United States or Mexico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι έρχουμαι στα πόδια σου να πέσω τώρα, αν θέλεις του γοργοπέθαντου μου γιου ασπίδα ναν του δώκεις, τσαπράζα, και τουσλούκια διο με τεριαστά θηλύκια, και κράνος· τι όσα αν είχε πριν, παν ο πιστός του βλάμης 460 τού τάχασε, κι' αφτός βογγάει με δίχως όπλα χάμουΤότε ο πιδέξος απαντάει και ξακουστός τεχνίτης «Έννια σου, Θέτη· συλλογή αφτό μην τόχει ο νους σου.

Μα γλήγορα άκου με· έρχουμαι με μήνημα απ' το Δία, που λέει, χολιάσανε οι θεοί, κι' αφτός πιο πρώτα απ' όλους σου τόχει αφτό παράπονο, που στα καράβια ακόμα 135 βαστάς τον Έχτορα άθαφτο και δεν τον δίνεις πίσω. Μον άσε πια, και του νεκρού την ξαγορά έλα, δέξου

Τώρα γιατί τα σκυλλιά πώχουν αυτόν τον χρωματισμό λέγουνται Γκεσούληδες, δεν μπορώ να σας το ειπώ, γιατί είναι ξένο προς το θέμα μας, κι' έρχουμαι στο Γκεσούλη μου. Η ιστορία, που θα σας διηγηθώ τώρα έγεινε στην Ήπειρο, και λέγω ιστορία, γιατί το διήγημα μου είναι αληθινό, κι' ούτε πολλά χρόνια είναι πώγινε το πράμμα.

Πηγαίνω και γω κάποτες να διώ, τρέχω με τους άλλους, και μάνι μάνι γυρίζω πάλε σπίτι με το βαποράκι που κατεβαίνει τον ποταμό. Τέτοια κ' η ζωή μου. Έρχουμαι από τα πανηγύρια κι από τις χαρές, και να που βρέθηκα με μιας ολομόναχος στην έρημη τη σπηλιά. Κατοικούσα παλάτι λαμπρό· το είχα χτίσει ο ίδιος. Έβαλα μέσα πλούτο και θησαβρούς, έβαλα χρυσές ελπίδες και μάνταλο χρυσό. Έβαλα μέσα ό τι είχα.

ΓΙΑΓΙΑ Μα γιαΤι τη μάλλωσες τόσο σκληρά; Το παιδί μου! Είναι πολύ αισταντικό, και φοβάμαι μην αρρωστήση μ' αυτά σου τα φερσίματα. ΦΙΝΤΗΣ Είναι πράματα, σε παρακαλώ αυτά που κάνει; Το πρωί πρωί που έφευγα, περνώντας από τον κήπο, την είδα ανεβασμένη στη μουριά. Έρχουμαι το μεσημέρι, κ' η αφεντιά της ακόμα δεν είχε ξεσκαρφαλώσει από κει πάνου.

Μα τώρα μ' έπεισε η Λενιό με τα γλυκά της λόγια να βγω στον πόλεμο· θαρρώ καλύτερα κι' ατός μου έτσι να γίνει... σ' ένανε δε μένει πάντα η νίκη. Μον έλα στάσου, τ' άρματα τώρ ως να βάλω· ή σύρε, 340 κ' έρχουμαι εγώ κατόπι σου. Θαρρώ θα σε προφτάσωΕίπε, κι' αφτός απάντηση δε γύρισε να δώκει.

Κι' απάνου απ' το κεφάλι του πάει στέκει, με του Νηλέα 20 όμοιος το γιό, που πιο πολύ απ' όλους τους αρχόντους τόνε τιμούσε ο βασιλιάς· έτσι αλλαγμένος τότες του μίλησε ο Ψεφτόνειρος και τούπε αφτά τα λόγια «Κοιμάσαι, γιε του μαχητή, του φημισμένου Ατρέα; Όλη τη νύχτα ο προεστός δεν πρέπει να κοιμάται, πούχει πολλά να νιάζεται, λαούς να διαφεντέβει. 25 Μον γλήγορα άκου με· έρχουμαι σταλμένος απ' το Δία, που κι' απ' αλάργα σε πονάει και σ' ακριβοφροντίζει.

Θέλω να με καταλαβαίνουν πως έρχουμαι, βρε! έλεγε. Εννοείται ότι ευκόλως ανεγνωρίσθη υπό των κατοίκων η «Ευαγγελίστρια», οίτινες πολλοί ήδη συνηθροισμένοι εις την αγοράν περί τους σφαζομένους χοίρους εύρον ευχάριστον θέαμα να βλέπωσι τα μικρόν βρίκιον μετά υπερβαλλούσης γενναιότητος αψηφούν των κυμάτων την μανίαν.

Έρχουμαι να σας ξεμεθήσω από τη χαρά σας γι' αυτό το λίγο που έγινε γι' αυτή την τρύπα που λευτερώθηκε, μα που για έθνος μεγάλο δε σώνει, επειδή σε τέτοια τρύπα μέλλον εθνικό δεν μπορεί να χωρέση. Αφήστε τα τα συντάγματα, τα θέατρα, τις φιλολογίες και τις γραμματικές. Αυτά είναι λούσα που ένα έθνος τα συλλογιέται όταν έχη όλο το είναι του.

Δεν μπορώ να περιγράψω με ποια περιφρόνηση μου απάντησε ο Σβεν, μια περιφρόνηση για κάθε λογική εξήγηση εκείνου που αιστανότανε και γνώριζε: — Όχι, δεν κοίταξα. Κοίταξα, μαμά; Κ' η μαμά τον παρηγόρησε βεβαιώνοντας πως δεν κοίταξε. Εμένα όμως μου είπε: — Δεν μπορείς να πιστέψης πόσες φορές έγινε το ίδιο πράμα. Είναι σα να με προαιστάνεται στον αέρα πως έρχουμαι.