United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


— Ω! αχ! ο φονιάς!. . . ο Θεός κ' η γης να τον εύρη! κατηράσθη ιδούσα το αίμα η μάνα της. Και άρχισε να ψαύη την κόρην, και να ζητή να σταματήση το αίμα, και να επιδέση την πληγήν. Αφήρεσε την φανέλαν, εξέσυρε την χειρίδα του υποκαμίσου, κ' εφάνη ο δεξιός βραχίων της Αμέρσας, ισχνός και ύπωχρος αλλά καλοδεμένος και νευρώδης. Το τραύμα ήτο μάλλον επιπόλαιον, αλλ' ουχ ήττον το αίμα έρρεεν.

Διότι την αύξησιν και την ευθύτητα και την ελευθερίαν της ψυχής των την αφήρεσε η μακροχρόνιος δουλεία, η οποία τους αναγκάζει να κάμνουν στραβά πράγματα, διότι εν όσω ακόμη αι ψυχαί των είναι τρυφεραί, επιβάλλει εις αυτούς μεγάλους κινδύνους και φόβους και επειδή δεν ημπορούν να τους υποφέρουν εντός του δικαίου και της αληθείας, αμέσως προσπαθούν να απατήσουν και να αδικήσουν ο είς τον άλλον και πέφτουν και τσακίζονται.

Άφες, ω Άνθρωπε, να κοιμηθώ. Σου επιστρέφω τον κόσμον σου. Όπως τον εύρον τον αφήκα· διότι αι πτέρυγες, τας οποίας μου αφήρεσε, κατέστησαν αιτία όπως πλειότερον καταπέση. Διότι τας έκλεψε. Και δεινότερον δι' αυτών τον αγώνα κατέστησε, διότι έκαστος έκλεψε μόνον δι' εαυτόν, ουχί δε, ως ο Προμηθεύς, διά τον κόσμον.

Ανατραφείσα εις την οικίαν της αυστηράς Πομπωνίας, η νεάνις ίστατο ακίνητος εξ αιδούς με τα γόνατα σφιγμένα, τας χείρας επί του τραχήλου, με τα βλέμματα προσηλωμένα εις την γην. Αίφνης ύψωσε τους βραχίονας με απότομον κίνησιν και αφήρεσε τας καρφίδας τας συγκρατούσας την κόμην της· διά κινήσεως της κεφαλής της την κατέρριψε και εκαλύφθη δι' αυτής ως διά μεταξωτής χλαμύδος.

Ετοιμάσαντες δε τα πάντα, έπλεον εις την Ελλάδα, και πλησιάζοντες εις τα παραθαλάσσια παρετήρουν και εσημείωνον αυτά, μέχρις ου ιδόντες τα περισσότερα και ονομαστότερα, έφθασαν εις τον Τάραντα της Ιταλίας. Εκεί, διά πονηρίας του Δημοκήδους, ο βασιλεύς των Ταραντίνων Αριστοφιλίδης αφήρεσε τα πηδάλια των Μηδικών πλοίων και εφυλάκισε τους Πέρσας ως κατασκόπους δήθεν.

Και καθόσον το όνομά του διεδίδετο, τα πρόσωπά των εγίνοντο ολιγώτερον αγριωπά, αι ωρυγαί των ολιγώτερον θηριώδεις. Ο Πετρώνιος αφήρεσε την λευκήν τήβεννόν του την ερυθροϋφή, την εσήκωσεν εις τον αέρα και την περιέστρεψε, σημαίνων ότι ήθελε να ομιλήση. — Σιωπή! Σιωπή! εφώναξαν εις το πλήθος. Αμέσως έγινε σιγή. Τότε εγερθείς επί του ίππου του ωμίλησε με βροντώδη φωνήν: — Πολίται!

Μετά τον Άνυσιν εβασίλευσεν ο ιερεύς του Ηφαίστου Σεθών . Ούτος περιφρονών παρημέλησε τους πολεμιστάς των Αιγυπτίων, διότι δεν είχεν ουδεμίαν ανάγκην αυτών. Επέβαλε λοιπόν εις αυτούς πολλάς ατιμίας και μεταξύ άλλων τοις αφήρεσε τους εξαιρέτους αγρούς, οίτινες είχον δοθή επί των πρώτων βασιλέων ανά δώδεκα στρέμματα εις έκαστον οικογενειάρχην.

Τέλος η στιγμή ήγγικεν, ο θάνατος του αφήρεσε την πνοήν και επί του προσώπου του εζωγραφήθη θεία γαλήνη. &«Βινίκιος Πετρωνίω, χαίρειν·& »Αν και ευρίσκομαι εδώ, φίλτατέ μου, μανθάνω από καιρού εις καιρόν τα συμβαίνοντα εν Ρώμη, και διά να πληροφορώμεθα καλλίτερον, έχομεν τας επιστολάς σου . . . Με ερωτάς εάν είμεθα εν ασφαλεία· θα σου απαντήσω απλώς: μας ε λ η σ μ ό ν η σ αν. Τούτο ας σοι αρκέση.

Τότε ο Ψαμμίτιχος όστις ίστατο έσχατος, μη έχων ποτήριον, αφήρεσε την περικεφαλαίαν του ήτις ήτο χαλκή και δεχθείς με αυτήν τον οίνον έκαμε σπονδάς. Όλοι οι βασιλείς είχον περικεφαλαίας και τας εφόρουν κατ' εκείνην την στιγμήν.

Κ' επειδή ο Δημήτρης ίστατο ακίνητος, με την κεφαλήν κάτω νεύουσαν, ανατριχιάζων εις τους λόγους του κτηματίου, επλησίασεν ούτος, του αφήρεσε την αξίναν και την έρριψεν άνωθεν της τάφρου έξω, εις τον δρόμον. — Πήγαινε! είπε μετά θυμού. — Φύγε! εφώναξαν και οι εργάται εκ συμφώνου, τόρα μόλις μαθόντες ότι είχον μαζί των αφωρισμένον άνθρωπον.