United States or Nigeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η αυτή ερωτική μέθη διαπνέει επίσης, πολλούς εκ των ψαλμών του Δαβίδ: «Ον τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σε ο Θεός». «Ο Θεός ο Θεός μου προς σε ορθρίζω· εδίψησέ σοι η ψυχή μου, ποσαπλώς σοι η σαρξ μου, εν γη ερήμω και αβάτω και ανύδρω». «Ως αγαπητά τα σκηνώματά σου, Κύριε των δυνάμεων.

Όχι εις δέρμα λέοντος, είπεν ο Δεινόμαχος, έχω ακούσει εγώ, αλλά θηλυκής ελάφου, η οποία να είνε ακόμη παρθένος και αβάτευτη• και αυτό φαίνεται πιθανώτερον, διότι η έλαφος είνε ζώον πολύ γρήγορον και η μεγάλη της δύναμις είνε εις τα πόδια.

Παραδείγματος χάριν τρέχει, κοιμάται.... και όλα τα ρήματα όσα σημαίνουν πράξεις, και αν όλα τα θέσης κατά σειράν, πάλιν δεν αποτελούν λόγον. Θεαίτητος. Βεβαίως πώς είναι δυνατόν; Ξένος. Και πάλιν όμως, όταν προφέρωμεν λέων, έλαφος, ίππος και όλα τα ονόματα, όσα απεδόθησαν εις τα πρόσωπα τα οποία εκτελούν τας πράξεις, και με αυτήν την συνέχειαν πάλιν δεν σχηματίζεται λόγος ακόμη.

Το Τελώνιον εστάθη ολίγον, ωσάν να εστοχάζετο τι έχει να αποφασίση· έπειτα λέγει· ας γίνη το ζήτημά σου ως είπες. &Ιστορία του πρώτου γέροντος και της ελάφου.& Αυτή η έλαφος που βλέπετε, λέγει ο γέρων, ήτον εξαδέλφη μου και την εστεφανώθηκα ως γυναίκα μου όντας 12 χρόνων και έζησα μαζί της τριάντα χρόνους χωρίς να αποκτήσωμεν κανένα τέκνον.

Αυτηνής της εφάνη πως είδεν εις τον ύπνο της ένα ελάφι, που είχε πιασθή εις κάποιες παγίδες κυνηγών και όντας εις αυτές, επήγε μία έλαφος, και έκαμε κάθε τρόπο και το ελευθέρωσεν· έτυχε κατά τύχην και επιάσθη υστερότερα και αυτή η έλαφος εις τες ίδιες παγίδες, και το ελάφι αντίς να κάμη το χρέος του να την συντρέξη και να την ελευθερώση, την άφησεν εκεί και έφυγεν.

Η έλαφος βλέποντάς τον που επλησίαζε, σηκώνεται ελαφρά και κάνει δύο τρία πηδήματα, έπειτα ρίχνεται εις το νερόν, εις τρόπον που δεν εματαφάνη πλέον. Όθεν ο βασιλεύς της Κίνας ξεπεζεύει ευθύς, πάσχει, γυρίζει ολόγυρα της πηγής, ανακατώνει το νερόν, χαλεύει το κυνήγι μα μη ξεσκεπάζοντας τίποτε με τα χαλέματά του, μένει εις μεγάλην απορίαν διά τούτο το συμβεβηκός.

Και από εκείνης της ώρας από τον έρωτά του εδόθη εις μίαν άκραν μελαγχολίαν αφέθη από όλες τες ηδονές· καμμίαν ευχαρίστησιν δεν είχε παρά εκείνην του κυνηγιού δεν επήγαινεν εις άλλον τόπον, παρά εις εκείνον που του εφάνη η έλαφος, εις τον οποίον ήλπιζε να την ξαναϊδή.

Αν δ' επλανήθην 'στών σοφών την μαύρην ερημίαν ως πρόβατον απολωλός ως έλαφος διψώσα, μικράν δεν ηύρα όασιν, μηδέ πηγήν καμμίαν, να δροσισθή το στήθος μου κι' η φλογερά μου γλώσσα. Κι' εκ των ερήμων έρχομαι ως γέρων κεκυφώς κι' είν' έγκυον το πνεύμα μου με χίλιαις δυο ψευτιαίς, ανέσπερον εζήτησα και καταυγάζον φως, αλλ' εις το τέλος μ' άφησαν με της κολοφωτιαίς.

Εκείνος επλησίασεν, εμαγεύθη . . . Η Κίρκη ανέγνωσεν εις τα βάθη της ψυχής του και του εξηκόντισεν έν βλέμμα . . . εκ των βλεμμάτων εκείνων, τα οποία συγκλονίζουν, τα οποί' ανατρέπουν μίαν ύπαρξιν, . . Και η υποδούλωσις εγένετο τελεία. Εβλέποντο καθ' εκάστην. Εκείνος, ως διψώσα έλαφος, την ηκολούθει και η δίψα, αντί να κατευνάζεται, επετείνετο·

Αλλά καθ’ ην στιγμήν επί παρουσία σύμπαντος του ελληνικού στρατού, παρατεταγμένου περί τον βωμόν της Αρτέμιδος, η μάχαιρα της θυσίας κατεφέρετο επί τον λαιμόν της παρθένου, η μεν κόρη εξηφανίσθη, αντ’ αυτής δ’ έλαφος εφάνη ασπαίρουσα χαμαί και ραίνουσα διά του αίματός της τον βωμόν της θεάς.