United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν φθάσαντες εις το δεύτερον στάδιον αναμνησθώμεν των συναισθημάτων όσα εδοκιμάσαμεν εις το πρώτον, είναι δυνατόν να υποθέσωμεν ότι θα ευρίσκωμεν πολύ πλούσια συναισθήματα εις αναμνήσεις του πέραν του κόσμου τούτου. Και το βάραθρον λοιπόν αυτό τι είναι επί τέλους; Πώς τουλάχιστον να ξεχωρίσωμεν τα σκότη, μεταξύ αυτού του σκότους και του σκότους του τάφου;

Η Ζεμπρούδα με τούτα τα υστερινά λόγια ετελείωσε διά να συγχίση τον νουν του Κατή. Όχι, όχι απεκρίθη αυτός, δεν αποθαίνεις, ούτε θέλεις πλέον κάμει την ζωήν που έως τώρα έκαμες. Δεν στέκει παρά εις εσένα το να έβγης από τα σκότη που σκεπάζουν την ωραιότητά σου, και να γένης εις τούτην την ίδιαν ημέραν, γυναίκα του Κατή του Μπαγδατιού.

Σίγα λοιπόν και φέρε την χείρα εις τους οφθαλμούς σου τους τυφλούς, και όπλισε με αληθείς πτέρυγας την ψυχήν σου, και πέταξε πρώτον υψηλά, πολύ υψηλά, διά να θεωρήσης καλώς προς τα κάτω· και άφες, εάν δύνασαι, των οφθαλμών σου την αχλύν, ίνα καταπέση ως φθινοπωρινής πρωίας ομίχλη, όταν αι ακτίνες του ηλίου εξαποστέλλουσιν αυτήν ως σκιεράν θεραπείαν εις τα σκότη της νυκτός. . .,

Αλλ' ο Βιτέλλιος έρριψεν έν βλέμμα εις τον Αντίπαν, ο οποίος επανέλαβε παρευθύς το πρόσταγμά του. Τότε ο Ιωακείμ εστήριξε τας δυο του χείρας επί της θύρας η οποία υπεχώρησεν εντός των τοίχων. Πνοή ανέμου θερμού εφύσησεν από τα σκότη. Στενός διάδρομος σχηματίζων καμπύλην έφερε προς τα κάτω. Επροχώρησαν και έφθασαν εις το κατώφλιον ενός σπηλαίου πολύ ευρυχωροτέρου από τα άλλα υπόγεια.

Πάντα με σπρώχνει προς σπουδήν η δυσειδής σου θέα, αν και θυμώνω διαρκώς μ' αυτόν τον Προμηθέα, που με το πυρ των ουρανών διέλυσε τα σκότη και πρώτος επολέμησε τον νου μας να 'ξυπνήση, κι' αν 'τύχαινε 'στά χέρια μου το μαύρο του σηκότι θα τόδινα 'στόν μάγειρα να μου το τηγανίση. ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Η έρευνα το πνεύμα σου σφοδρώς ας συνταράττη, και τας γυναίκας θα ιδής ν' ανακαλύψουν κάτι.

Αλλά τα σκότη της ζωής δεν θα τα υπέμενεν. — Είνε άλλο χειρότερο! διέκοψεν η θεια-Αννούσα πάλιν. Ένα ξύλο κούτσουρο είνε ο τυφλός. Η Θωμαή εδιακόπως έκλαιε. — Τυφλός, θεέ μου, εκραύγαζα, τι να κάμω εις τον κόσμον; εξηκολούθησεν ο Λαλεμήτρος.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Καύσον, ήλιε, την μεγάλην σφαίραν, εντός της οποίας περιστρέφεσαι! σκότη, καλύψατε την άστατον παραλίαν του κόσμου! ω Αντώνιε! Αντώνιε! Αντώνιε! Βοήθησέ με Χάρμιον, βοήθησον Ειράς, βοηθήσατε και σεις φίλοι, διά να τον σύρωμεν. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Σιωπή. Δεν κατέβαλε τον Αντώνιον η ανδρεία του Καίσαρος, αλλ' ο Αντώνιος ενίκησεν εαυτόν.

Την ημέραν η σκέψις αύτη ήτο υπερβολικός τρόμος, αλλά την νύκτα έφθανε σχεδόν εις τον παροξυσμόν. Όταν τα δύσμορφα σκότη εκάλυπταν την γην, φοβούμενος εις κάθε μίαν σκέψιν μου από ταύτας έτρεμα, έτρεμα σαν τα πούπουλα που τρέμουν επάνω εις τα κοράκια.

Μόνον ο καταρράχτης της σιμοτινής λαγκαδιάς θορυβούσε τα σκότη. Φυφύριζαν τα βρεμμένα ξύλα της πύρας μας κ' η απλωτερή λάμψη της έβαφε με το πορφύρινο χρώμα της τα κοτρώνια και τες όψες μας, που καθόμασταν αραδαριά σταυροπόδι ολόγυρά της. — Τι χάση κόσμου που ήτον αυτή! Λέει ο Μπαρμπούτας, αναγυρίζοντας τα σύδαυλα της φωτιάς. — Τέτοια νεροποντή ποτέ δε με μετάχε βρη, λέει ο Πολιάνος.

Το άστρον της Ανατολής έσβυσε πλέον. Οι μάγοι με τα δώρατα τρία σύννεφαεγύρισαν οπίσω σαν να έχασαν τον δρόμον. Είχεν εξημερώσει. Διαταγή του νέου Μητροπολίτου είχε καταργηθή η νυκτερινή ακολουθία των Χριστουγέννων διά παντός. Ήλθαν και μου είπαν. — Όχι μέσα εις τα σκότη! Με τον ήλιο! Αι κατακόμβαι δεν υπάρχουν πλέον! . .