United States or Saint Pierre and Miquelon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός τα ήκουσε με μεγάλη απάθεια, είπε πως δε φταίει καθόλου κ' επρόσθεσε δείχνοντας τον γαμπρό που τον είχανε σηκώση. — Όποιος ανακατεύεται με τα πίτερα, τον τρώνε η όρνιθες. Ο Μαρούπας εφώναζε κι' αυτός πως δεν είνε πράματ' αυτά να μπένουνε με το ζόρι στα σπίτια και να μποδίζουνε τσοι γάμοι.

Εθαύμασε ο Δεσπότης με την τόλμη του καλόγερου· του μίλησε με αγάπη και ευγένεια και του είπε πως γρήγορα θα φέρη σε όλα διόρθωσι. Πέρασαν δυο χρόνια από τη σκηνή αυτή, χωρίς να γείνη το παραμικρό καλό και σαν εξαναγύρισε ο Δεσπότης ο Άνθιμος δεν επήγε να τον δη γιατί δε θα μπορούσε να βασταχτή μπροστά του με απάθεια. Μαζή με τ' άλλα που είχε ο παππά Συνέσιος, στης εκλογές έκανε τον ψηφοθήρα.

Αν η νόησις είναι καθώς η αίσθησις, ή είναι πάθος τι όπερ ενεργεί το νοητόν αντικείμενον, ή είναι άλλο τι τοιούτον. Αλλ' ουδέν τοιούτον είναι ο νους. Είναι δε φανερόν και εκ των αισθητηρίων και εκ της αισθήσεως, ότι δεν είναι όμοιαι η απάθεια του αισθητικού μέρους της ψυχής και η του νοητικού.

Ενόμιζα πως θα έλεγεν όχι· πως θα εφρόντιζε με χίλιαδυο να μ' εμποδίση· πως θα μου εδιηγώταν ιστορίες τρόμου και φρίκης για ν' απελπισθώ. Τίποτα όμως. Μια στιγμή μ' εκύταζε συλλογισμένος από τα πόδια ως την κορφή σαν να εμετρούσε το ανάστημά μου, εχαμογέλασε·Καλά· σα μεγαλώσης να πας· είπε με την πρώτη του απάθεια. Τόρα που είσαι μικρός σύρε να μάθης τη θάλασσα. Επήγα κ' έμαθα τη θάλασσα.

Κάνετε σεις ό,τι μπορείτε. Να τον, έρχεται. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Προ παντός, αδελφέ μου, θα σε παρακαλέσω να μιλήσωμε χωρίς να εξάπτεσαι. ΑΡΓΓΑΝ Σου το υπόσχομαι. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Ν' απαντάς χωρίς να θυμώνης σ' ό,τι κι' αν σου λέω. ΑΡΓΓΑΝ Μάλιστα. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Και να συζητήσωμε με απάθεια για ό,τι έχομε να πούμε. ΑΡΓΓΑΝ Θεέ μου! Ναι. Τι πρόλογοι είν' αυτοί;

Αλλ' ό,τι νομίζω έτι μάλλον συντελεστικόν, το οποίον η συνήθης απάθειά σας θα σας εμποδίση να παραδεχθήτε αμέσως, είναι το εξής.

Ποια σε παίρνει, υπέλαβεν η Φλουρού. — Ποια με παίρνει! ανέκραξεν ο καθηγητής. Ποια με παίρνει! Πλήρης αγανακτήσεως διά την προσβλητικήν παρατήρησιν, ηθέλησε να κατασυντρίψη διά της ευγλωττίας του την γραίαν, αλλ' η απάθεια της έδεσε την γλώσσαν του. Εγερθείς ανήλθεν εις το δωμάτιόν του χωρίς να είπη τι επί πλέον.

Εγώ δεν ακούω τι λέει ο κόσμος, γυναίκα, παρετήρει τότε ο γέρων, εν απαθεία. Εγώ βλέπω τι λένε τα κατάστιχά μου.

26 του Μάρτη Περιμένω μόνο πώς να περάση ο χειμώνας και να φύγουμε αποδώ. Μ' έχει κυριέψει μια απάθεια παράξενης λογής και κάποτε έχω το φόβο πως ο χειμώνας αυτός μ' έχει κατασυντρίψει. Ό,τι θα φέρη το καλοκαίρι ίσως να μην είναι κι αυτό κάτι, όπου μπορεί κανένας να βασίση ελπίδες. Ήρθαμε μέσα στη Στοκχόλμη με την ελπίδα πως η κατάστασή μας θα καλητέρευε, έστω ίσως και σιγά σιγά.

Και μια στιγμή κατόπι συλλογίστηκα: «Ίσως ίσια ίσια αυτό να είναι σημάδι πως τελειώσανε όλα. Θα στοχαστήκανε πως δεν πρέπει να ταραχτώ εδώ μπροστά σε ξένα μάτια». Μα και μ' αυτή τη σκέψη φύλαξα την ίδια παράξενη απάθεια. Άρχισα να βαδίζω αργά προς το σπίτι κι ανέβηκα με δυσκολία το λόφο. Νόμιζα πως τη βλέπω ακόμα στο παράθυρο, όπως την είδα όταν πρωτοσηκώθηκε από την αρρώστεια της.