United States or Georgia ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Μετά δύο έτη ακόμη η ατυχής νέα απέθανεν από φθίσιν. Φαντάζεσθε πώς την έκλαυσεν ο φίλος μου. Εφαίνετο απαρηγόρητος. Ουχ' ήττον μετά δύο έτη, υπείκων εις τας προτροπάς στενού συγγενούς του, ισχυριζoμένου ότι ο Π. ώφειλε να δώση εις το θυγάτριόν του μητέρα, έβαλε κατά νουν να νυμφευθή εκ δευτέρου.

Πριν ξεκρεμάση τον «φύλακα» από της μασχάλης του, ο Γέρος πεινασμένος ήνοιξε το δουλάπι, αλλ' ουδέ ψυχίον άρτου εύρεν εκεί. Η γραία είχεν εξέλθει ίσως προς ζήτησιν άρτου. Η ατυχής Πατρώνα εκάθητο ζαρωμένη πλησίον της εστίας, αλλ' η εστία ήτο σβεστή. Αλλ' η στάκτη ήτο υγρά. Σταλαγμοί ύδατος, εκ χιόνος τακείσης ίσως διά τινος λαθραίας και παροδικής ακτίνος ηλίου, είχον ρεύσει διά της καπνοδόχου.

Σε κατέλαβε και πάλιν, βλέπω, η κινητική σου εκείνη μανία, διά την οποίαν ο μεν σοφός σου φίλος Ξ. σε ωνόμαζεν άλλοτε perpetuum mobile, ημείς δε οι άλλοι οι μη σοφοί σ' ελέγαμεν αεικίνητον, και σε εσυμβουλεύαμεν, ενθυμείσαι, αστειευόμενοι να ζητήσης brevet d' invention από την κυβέρνησιν, πριν ή σε προλάβη ο ατυχής εκείνος νέος Κ., ούτινος η μεγαλοφυής εφεύρεσις επέπρωτο τέλος να εξατμισθή εντός . . . φρενοκομείου.

Πολλοί άνθρωποι πλουσιώτατοι δεν είναι ευτυχείς, ενώ άλλοι, έχοντες μετριωτέραν κατάστασιν, είναι ευτυχείς. Όστις είναι πλούσιος, αλλ' ατυχής, υπερτερεί τον ευτυχή εις δύο μόνον πράγματα· ο ευτυχής όμως υπερτερεί τον πλούσιον ατυχή εις πολλά.

Αξιοσημείωτος η σκέψις αύτη του Δώγκαν, καθ' ην ακριβώς στιγμήν παρουσιάζεται ενώπιον αυτού ο Μάκβεθ, εις ούτινος το πρόσωπον δεν διαβλέπει ο ατυχής βασιλεύς την ψυχήν, καθώς δεν διείδεν αυτήν επίσης και εις το του Καουδώρ. ω Ζευ, τι δη χρυσού μεν ος κίβδηλος ή τεκμήρι' ανθρώποις ώπασας σαφή, ανδρών δ' ότω χρη τον κακόν διειδέναι, ουδείς χαρακτήρ εμπέφυκε σώματι;

Είνε ανάγκη να σας ιδή τόρα, απαντά μετά τινα δευτερόλεπτα η φωνή της υπηρετρίας. — Άλλο κακόν! λέγει καθ' εαυτόν ο ατυχής Δημητράκης, και μη δυνάμενος να πράξη άλλως, απομάσσει εν τάχει τον σάπωνα από της μορφής του, και εξέρχεται του γραφείου του, ενώ ο νυκτερινός επισκέπτης αναβαίνει την κλίμακα.

Η Μόρφω, λευκή και ωχρά, με τα μαύρα φουστανάκια της, και με το μαύρον μανδήλιον το σκεπάζον τα ξανθά της μαλλιά, ήτο κατηφής, κ' ενεθυμείτο το περυσινόν Πάσχα, όταν έζη η μήτηρ της. Η ατυχής γυνή είχεν αποθάνει από την γένναν της, το παρελθόν θέρος, και το βρέφος μετ' αυτής.

Η Λενιώ, η ατυχής παραγκωνισθείσα, το επήρε κατάκαρδα. Εφαίνετο ολίγον ασχημούτσικη, και ήτον χλωμή και κακοπλασμένη εξ αρχής. Είτε έπασχεν αρχήθεν, είτε όχι, το βέβαιον είνε ότι απέθανε φθισική, ολίγον χρόνον ύστερον, μετά δύο μήνας από τον γάμον της Μαργαρώς! Ιδού πώς αθρόως και χονδρικώς, ούτως ειπείν, διεσκεδάζετο η φιλόστοργος ανησυχία των εξαδελφάδων της Ασημήνας.

Ο ατυχής, του οποίου η πρώτη προσβολή θα παρουσίαζε τον τελευταίον χαρακτήρα, πράγμα που συμβαίνει συνήθως, σχεδόν θα ήτο ανεπιφυλάκτως καταδικασμένος να ταφή ζωντανός. Η πρώτη μου περίπτωσις δεν θα διέφερεν ουσιωδώς από όσας κάμνουν μνείαν τα ιατρικά βιβλία.

Δεν ήτο η συνήθης ώρα, αλλ' ο ατυχής ρασοφόρος είχεν απατηθή. Και ουδέν παράδοξον, διότι εις τον ύπνον του τω εφάνη ότι ήκουσε σφοδρόν κρότον κώδωνος.