United States or Serbia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά το δαιμόνιον όπου είχε μέσα του του προανήγγειλε τον κίνδυνον όπου έτρεχε, και σηκωθείς διά νυκτός έφυγεν από την χώραν, τρέχοντας εις τα βουνά, και φέροντας μαζή και την δαιμονόπλαστον κόρην, όπου ήτον έως έξ χρόνων τότε.

Εκείνη ήκουε τους λόγους μου τεταραγμένη και με την κεφαλήν προς τα κάτω, χαράττουσα συγχρόνως μερικάς γραμμάς διά καλάμου επί της άμμου. Έπειτα ύψωσε τους οφθαλμούς, τους εχαμήλωσε πάλιν επί των σημείων, τα οποία είχε χαράξει, τους επανέφερεν επ' εμού ως εάν ήθελε να μου απευθύνη ερώτησιν και έφυγεν αιφνηδίως ως μία Αμαδρυάς νύμφη τρεπομένη εις φυγήν επί τη θέα αγροίκου Φαύνου .

Από την εποχήν καθ' ην μετέφερε πέτρας διά την οικοδομήν, ο ημίονος τον είχε πάρη τόσον από φόβον, ώστε άμα τον είδε πλησιάζοντα διά να τον μεταδέση εις την νομήν, απέσπασε τον πάσσαλον εις τον οποίον ήτο δεμένος και έφυγεν έντρομος. Ο Μανώλης τον κατεδίωξε βλασφημών και ρίπτων κατ' αυτού μεγάλους βώλους χώματος, διότι λίθοι δεν υπήρχον εις το λιβάδι.

Αυτηνής της εφάνη πως είδεν εις τον ύπνο της ένα ελάφι, που είχε πιασθή εις κάποιες παγίδες κυνηγών και όντας εις αυτές, επήγε μία έλαφος, και έκαμε κάθε τρόπο και το ελευθέρωσεν· έτυχε κατά τύχην και επιάσθη υστερότερα και αυτή η έλαφος εις τες ίδιες παγίδες, και το ελάφι αντίς να κάμη το χρέος του να την συντρέξη και να την ελευθερώση, την άφησεν εκεί και έφυγεν.

Ο ευνούχος τον έφθασεν εις την Λυκίαν· αλλ' αφού τον συνέλαβε δεν τον έφερεν εις την Αίγυπτον, διότι ο Φάνης τον ηπάτησε με τας πανουργίας του, εμέθυσε τους φύλακάς του και έφυγεν εις τους Πέρσας· Φθάσας εις τον Καμβύσην τον εύρεν ενασχολούμενον εις τας ετοιμασίας του πολέμου και απορούντα ποίαν οδόν να λάβη διά να διέλθη την έρημον.

Αδίκως, ω πατέρα μου, επήρες την μητέρα, αφού δεν επροφθάσατε να φθάσετε ως το γήρας• τώρα έφυγεν η μάννα μας και πάει το σπιτικό μας. ΧΟΡΟΣ Άδμητε, ανάγκη να φανής στη συμφορά σου άντρας, γιατί δεν είσαι απ' τους θνητούς ο πρώτος αλλά ούτε ο τελευταίος, που έχασε τόσον καλή γυναίκα. Πως όλοι θα πεθάνωμε πολύ καλά το ξέρεις.

Μετά την εορτήν των Εγκαινίων ο Κύριος απεχώρησεν εις την Πέραν του Ιορδάνου, άχρις ου εκλήθη εκείθεν διά του θανάτου του Λαζάρου· μετά δε την έγερσιν του Λαζάρου, έφυγεν εις Εφραΐμ· και ακολούθως μετέβη εις Βηθανίαν, έξ ημέρας προ του τελευταίου Πάσχα Του.

Ήλθα να περάσω εδώ την νύκτα. — Και εκείνη έφυγε! τω είπε μετά μεμπτικού τόνου ο άνθρωπος. — Έφυγεν, αλλ' ήλθεν. — Ήλθε; — Βέβαια. — Πού είνε; — Εκεί. — Αλήθεια; — Αλήθεια. — Δεν με γελάς; — Ο Πρωτόγυφτος δεν λέγει ψεύματα. — Και πώς έγεινε τούτο; — Θα σοι το διηγηθώ άλλην φοράν. — Και τώρα; — Τώρα να φύγης απ' εδώ, και να μας παραχωρήσης την φωλεάν σου. — Διατί; — Διά να μη σε γνωρίση.

Και με τούτον τον τρόπον έφυγεν όλον το στράτευμα κακώς έχοντας, και άφησαν όλην τους την ζωοτροφίαν, και τα αναγκαία του πολέμου εις τον κάμπον της Γάζνας.

Με τας χείρας της τον έλαβεν από τους κροτάφους, προσεπάθησε να τον ανασηκώση, αλλ' εις την προσπάθειαν ταύτην έκυψε προς αυτόν, ώστε τα χείλη της έψαυσαν την κόμην του Βινικίου. Προς στιγμήν επάλαισαν καθ' εαυτών και κατά του έρωτος, όστις τους ώθει τον ένα προς τον άλλον. Τέλος η Λίγεια εσηκώθη και έφυγεν.