United States or Iraq ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μολαταύτα, για να μη βασιλεύη πεια από δω και πέρα στης χώρες της Ιρλανδίας και της Κορνουάλλης το μίσος αλλά η αγάπη, μάθετε ότι ο Βασιληάς Μάρκος, ο αγαπητός μου κύριος, θα την πάρη γυναίκα.

Φαίνονται οι χώρες του Χαγάνου, οι χώρες του Θεομίσητου, του Ζάρακα, του Μήτρου Γλάμη κι αλλουνών. Ένα προς ένα ξεχωρίζουν τα παλάτια τα δικά τους και τα χαμώγεια των κολλήγων τους. Απόπερα στη ρίζα της ομάλιας τρεμολάμπει σα νιόβγαλτο αστέρι και το σπιτάκι του Ευμορφόπουλου. Δίπλα στο σπιτάκι κι απάνου σ' ένα θεόχτιστο κοτρώνι, ξεχωρίζουν κάτι χτίρια μισά και σαραβαλιασμένα.

Κι' αν οι οχτροί μας μελίσσι πέσουνε στη χώρα μας, καλώς τους να κοπιάσουν. Το χέρι ετούτο δεν απόκαμε ποτέ κρατώντας τάρματα. Κι' αν θέλη ο βασιλιάς ο πατέρας μου να κάνη χάρισμα στους οχτρούς του, έχει χώρες και θησαυρούς κι' ας τους χαρίση. Κι' αν θέλη να διαφεντέψω τη χώρα του, το αίμα μου είναι δικό του κι' ας το χύση στα πόδια τους.

Καταπονιέται ο Λικίνιος κι αναγκάζεται ναφήση του Κωνσταντίνου Ιλλυρία, Μακεδονία, καθαυτό Ελλάδα, κι άλλες μερικές χώρες. Μα μήτ' αυτό δεν τη σταμάτησε την ορμή της Μοίρας που τον έφερνε, όλο τον έφερνε τον Κωσταντίνο στη δύναμη και στη δόξα.

«Εσυνάθροισα εις όλην μου την ζωήν ετούτα όλα τα πλούτη, που είνε εδώ· επήρα χώρες και κάστρα τα οποία τα ελιμούργιαξα απέκτησα βασίλεια, και εκατατρόπωσα όλους τους εχθρούς μου· μα όλες μου αι δυνάμεις έδωσαν τόπον εις εκείνες του θανάτου.

Ο τέταρτος είπε: — Είμαι βασιλιάς των Πολάκων· η τύχη του πολέμου μου στέρησε τις κληρονομικές μου χώρες κι' ο πατέρας μου έπαθε το ίδιο· αφήνομαι στη Θεία Πρόνοια, όπως ο Σουλτάνος Αχμέτ, ο αυτοκράτορας Ιβάν κι' ο βασιλιάς Κάρολος Εδουάρδος, στους οποίους άμποτε ο Θεός να δίνει χρόνια πολλά· κ' ήρθα να περάσω τα Καρναβάλια στη Βενετία.

Θαρρώ δεν πολυπροκόβουνε στις χώρες αυτά τα βουνήσια τα λούλουδα. Εκεί βλέπεις άλλα. Εκεί είναι πολιτισμός. Εκεί μόλις και νοιώση ο καλός ο νοικοκύρης πως σιμώνει το τέλος του, δίνει το μισό το είναι του σ' ένα σπιτάλιο και τελειώνει. Έτσι τελειώνει κ' η κοκώνα του να πάει στο θέατρο, την ώρα που κάθεται η νοικοκερά μας κι ακούγει γειτόνισσες.

Μάταια ψάξανε όλο το παλάτι. Πουθενά δεν εβρεθήκανε. — Αλλοίμονο! είπε η βασίλισσα. Με τούτα τα μαργαριτάρια, κι' αν οι οχτροί πατήσουνε τη χώρα μας, πάλε μπορούμε να την ξαγοράσουμε. Κι' αν πάρωμε εμείς τον πόλεμο, με τέτοιο πλούτος τόσες κι' άλλες τόσες χώρες αγοράζομε. Κ' έκλαιγε μοναχή της και φοβότανε να πη το χάσιμό της. Σαν είδε κι' απόειδε ξεμολογήθηκε μια μέρα το χάσιμό της στο βασιλιά,

Οι Σφακιανοί στα όρη κρυμμένοι, οι χώρες και τα χωριά καμένα, οι εκκλησιές γκρεμησμένες, άλλη δουλειά για ταγρίμια του ο Χουσεήνης δεν είχε· τους άφινε λοιπόν και ραχατεύανε ώσπου νάρθη η μαύρη η ώρα και του Μωριά.

Έδιωξε τους μάγους και τους σοφούς ο Ρήγας και πήρε το μονάκριβό του και τράβηξε σε μακρινό ταξίδι, μήπως και τα θαύματα του κόσμου και οι τέχνες των ανθρώπων, στις ξένες χώρες, αναστήσουν την ψυχή του παιδιού του και δυναμώσουν το κορμί του. Πήρε το παιδί του ο Ρήγας, αρμάτωσε τη βασιλική του φρεγάδα και τράβηξε στο μακρυνό ταξίδι.