United States or Senegal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα έπειτα η πραγματικότητα μου ξαναθυμίζει εκείνο που υπάρχει κι όλα σκοτεινιάζουν. Να μπορούσα μόνο να είμαι πάντα έτσι, ώστε να μη διακρίνη τίποτε η γυναίκα μου. Να μπορούσα να είμαι σύμμετρος και φαιδρός ή τουλάχιστο να φαίνουμαι. Μα δεν μπορώ και γνωρίζω πως αυτή δε λυπάται μόνο για τον εαυτό της, μα και για τη θλίψη που προξενεί σε μένα.

Ο σκοπός είναι ίσια ίσια να διακρίνη ποιος από τους δυο είναι ο ντόπιος τύπος και ποιος είναι ο ξένος. Άμα κάμη αφτή τη σημαντική διάκριση, θα καταλάβη που ένας από τους δυο τύπους είναι ο σωστός και που ο άλλος είναι μαθημένος απ' αλλού . Άμα είναι έτσι, κ' η γλώσσα του χωρικού δεν είναι πια χωρική γλώσσα· καταντά και κείνη γλώσσα κοινή.

Ο Δημήτρης περιέφερε το βλέμμα πέριξ θολόν χωρίς να διακρίνη τι κ' αίφνης ετράπη φεύγων διά της αγοράς ταχέως, ίνα μη ίδη και ακούση τα σαρκαστικά βλέμματα και τας ύβρεις των χωρικών. . . Η απελπισία του Δημήτρη δεν είχε πλέον όρια.

Μα πώς, είπα τότε εγώ, σου φαίνεται ότι δύναται να διακρίνη κανείς εάν ένα πράγμα είναι ωραίον ή άσχημον, εάν δεν το γνωρίζη προηγουμένως καλά, εάν δεν είναι εντός της ουσίας του; — Βεβαίως όχι, μου απήντησεν. — Ε, γνωρίζεις λοιπόν εσύ, είπα, τι είναι αυτό το φιλοσοφείν; — Χωρίς αμφιβολίαν, μου είπε. Το γνωρίζω και πολύ καλά μάλιστα. — Τι είναι τέλος πάντων; τον ηρώτησα.

Αλλ' όσον αφορά την ψυχήν, ανέφερα ήδη τα περισσότερα• ότι πρέπει να έχη μνημονικόν, να είνε ευφυής και νοήμων και οξύς εις την αντίληψιν και προ πάντων ταχύς εις το ν' αυτοσχεδιάζη, προσέτι δε να δύναται να κρίνη ποιήματα και άσματα, να διακρίνη τας καλλιτέρας μελωδίας και να διορθώνη τα πλημμελή και ελαττωματικά.

Διότι εγώ όλους τους φιλοσόφους τους ονομάζω θείους. Σωκράτης. Πολύ καλά κάμνεις, φίλε μου. Αλλά δεν είναι τόσον πολύ εύκολον να διακρίνη κανείς αυτό το γένος από τους θεούς, εάν ημπορώ να εκφρασθώ ούτω πως.

Εθεώρησε τότε τα πέλαγος μήπως διακρίνη άλλην λέμβον πλέουσαν, πλην ο πόντος ηπλούτο άγριος, έρημος. Οι οφθαλμοί του έκαμνον άσπρα-άσπρα. Έκλεισεν αυτούς ιλιγγιών. Εσκέφθη τότε ότι αύριον ήσαν Χριστούγεννα. Η δημοπρασία θα εγίνετο την άλλην ημέραν. Δεν θα έλθη έως αύριον βράδυ καμμία βάρκα; Επραΰνθη προς την σκέψιν του ταύτην. Και ησθάνθη τότε το ρίγος του κρυερού, χιονώδους ανέμου.

Άνθρωπός τις εφάνη κρατών δέμα εν τη χειρί, ως εφαίνετο, διότι ο Βράγγης δεν ηδύνατο καλώς να διακρίνη. Το φέγγος της σελήνης κατήρχετο διά του ανοίγματος των δένδρων επί του προσώπου του αγνώστου και εφώτισε τους χαρακτήρας του. Ήτο άνθρωπος με χρώμα ηλιοκαές ή φύσει μελαψόν, με οστεώδεις και μακράς εξοχάς εν τη μορφή, με ερρυτιδωμένον μέτωπον. Υψηλός το ανάστημα, αλλά κυρτός.

Εις την προσπάθειάν της να συντρίψη την αγάπην του, συνέθλιβε και επλήγωνε την καρδίαν εις την οποίαν η αγάπη εκείνη είχεν ήδη ρίψη ρίζας. Αλλ' όσον και αν επροσπάθει η Ζερβούδαινα ν' αμαυρώση την εικόνα της Πηγής, ο Μανώλης δεν έπαυε να διακρίνη, υπό τον βόρβορον τον οποίον έρριπτον οι λόγοι της χήρας, το κάλλος και την ευγένειαν της εικόνος.

Έκανε ταραχή ο γέρω νοικοκύρης, μα είχε και το νου του· πότε πότε έστηνε το γυμνασμένο αυτί του ν' ακούση κανένα μακρυνό κρότο ή εβύθιζε το βλέμμα του στο σκότος μέσα για να διακρίνη. Και για κάμποση ώρα ήταν ήσυχος. Ησυχία μεγάλη εκρατούσε στον κάμπο, όσο μπορούσε ν' ακούση τ' αυτί.