United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από στιγμή σε στιγμή ερχόταν το κύμα και μου έδερνε το πρόσωπο· μ' έλουζε από τα νύχια ως την κορφή. Και όμως δεν είχα δύναμι να σηκωθώ. Άρχισε να με κυριεύη αποκαρωμάρα κ' ενώ ήμουν ακόμη ζωντανός ενόμιζα πως ήμουν κουφάρι, πως μ' εκυλούσαν αλαφρόν σαν πούπουλο τα κύματα.

Στην ψυχή μου λιγά ένα πεύκο Αττικό. Ξέρω που το ρόδινο χαίρε του ήλιου στον Υμηττό αργεί να σβύση το βράδυ. Σαν την καμπύλη των γύρω βουνών είν' η γνώσι μου ήσυχη. Τι έχω να φοβηθώ ; Ο θάνατος αν έρθη αγριωπός να πάρη ένα παληό Αθηναίο, κινδυνεύει να τον δεχτώ καθώς τη γλυκειά βροχή και τον αλαφρόν αγέρα που ρίχνει τα φύλλα.

Χτυπάει η ακίνητη καρδιά, και το βουβό το στόμα Παίρνει αλαφρόν ανασασμό κι' αρχίζει και 'μιλάει: — Πόσο βαρηά εκειμώμουνα!... πού ήμουν και πού να είμαι; Δεν είσαι συ η Πεντάμορφη με τα σαράντα αδέρφια; Δεν είν' αυτό το κάστρο σου; δεν είν' αυτός ο κάμπος Που μια φορά επελάγωσα με βασιληάδων αίμα; Πού ήμουν όντας πλάγιασα, και τώρα πού ξυπνάω;