United States or United States Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνον αποκρήθη• 250 «Ευρύμαχε, τα δώρα μου, το κάλλος και το σώμα, οι αθάνατοι μου αφάνισαν απ' ότετην Τρωάδα με τους Αργείους έπλευσεν ο άνδρας μου Οδυσσέας. αχ! την ζωή μου αν έρχονταν να θεραπεύη εκείνος, και η δόξα μου θε ν' αύξαινε και θα 'σαν όλα ωραία. 255 τώρ' έχω λύπη, τι πολλά μώδωκε πάθ’ η μοίρα. ωιμέ, την ώρα 'π' άφινε την ποθητήν πατρίδα, το χέρι εκείνος μου 'πιασε με το δεξί του κ' είπε• γυνή μου, δεν στοχάζομαι πώς άβλαπτοι απ' την Τροία οι ευκνήμιδες οι Αχαιοί θε να γυρίσουν όλοι• 260 ότι ανδρειωμένοι λέγονται πολεμισταίς και οι Τρώες, 'ς τ' ακόντι καιτο τόξευμα• και ακόμ' είναι αναβάταις εις τ' ανεμόποδ' άλογα• και τούτοι αποφασίζουν ογλήγορα τον όμοιον αγώνα του πολέμου• όθεν δεν ξεύρ' αν ο θεός μ' αφήσ' ή αυτού θα πέσω 265την Τροίαν και ως προς όλα εδώ συ θα 'χης την φροντίδα.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ελπίζω τόσο μοναχά: όσο που να ’λθη ο βοσκός από τους αγρούς θενά προσμείνω. ΙΟΚΑΣΤΗ Καρδιά θε να ’χης να τον ’δης μπροστά σου, θάρρος; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Θενά σου πω: αν ο βοσκός τα ίδια συμπέση με σένα λόγια να μου πη που συ μου λέγεις, εγώ θα εγλύτων’ απ’ αυτήν την κακή τύχη. ΙΟΚΑΣΤΗ Ποιο ήταν εσύ που πρόσεξες απ’ όσα είπα;

Τότε η θεά του απάντησεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• «Θάρρου• ως προς τούτα παντελώς ο νους σου ας μη φροντίση• μόνον εδώ τους θησαυρούςτα βάθη του άντρου θείου ας αποθέσουμεν ευθύς, να τα 'χης φυλαγμένα• έπειτα πώς θα ευοδωθούν τα πράγματ' ας σκεφθούμε». 365

«Εις ό,τι λέγεις, τέκνο μου, απ' αίμα καλό δείχνεις• κ' είμαι αρκετός τ' άλογ' αυτά μ' άλλο να μεταλλάξω• και απ' όσα είναι στο σπίτι μου θησαυρισμένα δώρα, πανεύμορφο, πολύτιμο, θα σου φιλοδωρήσω. κρατήρα καλοκάμωτον θέλει σου δώσω, 'π' όλος 615 είναι αργυρός, κ' επάνωθε με χρυσωμένα χείλη, έργον του Ηφαίστου• ο Φαίδιμος ήρωας μου το 'χει δώσει, των Σιδονίων βασιληάς, 'ς την σκέπη του όταν ήλθα, διαβάτης εις τον γυρισμό• και συ να το 'χης θέλω».

Τώρα λοιπόν ό,τι ημείς διανοούμεθα έχει ως εξής: Περί της αρ- χής πάντων των πραγμάτων, ή περί των αρχών, ή όπως θέλει τις να εκφρασθή περί τούτων, τώρα δεν θα είπωμεν ουχί δι' άλ- λην αιτίαν παρά διότι είναι δύσκολον κατά τον παρόντα τρόπον του εκθέτειν τα πράγματα να δηλώσω την γνώμην μου.

Είπα, και μ' άσπλαχνη καρδιά μου αντείπ' ευθύς εκείνος• «και τον Ουδέναν ύστερον θα φάγω απ' τους συντρόφους• τους άλλους όλους πρότερα• ιδού ποιο θα 'χης δώρο». 370

Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνον αποκρίθη· «Την κλίνη θα 'χης πάντοτε την ώρα 'που η καρδιά σου θελήση, αφού τώρ' οι θεοί σ' αξίωσαν να φθάσηςτο σπίτι το καλόκτιστο, 'ς την γη την πατρική σου. και αφού θεός σου θύμισεν εκείνον τον αγώνα 260 ειπέ μου τον, και, αν ως θαρρώ, κατόπι θα τον μάθω, κακό δεν είναι τώρα ευθύς να μου τον φανερώσης».

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησεν εκείνης• «Ξένε, πολύ καλόγνωμα τα λέγεις, ως πατέρας εις το παιδί του, και απ' τον νου ποτέ δεν θα μου φύγουν. αλλ' έλα μείνε, μ' όση βια και αν έχηςτο ταξείδι, όπως αφού πρώτα λουσθής κ' ευφράνης την ψυχή σου, 310 γυρίσηςτο καράβι σου χαρούμενος με δώρο πολύτιμο πανεύμορφο, θησαύρισμα να το 'χης από εμένα, ως δίδουν τα των ξένων φίλοι ξένοι».

Βέβαια παράπονο μ’ εμέ για τις ειδήσεις που σου ’φερα δε θα ’χης° μα ο ίδιος τώρα κρίνε το πλοίο της πόλεως να κυβερνήσης. ΕΤΕΟΚΛΗΣ Ω θεομίσητ’ εσύ και πολύ θεοβλαμμένη του Οιδίπου, ω παντοδάκρυτη γενεά δική μου, ωιμέ! και πιάνουν τώρα οι πατρικές κατάρες.

Άφησε τώρα το ναό και τη δουλειά που κάνεις και, όπως ο πατέρας σου ποθεί, εις την Αθήνα έλα να πάμε, γιατί εκεί χαρά σε περιμένει, πλούτος πολύς, και μ' όλ' αυτά το σκήπτρο του γονειού σου Κανείς ποτέ δεν θα σε ειπή πως άνομα εγεννήθης, ούτε φτωχός• μα θα' χης συ κ' ευγένεια και πλούτη.