United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εσύ δεν έχεις την καρδιάν κάθ' ευχαρίστησίν μου να την φιλαργυρεύεσαι· να μου περιορίσης την συνοδείαν ή ποτέ να μου αυθαδιάσης· ή να μου κόψης την τροφήν, και ύστερον απ' όλα να κλείσης και την θύραν σου μη τύχη κ’ έμβω μέσα! Συ εννοείς πολύ καλά τα φυσικά σου χρέη, δεν λησμονείς τι απαιτεί και η φιλοστοργία, τι θέλει κ' η ευγένεια και η ευγνωμοσύνη.

Κανείς δεν ετόλμησε να αποδείξη ότι δεν έβλεπε τα φορέματα. Υπήγε λοιπόν ο βασιλεύς εις την παράταξιν με την συνοδείαν του, και όλοι εις τον δρόμον έλεγαν: «Τι μεγαλοπρεπή ενδυμασίαν φορεί σήμερον ο βασιλεύς! Τι ουράν έχει ο μανδύας του! Πώς του πηγαίνειΚανείς δεν ήθελε να προδοθή ότι δεν βλέπει τίποτε, διά να μη τον νομίσουν κουτόν ή ανάξιον διά την θέσιν του.

Ποτέ δεν φεύγω απ' αυτό του Σκότους το παλάτι. Εδώ θα μένω πάντοτε μαζή με τα σκουλήκια, που έχεις συνοδείαν σου. Εδώ, εδώ θα εύρω αιώνιον ανάπαυσιν. Εδώ θ' αποτινάξω απ' το τυραννισμένον μου κι' απηυδισμένον σώμα, τον βαρυτράχηλον ζυγόν του άστρου του κακού μου! Ιδέτε ύστερην φοράν, ω 'μάτια μου! Χαρήτε το ύστερον αγκάλιασμα, ω χέρια μου!

Ιδέ, της νύκτας έσβυσαν οι λύχνοι ένας ένας, και τώρα ελαφροπατεί πασίχαρη η 'μέρα εις των βουνών ταις κορυφαίς ταις παχνοσκεπασμέναις. Πρέπει να φύγω να σωθώ· αν μείνω θ' αποθάνω. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Το 'ξεύρω 'γώ· το φως αυτό ξημέρωμα δεν είναι· είναι μετέωρον λαμπρόν οπού ο ήλιος χύνει, να έχης λαμπαδόχυτην μαζή σου συνοδείαν, και να σου κάμη φωτερόν της Μάντουας τον δρόμον.

Εξεκίνησε λοιπόν κατά τον μήνα Ιούνιον η μητέρα με το παιδί και με συνοδείαν δυο κυνηγών και ήρχετο προς το Γκρίντελβαλντ διά του Γκέμμι.

Αφού δε και εις την αρχήν της ομιλίας μας είπες ότι θεωρείς προτιμοτέραν από την όρχησιν την τραγωδίαν και κωμωδίαν, τους κυκλικούς αυλητές και την κιθάραν, τα οποία ως αποτελούντα μέρος των αγώνων απεκάλεσες σοβαρά, ας συγκρίνωμεν έκαστον εξ αυτών προς την όρχησιν. Αν θέλης όμως, ας παραλείψωμεν τον αυλόν και την κιθάραν, διότι αποτελούν την συνοδείαν της ορχήσεως.

Αλλά μια είδηση του φάνηκεν εντελώς ακατανόητη: ΣΙΓΑΡΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ ΥΠΟ ΣΥΝΟΔΕΙΑΝ «Χθες το απόγευμα ο μεγαλοβιομήχανος σιγαροποιίας κ. Λ. Μαθουρίκος εξετελώνισεν εκ του Τελωνείου μίαν σιγαροποιητικήν μηχανήν.

Και μετ' ολίγας ημέρας επέπρωτο ο γέρων ούτος ναυτικός, όστις την πρωίαν εκείνηντις οίδε; — με την πένθιμον εκείνην ευθυμίαν του άλλην πρόθεσιν ίσως δεν είχεν, ειμή να υποδείξη το μάταιον και το συνθηματικόν και το αγοραίον πάσης ανθρωπίνης συνηθείας, ως και αυτής της νεκρωσίμου πομπής· ο γέρων ούτος, όστις δεν ήτο ειμαρμένον ν' αξιωθή ούτε της εσχάτης παραμυθίας, ούτε της κηδεύσεως, έμελλε να ίδη όλην την φοβεράν, την δαιμονιώδη πομπήν, όλων των στοιχείων τ' ουρανού, των ανέμων, των κυμάτων την φρικώδη συνοδείαν ορχουμένην μανιωδώς περί την γηραιάν κεφαλήν του, γύρω εις την λευκήν ακτένιστον κόμην του· κ' έμελλεν εν τριγμώ αλύσεων και τροχαλιών και αρμένων να καταποντισθή εις το κύμα «άψαλτος, ασαβάνωτος, αμοιρολόγητος».

Υπήγε λοιπόν με εκλεκτήν συνοδείαν και με τους δύο του υπουργούς, τους οποίους είχε στείλει πριν, και ήυρε τους δύο αγύρτας, οι οποίοι χωρίς στημόνι και χωρίς υφάδι επροσποιούντο ότι υφαίνουν επάνω και κάτω. — Δεν είναι ωραίον τω όντι; εφώναξαν και οι δύο υπουργοί. Παρατηρήσατε, Μεγαλειότατε, το σχέδιον και τα χρώματα.

Ετοίμασε τα της αναχωρήσεώς σου· έκλεξε την συνοδείαν σου και δαπάνησε οσαδήποτε θελήσης. ΕΡΩΣ. Ο Καίσαρ και ο Λέπιδος εκήρυξαν πόλεμον κατά του Πομπηίου. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Αυταί είναι παλαιαί. Ποία υπήρξεν η έκβασις;