United States or Equatorial Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ τότες έπαιρνα ταποκαλαμίδι, και σαν έρριχτα μια ματιά στις αποτονιές, τραβούσα κατά τον κάβο, έμπαινα στο νερό ως τα γόνατα, και ψάρευα. Και σαν έπιανα σωστή τηγανιά, γύριζα πίσω, ώρα που έπρεπε να τηγανιστούν. Ταπόγεμα ο ύπνος δεν μπορούσε να λείψη. Ύστερα πάλι λίγη δουλειά, κι ώσπου να γυρίσης να δης βράδιαζε.

Έτσι έπαιρνε κι αυτός τα σχέδια του σπίτι και καθόταν και χαράκωνε και φωτοσκίαζε κ’ έσβηνε με τη γομμαλάστιχα ίσαμε που βράδιαζε και δουλεύοντας σφύριζε ακατάπαυτα, σαν τον κότσυφα. . . Η Λιόλια περνούσε από μπροστά απ’ το τραπέζι του και κρυφοκυττούσε τις ζωγραφιές πούφτειανε ο Νίκος. Και άμα έβλεπε πως ο Νίκος περισσότερο αυτήν κυττούσε παρά τη μύτη του μολυβιού του, κοκκίνιζε ως ταυτιά.

Μα είχαν οι Μικρασιανοί κι άλλους φοβερούς εχτρούς τους Ισαύρους , που ροβολώντας κάθε λίγο από ταπόψηλά τους βουνά, κι ως τακρογιάλια ζυγώνοντας, και μέσα σε ουδέτερους λόγγους παραφυλάγοντας πρόβγαιναν άμα βράδιαζε, και με του φεγγαριού τις αχτίδες χυμίζανε σταραγμένα πλεούμενα, σκοτώνανε ναύτες και καραβοκυρέους, κι άρπαζαν ό,τι τύχαινε.

Και σα βράδιαζε, κατεβαίναμε στο γιαλό και καθίζαμε στα χαλίκια, και βλέπαμε τα ψάρια που πηδούσαν κοπαδιαστά απάνω στ' ασημένια νερά. Εκεί κατέβαιναν όλοι. Έβλεπες κόσμο εκεί. Εκεί τραγουδούσαν τα κορίτσια, πετούσαν πέτρες ταγόρια στη θάλασσα, οι άντρες μιλούσανε για τα μαξούλια τους, οι γυναίκες για καθετίς. Αν έλειπε και καμιά τους, έμενε τόπος και για ψεγάδιασμα.

Δυο χρόνια τόρα, από τότε που ντύθηκαν στα μάβρα τρία πανώρια σπίτια μέσα στο χωριό, φυγόδικος ο Τρύφος, εκρυβόταν από κάθε μάτι προδοτικό. Έτρεχε δω κ' εκεί, μέσα στους ισκιερούς τους λόγκους και μέσα σταγριολάγκαδα. Κανείς δεν ήξερε πούθε βράδιαζε και πούθε ξημερωνόταν.