United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν ήτο αδελφή σου, υπέλαβεν, η κόρη σου, θα την απέτρεπες; Η ερώτησις την ήγγισε βαθύτερον ή όσον ενόμιζεν ο Λιάκος. Η μία των θυγατέρων της, αδικηθείσα από την φύσιν, παρείχεν από τούδε εις την μητρικήν καρδίαν της ανησυχίας διά την μέλλουσαν αποκατάστασίν της. Δεν εγέλα πλέον. Οι οφθαλμοί της υγράνθησαν, και δεν απεκρίθη.

Και λοιπόν δεν γνωρίζομεν τάχα εκ φήμης τον Ταραντίνον Ίκκον, ο οποίος ηγωνίσθη εις την Ολυμπίαν καθώς και τους άλλους ότι από φιλοτιμίαν και τέχνην και διότι, καθώς λέγουν, είχε εις την ψυχήν του την σώφρονα ανδρείαν, ούτε καμμίαν γυναίκα ήγγισε ποτέ του ούτε παιδί, εις όλην την διάρκειαν των γυμνασίων του; Και ακριβώς και διά τον Κρίσωνα και τον Αστύλον και τον Διόπομπον και άλλους πάρα πολλούς δεν υπάρχει η ιδία διάδοσις; Και όμως από τους ιδικούς μου και από τους ιδικούς σου συμπολίτας, φίλε Κλεινία, βεβαίως ήσαν πολύ χειρότερα μορφωμένοι ως προς τας ψυχάς, ως προς δε τα σώματα ήσαν πολύ περισσότερον σφριγηλοί.

Και ο ίδιος ήγγισε πάλιν και είπεν ότι, όταν φθάση το ψύχος εις την καρδίαν, τότε θ' αποθάνη. Τώρα πλέον τα πέριξ της κάτω κοιλίας μέρη του σχεδόν εκρύωσαν· και ξεσκεπασθείς, διότι ήτο σκεπασμένος, είπε τους τελευταίους του λόγους· Ω Κρίτων, είπε, χρεωστούμεν ένα πετεινόν εις τον Ασκληπιόν· πληρώσατε λοιπόν το χρέος και μη αμελήσητε .

Η Μαργή εξετέλεσε την απειλήν της. Αλλά το λευκόν της χεράκι δεν είχε δύναμιν και από την οργήν και την ταραχήν έτρεμε· ούτω δε η πέτρα, μόλις ήγγισε τον ώμον του Μανώλη, όστις εδέχθη το κτύπημα ως θωπείαν με επιφώνημα ευφροσύνης «ω-ω-ω!».

Αλλά από το πρώτον βλέμμα που έρριψα γύρω μου εθαύμασα, πώς ήτο δυνατόν εν Ευρώπη να υπάρχη περιουσία ικανή διά να πραγματοποιήση την πριγκηπικήν μεγαλοπρέπειαν, η οποία ανεπήδα και ήστραπτε πέριξ μου. Από το γεγονός αυτό και από την κόπωσιν, η οποία ήτο ζωγραφισμένη εις τα χαρακτηριστικά του φίλου μου, συνεπέρανα ότι ούτος δεν ήγγισε την κλίνην του την προηγουμένην νύκτα.

Να την αγαπάς . . . Δάκρυα ανέβλυσαν επί των βλεφάρων του Καραγιάννη. Του ένευσεν ακόμη. Εκείνος έκλινε· σχεδόν ήγγισε με το πρόσωπον τα χείλη του και ηκροάσθη. Τα χείλη του θνήσκοντος διεστάλησαν ελαφρά, ως όταν θέλει τις να μειδιάση. — Και να της δώσης εκείνα τα τάλλαρα . . . Ήτο η τελευταία πνοή . . . Το πρώτον και τελευταίον του χαμόγελο . . .

Εκράτει το δόρυ με την δεξιάν, και οι οφθαλμοί αυτής εφαίνοντο δεινοί την όψιν. Έστη εγγύς εμού κοιμωμένου. Με ήγγισε με την άκραν του δόρατός της, και με αφύπνισεν. Εθαύμασα και μετετράπην.

Ολίγον κατ' ολίγον όλη η Βιθυνία και η Γαλατία και η Θράκη προσέτρεξαν, διότι έκαστος εκ των επιστρεφόντων έλεγεν ότι είδε γεννώμενον τον θεόν και τον ήγγισε με τας χείρας του όταν μετ' ολίγον έγεινε παμμέγιστος και παρουσίασε μορφήν ανθρωπίνην.