United States or Saint Kitts and Nevis ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου είπε κρυφάτο αυτί: — Πάρε την, κουζούμ· πάρε την, κουζούμ. Κουζούμ, πάρε την. Θα με θυμάσαι! Ήτο από αγνόν χρυσίον όλη. Υπήγαν εις αδαμαντοπώλην επίσημον και την εδοκίμασαν. Χρυσίον εικοσιτεσσάρων καρατιών. — Έχω εγώ το μέσον να την πωλήσω, κουζούμ. Αλλά θέλω να την πάρης εσύ. Ξέρεις τίποτε, κουζούμ; εψιθύρισε κρυφά εις το ους του Λαλεμήτρου ο Εβραίος. Ήτανε μέσα σε δικά σας άγια πράγματα.

Υπήγαν ίσα προς το χαμόμηλον, το οποίον δεν εκαταλάμβανε τι το θέλουν. — Απ' εδώ να εβγάλωμεν χόρτον διά την κίχλαν είπε το μεγαλείτερον αγόρι. Και έκοψε έν τετράγωνον τριγύρω εις το χαμόμηλον, και με το ψαλίδι το εχώρισεν από την γην και το ανεσήκωσε. — Κόψε το άνθος, είπε το μικρόν αγόρι. Και έτρεμεν από τον φόβον του το χαμόμηλον, διότι θ' απέθνησκεν, αν το έκοπταν.

Εκεί αυτοί επούλησαν τα άλογά τους, και έζησαν με πολλήν ανάπαυσιν, έως που είχαν δηνάρια· και σώνοντάς τα εσηκώθησαν από εκεί, και υπήγαν παρεμπρός εις τες τέντες των προεστών· εκεί εμπήκαν εις μίαν τένταν που ήταν επιταυτού διά τους πτωχούς ξένους, και εκεί έμειναν χωρίς καμμίαν βοήθειαν. Ο Καλάφ απεφάσισε και επήγαινε διά να ζητήση ελεημοσύνην.

Υπήγαν λοιπόν και οι δυο εις την γέφυραν. Τα δε πρόβατα, τα οποία ήσαν διψασμένα, άμα είδαν τον ποταμόν έτρεξαν να ποτισθούν. Βλέπεις πώς τρέχουν; είπεν ο μικρός Κλώσος. Θέλουν να χωθούν εις τον ποταμόν πάλιν. — Στάσου να υπάγω πρώτα εγώ, διά να μη σε δείρω, είπεν ο μεγάλος Κλώσος. Και εχώθη μέσα εις τον σάκκον, τον οποίον ο μικρός Κλώσος είχε βάλει εις την ράχιν ενός μεγάλου προβάτου.

Έπειτα εβγήκαν από αυτό και υπήγαν εις την μάνδραν, όπου ήτον περισσότερον από τριακόσια ελάφια. Η αδελφή της Μερχάνης τα έκαμεν ευθύς να λάβουν την φυσικήν τους μορφήν, με τον ίδιον τρόπον που είχε κάμει του Σειρμώγ. Και καθώς ελάβαιναν την μορφήν τους έπεφταν εις τους πόδας της ευεργέτιδός τους διά να την ευχαριστήσουν καθώς έπρεπεν.

Εις ετούτα τα λόγια, που έπρεπε να τους αντραλώσουν, έλαβαν την αγνωσίαν να αποκριθούν τοιούτης λογής· ω κλέπτη, ω φονέα, ποίος είσαι εσύ, και από πού έρχεσαι; ποία διαμάντια, ποίες πραγματείες έχομεν ημείς εδικές σου; Έτσι λέγοντας άρχισαν να με δέρνουν, έπειτα βλέποντάς με πως ήθελα να τρέξω εις του Κατή διά να τους εγκαλέσω, επρόλαβον τον καιρόν, και υπήγαν αυτοί πρώτοι εις αυτόν, του οποίου έδωσαν να καταλάβη πολλά εναντίον διά εμένα και έπειτα, διά να γένη πλέον ωφέλιμος προς αυτούς, τον εδώρισαν διάφορα πετράδια, τα οποία λογιάζω να ήταν όλα από τα εδικά μου.

Αυτός είδεν εις τήνε μέσην ένα κρεβάτι υψηλόν, εις το οποίον ήτον το βασιλόπουλον που ανέμενε τον θάνατον και ύστερα από τόσες παράταξες, και φωτοχυσίες, και άλλα, ανέβη ο τζελάλης και του έκοψε το κεφάλι· έπειτα υπήγαν τέσσαρες ιερείς Κινέζοι, και του εσήκωσαν το κορμί με μεγάλην παρρησίαν, να το θάψουν εκεί που είχαν θαμμένα και τα άλλα βασιλόπουλα.