United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τόσο μάλιστα τον ξάνοιξε τον κύκλο του, που όχι μόνο στη Θράκη, παρά και σ' όλη τη Μικρασία έφτανε η δύναμή του. Δεκατρείς επισκόπους λεν πως ξεθρόνισε στη Λυδία και στη Φρυγία μονάχα. Τέτοια λοιπό μέτρα δεν μπορούσε να τα λαβαίνη δίχως να κάμνη εχτρούς και να βρίσκη φοβερή εναντίωση μέσα στον τόπο. Έπειτα είταν οι αυλικοί κ' οι άλλοι πολιτικοί αξιωματικοί.

Θυμάται ακόμα και κάποια λόγια που λέγανε στο σπίτι «Αυτό το καράβι θα φέρη τα προικιά της Ταρσίτσας». Δεν καταλάβαινε τότε τι θα πη προικιά, μα της έφτανε πως κάτι θα της έφερνε το καράβι και ταγαπούσε και το καμάρωνε. Έτσι ανάκατα και χωρίς τάξη, τα πρώτα υστερνά και τα υστερνά πρώτα, περνούσανε μπροστά στα μάτια της Ταρσίτσας οι μέρες της ζωής της.

Το ξέρετε χωρίς να σας το μάθη κανείς, κι αν είχα να σας μιλήσω για τέτοια εργασία, δε θα μ' έφτανε η λίγη ώρα που μπορώ να καθήσω μαζί σας. Μια σύντομη γραμματική της κοινής μας γλώσσας είναι το πιο χρήσιμο και το πιο αναγκαίο βιβλίο που μπορεί να γραφή σήμερα. Στην Εβρώπη τέτοια βιβλία διδάσκουνται στα σκολειά.

Η ντόνα Ρουθ από τη μεριά της ονειρευόταν κάθε βράδυ τον ερχομό του ανιψιού και κάθε μέρα κατά τις τρεις, την ώρα που έφτανε η ταχυδρομική άμαξα, κρυφοκοίταζε από την εξώπορτα. Η ώρα όμως περνούσε και όλα παρέμεναν ακίνητα τριγύρω.

Έχει, βλέπεις, και τα πολιτικά της η πέτσα. Είναι κι αυτά βυζαντινή μας κληρονομιά. Αιώνες πρι να φανή ο δεύτερος ο Μωχαμέτης, γύριζαν οι μακαρίτηδες τα μάτια τους κατά τη Δύση, και τη ζητούσανε σαν ψωμί τη βοήθεια. Όλο ήρχουνταν η βοήθεια, κι' όλο δεν έφτανε.

Η σκιά ανέβαινε από την κοιλάδα διαγράφοντας έναν σκούρο κύκλο επάνω στις τριανταφυλλί πλαγιές της Ορτομπένε και έφτανε μέχρι τον ίδιο στο σοκάκι.

Πέρα όμως, μακριά, το μάτι ξάνοιγε στο πράσινο και οι ομάδες των αλόγων και των πουλαριών έδιναν μεγαλύτερη μεγαλοπρέπεια στο τοπίο. Ο ήχος του ακορντεόν έφτανε μέχρι εκεί πάνω.

Κ' επειδή έφευγε πια το καλοκαίρι κ' έφτανε το χυνόπωρο, του ετοίμαζε την εξοχή ο Λάμωνας, ώστε να του αρέση σ' όλα άμα την έβλεπε· πάστρευε τις πηγές για νάχουν νερό καθαρό· έβγανε την κοπριά από την αυλή για να μη τον πειράξη βρωμώντας· σιγύριζε το περιβόλι για να φανή όμορφο.

Και ποιος δεν τον γνώριζε; Ήτον ο Αγάς του Μοχού, που λεγότανε Μόχογλους. Την ίδια στιγμή ο Σιφογιάννης κατέβηκε από το γαϊδούρι, έσυρε το ζώο στην άκρη του δρόμου, το κράτησε 'κεί ακίνητο και στάθηκε κιο ίδιος δίπλα να περιμένη τη διάβα του Αγά. Μετά πέντε λεπτά ο Μόχογλους έφτανε μένα ψαρό άλογο. Θάτονε σαράντα πέντε ετών, αλλά φαινότανε γεροντώτερος.

Αλλά και μερικοί άντρες σταματούσαν γύρω από τον τυφλό γέρο και τον ψεύτικο άρρωστο, ένας μάλιστα έσκυψε για να δει καλά τον όγκο. «Ναι, ο Θεός να βάλει το χέρι του», είπε, «ήταν ακριβώς έτσι και έζησε μόνο ένα χρόνο.» «Μόνο ένα χρόνοφώναξε ένας άλλος. «Α, δεν θα μου έφτανε να τελειώσω ούτε τρεις από τις χίλιες δουλειές που έχω στο μυαλό μου. Έλα, πάρε