United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από καιρού εις καιρόν απετείνοντο και προς την Πηγήν: — Στση χαρές σου, Πηγιό! — Χαρές νάχετε! απήντα χωρίς ψευδαιδημοσύνην η κόρη. Μετ' ολίγον επήλθεν η χαρακτηριστική της αρχομένης μέθης σύγχυσις. Ενώ ο παπάς έψαλλεν, εις το άλλο άκρον της τραπέζης κάποιος γέρων, όστις είχε μεταβή κατά την επανάστασιν εις την Κάρπαθον, εμιμείτο την προφοράν των Καρπαθιωτών και οι παρακαθήμενοι εξεκαρδίζοντο.

Από την ημέρα που με 'δε με το μαλακό, του 'δώκαν οι δαιμόνοι! είπεν η Μαργή, σπογγίζουσα τα δάκρυα με το άκρον της ποδιάς της. Παλλομένη δε σύσσωμος από αγανάκτησιν επρόφερε φοβερά απειλήν: — Ας μου ξαναμιλήση, κιά δε πιάσω πέτρα να του σπάσω την κεφαλή του, να μη με πούνε Μαρία παρά Φατουμέ! Καλό.

Και ανελογίσθη διά μιας τους φόβους του συζύγου της, — την φρίκην του ν' αρχίση από τον λεπρόν την εξάσκησιν των δυσχερών καθηκόντων του, — και την απόστασιν έως εις το άλλο άκρον της νήσου, όπου ο δυστυχής εκείνος διήρχετο τον έρημον βίον, — και τον πολύν καύσωνα της θερινής εκείνης ημέρας. — Ετελείωσαν, μου φαίνεται, τα ψωμιά του, υπέλαβεν ο χωρικός.

Πρέπει να ήτο αργά κατά την φθινοπωρινήν εκείνην εσπέραν όταν εισήλθε και πάλιν εις το πλοιάριον, και διέταξε τους μαθητάς Του να διευθύνωσι τον πλουν προς την Βηθσαϊδά την Ιουλιάδα, κατά το βόρειον άκρον της λίμνης.

Ο γέρων ητοιμάζετο να εξέλθη εις συνάντησιν του δημάρχου, όπως αναγγείλη αύτω την χαρμόσυνον είδησιν και τον αστείον της διασώσεως του θυσαυρού τρόπον, ότε η Γερακούλα βλέπει έξωθεν της οικίας τωνέκειτο έξω εις το άκρον της πόλεως, εν τη κεντρική προς τας εξοχάς οδώδιερχομένους τον δήμαρχον και τον ηγούμενον, οίτινες πλήρεις κόνεως και ακανθωτών κολλητσίδων εις τα ενδύματα, κάθιδροι και καταπεπονημένοι, επανήρχοντο κατηφείς εκ της ακάρπου καταδιώξεως των ληστών.

Ερωτώ: — Ποία είσαι συ, ω σκιά παράδοξος, ήτις αφώπλισες την Σοφίαν, και με το δόρυ αυτής απειλείς να διαπεράσης τον ήλιον και να αιματώσης την γην; Δεν απαντά· αλλ' εκτείνει δάκτυλον, φέροντα όνυχα μαύρον, και μου δεικνύει οδόν μακράν και ομαλήν, αλλ' οδόν χωρίς άκρον και τέρμα και σταθμόν αναψυχής, χανομένην εις του ορίζοντος τα βάθη. — Προχώρει, λέγει. Η οδός μου ιδού.

Η περίπτυξις του Μανώλη εχαλαρώθη διά μιας, η δε Πηγή δυνηθείσα ούτω να διαφύγη ετράπη εις φυγήν. Αλλ' ο Μανώλης, αφού παρετήρησεν εις τα πέριξ και δεν είδε τον Στρατήν, έδραμε κατόπιν αυτής και εις το άκρον του αγροκηπίου την συνέλαβεν, — Άφησέ με, Μανώλη, γιατί θα σκοτωθώ, είπεν η κόρη ασθμαίνουσα και με τα μάτια γεμάτα δάκρυα. Αλλ' ο Μανώλης ούτε ήκουεν, ούτε έβλεπε πλέον.

Η δευτέρα δύναμις του αριθμού δύο αποτελεί το μέσον μεταξύ αυτών των δύο και εξ ίσου είναι μεγαλειτέρα του μικροτέρου όσον και μικροτέρα του μεγαλειτέρου και ο μέσος όρος κατά την ιδίαν αναλογίαν είναι μεγαλείτερος από τον ένα άκρον και μικρότερος από τον άλλον.

Και μετ' ολίγα λεπτά αι δύο κορασίδες ανέβαινον τρέχουσαι τα σκαλοπάτια της οικίας του καπετάν Αλέξη. Η Χ. ήτον χλωμή, λευκή και λεπτοφυής εις άκρον. Ταχέως εξετελέσθη το πείραμα. Η μικρά παιδίσκη επί ώραν εκράτει έν εικόνισμα με τας δύο χείρας της.

Παρά την πολίχνην Βιλλνεύφ, εις το άκρον της λίμνης της Γενεύης εστάθμευε το ατμόπλοιον, το οποίον εις ημισείας ώρας ταξείδιον από εδώ προς την Βεβαί προσορμίζεται κάτω του Μοντρέ.