και παρ' ολίγον να είσαι από το συμβούλιον του Κρόνου• ώστε μη μας κάνης το παιδί, αλλά λέγε με θάρρος την γνώμην σου και μη διστάζης να ομιλήσης διότι είσαι αγένιος, αφού έχεις υιόν με γενειάδα μεγάλην και ωραίαν, τον Ασκληπιόν.

Διά τούτο ίσως φανή ότι δεν επιτρέπεται ο υιός να απαρνηθή τον πατέρα του, ενώ ο πατήρ ημπορεί να απαρνηθή τον υιόν. Διότι ο οφείλων πρέπει να αποδίδη. Αυτός όμως, ό,τι και αν έκαμε, δεν έκαμε αντάξια με όσα έλαβε προηγουμένως, ώστε πάντοτε μένει χρεώστης, αλλ' όσοι έχουν να λαμβάνουν έχουν δικαίωμα να απαρνηθούν, επομένως και ο πατήρ.