United States or Iran ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σε όχτη απάνω στέκοντας γυρτός κι' ακουμπημένος, 555 Στο τρομερό κοντάρι του, κι' από θυμό αναμμένος, Αυτός ατός του υπόσχονταν, αβοήθητος, μονάτος Των Μπακακάδων τη φυλή να σβύση κατακράτος.

Η χαρά του όμως έσβησε αμέσως, ξαφνικά, όπως είχε ανάψει και ξαναβρέθηκε στην έρημό του, στη θάλασσά του, στο μυστηριώδες και τρομερό ταξίδι του προς τη θεία τιμωρία.

Και το αστραποφώτισμα τόρα άνοιγε έξω στο νυχτερινό σκοτάδι κάθε τόσο τρομερό χάος από βροχή ηλεκτροφωτισμένη. Και η κραυγή εκείνη έξω πάντα επίμονη, ακούραστη, πάντα γεννώντας τη φρίκη και την ανατριχίλα, αντηχούσε παράξενη, περονιάζοντας το κορμί της και τη ψυχή της.

Τo στόμα της έδειχνε κυρτωμένο σ' ένα τόξο, που θάτον ακόμα πιο τρομερό αν ήτονε γέλοιο κι όχι κλάμα βαστηγμένο μιας ψυχής που σπάραζε . . . Τώρα ο Νίκος ερχόταν το απόγεμα από νωρίς στο σπίτι πολλές φορές και δε ματάβγαινε καθόλου ύστερ’ απ' το γιόμα.

Του κάκου ζητήσαμε, ας είταν και μια φορά, τον ηρωισμό, την αρετή, το κατιτίς εκείνο που τον έκαμνε τρομερό τον Ελληνισμό και στα περασμένα, μα και πολύ κατόπι, όταν κακό μεγάλο τη φοβέριζε την Ελλάδα. Κι ο λόγος πια τώρα δε φαίνεται δυσκολοξήγητος.

Εξόν από τον τρομερό και άσκοπο κόπο που επιβάλλει στο παιδί, να μάθει δηλαδή μια γλώσσα, που δεν είναι δική του, και να τη βάλει στη θέση της δικής του, παραφορτώνει κιόλας και παραγεμίζει το μυαλό του παιδιού μ' έναν αρμαθό άταχτες, περιττές κι ασύνταχτες γνώσες, με το σκοπό να κάνει το παιδί άξιο για τι νομίζετε; Για να α ν α β ε ί σε ανώτερα σκολεία.

Τον συγκινούσε τόσο, όταν συλλογιζότανε την τύχη της μικρής κοκκινόσκουφης, είχε τόσο φόβο από τον τρομερό λύκο και θύμωνε τόσο μαζί του. Ήθελε να γίνη μεγάλος και να πάη να τον βρη να τον σκοτώση. Έπειτα παίζανε με τη μαμά. Παίζανε πως ο Σβεν έγινε μεγάλος και ταξίδεψε και πως η μαμά καθότανε μόνη και τον περίμενε.

Αργότερα ένας νέος παροξυσμός του πόνου τον έκανε να διπλωθεί στα δυο και να μελανιάσει και ενώ οι κυράδες του έστελναν να φωνάξουν το γιατρό εκείνος άρχισε να παραληρεί. Η κουζίνα γέμιζε με φαντάσματα και το τρομερό ον, που δεν έπαυε να τον χτυπά, του φώναξε στο αυτί: «Εξομολογήσου! Εξομολογήσου

Εγώ φταίω που έγραψα τέτοια λέξη· άλλη δε βρίσκω και για να με καταλάβης, έπρεπε καμιάν άλλη να βρω. Απελπισμένη καρδιά είναι η καρδιά εκεινού που το πάθος, κανένα τρομερό, άγριο πάθος του μανίζει στα σωθικά του.

Και αφού τέτοιας λογής ήταν η πρόθεση των άλλων, ανάγκη πάσα να ταιριάζαμε και μεις την πολιτική μας ανάλογα. Ως τόσο καλά. Έγινε ό,τι έγινε. Διώχτηκε, ξεπαστρεύτηκε ο Τούρκος από την Ευρώπη, εξόν από μιαν ασήμαντη λουρίδα γης στη Θράκη. Τώρα έρχεται η μοιρασιά στη μέση, το φάσμα το αθώρητο, το τρομερό.