United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα χυδαία μάλιστα παντού τα φιλοξενίσανε, και στην ιστοριογραφία και στην επιστήμη· εννοείται, τα βάζουν εκεί που πρέπει κι όχι όπως τύχη, ξέρουνε και τα φέρνουνε με τρόπο.

Ο ΦΙΝΤΗΣ εργοστασιάρχης Ο ΣΤΑΥΡΟΣ γιος του. Η ΑΝΝΟΥΛΑ κόρη του, 1415 χρόνο. Η ΓΙΑΓΙΑ των παιδιών, πεθερά του Φιντή. Πόρτα στο βάθος• άλλες πόρτες, δεξιά κι αριστερά, που φέρνουνε στις άλλες κάμαρες κ' ένα παράθυρο που βλέπει στο δρόμο. Ο Φιντής διαβάζει μόνος μια εφημερίδα. ΥΠΕΡΕΤΗΣ Κάποιος σας ζητά, κύριε, από το εργοστάσιο. ΦΙΝΤΗΣ Εμπρός. Επιτρέπετε, κύριε Φιντή;

Να που πολεμήσανε μερικοί τους για τα καμαρωμένα μας τα «Προνόμια». Και τώρα, Δεσπότη μου και πατέρα, να Σου πω κ' έν' άλλο: Το ποίμνιό σου είναι καλά πρόβατα, μα πρόβατα που χρειάζουνται μερικά μαντρόσκυλα από σόγι, να τους φέρνουνε στον ίσιο το δρόμο, να φυλάγουνε μακριά και τους λύκους.

Με το αναστάτωμα, που φέρνουνε στο Δάφνη και στον Εύδρομο και στην οικογένεια του Λάμωνα τα καμώματα και οι πιθυμιές του Γνάθωνα, μας φανερώνεται καθαρά και του Λόγγου η αποδοκιμασία στις τέτοιες συνήθειες και στους τέτοιους ανθρώπους.

Όσο για τους άταχτους, άλλοι απ' αυτούς είταν ξένες φυλές αποκατεστημένες μέσα στον τόπο με τη συφωνία να φέρνουνε τόσους άντρες, άλλοι από φυλές γειτονικές, που τους έστελναν οι αρχηγοί τους του Αυτοκράτορα, με πληρωμή όμως από το δημόσιο ταμείο. Αίρουλοι, Γέπηδες, Λομπαρδοί, Ούνοι, Σαρακηνοί, Μαυρούσιοι κι άλλοι.

Γιατ' η γενιά των και των δυο κρατά απ' τον Ηρακλείδη και φθάνει λογαριάζοντας ως το στερνό Ηρακλέα. Όταν χορτάση πίνοντας το μυρωδάτο νέκταρ κ' έρχεται στης γυναίκας του να γύρη την αγκάλη, στον ένα τη φάρετρά του δίνει και το δοξάρι, στον άλλο δίνει το βαρύ με ρόζους ρόπαλό του. Κι αυτοί, κρατώντας τάρματα, τον φέρνουνε κ' οι δυο των το γυιό του Δία στην κάμαρα της ασπροπόδας Ήβης.

Ευλογητός ο Θεός! φώναξε· αφού είναι γερμανός, μπορώ να του μιλήσω. Ας τον φέρουνε στη φυλλωσιά μου. Αμέσως φέρνουνε τον Αγαθούλη σ' ένα κιόσκι με κολόννες από πράσινο και χρυσό μάρμαρο και με καφάσια, πούχανε μέσα παπαγάλους, κολύβρια, φραγκόκοττες κι' όλα τα σπανιώτερα πουλιά.

Κατάλαβαν ότι χωρίς άλλο κάνει άσχημους τους ανθρώπους και είχαν όλως διόλου δίκηο. Πολεμάμε να καλυτερέψουμε τη φυλή με καθαρόν αέρα, ελεύθερο φως ηλίου, υγιεινό νερό και φρικιαστικά γυμνά σπίτια για καλύτερη κατοικία των κατωτέρων τάξεων. Όμως αυτά τα πράματα φέρνουνε μονάχα υγεία, δεν παράγουν ομορφιά.

Δε θέλησε ο Νίκος να τους αποδείξη τίποτα για όσα γίνηκαν και τους τόδινε το κλειδί. . Σιγά-σιγά αρχίσανε να τονέ φέρνουνε βόλτα : κάτι καλημερούδια πονετικά, πίσω ατ’ το παντζουράκι, κάτι χαμόγελα ροδοζαχαρωμένα, κάποιος κεσές κυδώνι μπελτέ να γλυκαίνη το παιδί το στόμα του κάθε πρωί. . . Η γριά δα τόχε απ’ ανέκαθε μέσα στην καρδιά της το παλληκάρι για την προκοπή και την αξιάδα του. . και κάθε τόσο να του λέη για τη σχωρεμένη τη Βεργινία που στάθηκε άτυχη να μην τονέ χαρή τέτοιον αντρούλη που της χάρισε ο Θεός. . και πετούσε κι από 'ναν πούντο για τη Λιόλια που καλύτερα να μην ερχόταν ολότελα: όχι πως τα πίστεψε αυτά πούβγαλε εκείνη η φτειασιδωμένη, η διπλοχωρισμένη, η παλιογλωσσού η Ευρυδίκη, αλλά γιατί να δίνης αφορμή. . . Νά, αυτό το λιγοστό που της έκανε της Βεργινίας η μικρή, τάχα δε θα τόκανε κ' η Μπιμπίκα της- πούναι και τόσο ψυχοπονετικιά! και χωρίς κανένα έξοδο.

Μόνον οι Μούσες φέρνουνε τη δόξα στους ανθρώπους, και τα πολλά τα χρήματα, που οι πεθαμμένοι αφήνουν, τα τρώνε και τα χαίρονται όσοι απομένουν πίσω. Μ' αν θέλης το φιλάργυρο να τόνε μεταλλάξης είνε σαν να σου πέρασε να πας στο περιγιάλι και να μετράς τα κύματα που στέλνει εκεί ο αγέρας, ή σαν να θες με το νερό ν' ασπρίση η μαύρη πέτρα.