United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Γιάννος έκλινε την κεφαλήν εις το στήθος χωρίς να είπη λέξινΓιατί, Γιάννο μ', δεν ακούς; γιατί; επανέλαβεν η Μάρω επιμόνως. — Δεν είν' ανάγκη να μάθης, δεν κάνει· είπεν ο Γιάννος κινών αρνητικώς την κεφαλήν· αν 'μπορής βγάλε με από 'δώ. Κ' εξηκολούθησαν ούτω τα δύο παιδία, συνομιλούντα επί πολύ και ανταλλάσσοντα τας ιδέας των περί της απολυτρώσεως του Γιάννου.

Εμάς τους δύο θέλουν και καλά να μας πάνε στον παράδεισο. — Γωύ! έκαμνεν αρνητικώς ο κύων. — Με το στανιό θέλουν να μας αγιάσουνε. — Γωύ! — Δεν μας σώνουν τα άλλα τα βάσανά μας, μας αφήνουν και νηστικούς. — Γαυ! έκαμεν ο κύων καταφατικώς. — Να είχα τουλάχιστον ένα κόκκαλο να σου ρίξω εσένα, και μένα δεν με μέλει, ειμπορώ να μείνω και νηστικός.

Αλλ' ούτος άκαμπτος ως όλοι οι τοκογλύφοι, οι οποίοι νομίζει τις ότι επλάσθησαν επίτηδες δι' αυτό το επάγγελμα, ως οι σκώληκες διά τον βόρβορον, εκίνει αρνητικώς την κεφαλήν, έστρεφεν εδώ κ' εκεί και μόλις έβλεπε πράγμα τι εφώναζεν εις τον κλητήρα με την τραχείαν φωνήν του, ομοίαν προς κρωγμόν αρπακτικού ορνέου: — Βάλε και τη σούβλα· μα πρόσεχε, μπάρμπα-Σπύρο· να, δεν είδες το κουδούνι!. . .

Εάν κανείς χωρίς να γνωρίζη να παίζη αυλόν απέκτα τους αυλούς του Τιμοθέου ή του Ισμηνίου, τους οποίους ο Ισμήνιος ηγόρασεν εις την Κόρινθον επτά τάλαντα, έπεται ότι διά τούτο και θα ηδύνατο να παίζη αυλόν; Ή το απόκτημα θα του ήτο ανωφελές, αφού δεν θα ηδύνατο να το μεταχειρισθή κατά τους κανόνας της τέχνης; Σωστά ένευσες αρνητικώς• διότι και τους αυλούς του Μαρσίου ή του Ολύμπου αν αποκτήση, δεν δύναται να αυλήση εκείνος ο οποίος δεν έμαθε.

Ο κωφός ανύψονεν αρνητικώς την κεφαλήν.― Ολίγη ζωή μας μένει, έλεγεν ο άλλος• διατί να κοπιάσωμεν προς προφύλαξίν της; Σεις έχετε καθήκοντα προς τα τέκνα σας, πηγαίνετε! Και έμειναν οι δύο γέροντες εις τον Πύργον των. Τι απέγειναν; Ούτε αυτοί, ούτε ο κηπουρός των ή τα τέκνα του, ούτε η γραία υπηρέτριά των εφάνησαν ή ηκούσθησαν έκτοτε.

Αλλ' η Πηγή εύρεν αφορμήν να διακόψη την στενόχωρον σιωπήν: — Εβάρηκες; τον ηρώτησεν. Ο Μανώλης απήντησεν αρνητικώς πλαταγίσας την γλώσσαν. Και τότε πρώτην φοράν συνηντήθησαν επί μίαν στιγμήν τα βλέμματά των. Έπειτα επήλθεν εκ νέου σιωπή. Αλλ' η Πηγή εύρε πάλιν κάτι να είπη: — Και πούχεις καλλίτερα, Μανωλιό, στο χωριό γή στα ωζά; — Καλλιά 'νε στο χωριό, απήντησε.

Και το να αισθάνηται ηδονήν ή λύπην δηλοί ενέργειαν του αισθητικού κέντρου σχετικήν προς το αγαθόν ή το κακόν καθό τοιαύτα. Εις δε την διανοητικήν ψυχήν αι εικόνες της φαντασίας είναι όπως τα αισθήματα είναι εις την αίσθησιν. Όταν δε αποφανθή καταφατικώς• ή αρνητικώς ότι το πράγμα είναι αγαθόν ή κακόν, εκείνο μεν επιδιώκει, τούτο δε αποφεύγει. Διά τούτο ουδέποτε νοεί η ψυχή άνευ εικόνος.

Γίνεται τωόντι δυστυχής ο άνθρωπος διά της γνώσεως; και πρέπει άρα να πεινάση η καρδία, διά να τραφή ο νους, όπως πρέπει να μαρανθή το άνθος, ίνα ωριμάση ο σπόρος; Άλυτον μένει και θα μείνη ίσως πάντοτε το πρόβλημα, όσον καταφατικώς και αν απαντώσιν οι ποιηταί, όσον αρνητικώς και αν αποφαίνονται οι επιστήμονες.

Ούτε αντιστρόφως εκείνο το οποίον γνωρίζω, είναι δυνατόν να το νομίσω ότι είναι εκείνο το οποίον δεν γνωρίζω και του οποίου δεν έχω την σφραγίδα. Ούτε αρνητικώς εκείνο το οποίον δεν γνωρίζω, να το νομίσω ως άλλο το οποίον δεν γνωρίζω. Ούτε πάλιν αντιστρόφως εκείνο το οποίον δεν γνωρίζω να το νομίσω ως άλλο το οποίον γνωρίζω. Το ίδιον και διά την αίσθησιν.

Η Κυρά Λοξή ένευσεν αρνητικώς την κεφαλήν και έφερε την χείρα πρώτον εις τους οφθαλμούς της. τους οποίους έκλεισεν, έπειτα δε επί της καρδίας. Ο έπαρχος ενόησεν ότι κατέχει τον γέροντα η λύπη, αφότου απώλεσε την όρασιν. Ο σιωπηλός ούτος διάλογος συνεφιλίωσεν εντελώς τον έπαρχον και την γραίαν χωρικήν.