United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ποιος ξέρει, γιατρέ, τι μελετάει η Μοίρα; Ίσως ένα ξαναγέννημα, ένα ξανάνθισμα, ένα θαύμα .. . ΜΙΣΤΡΑΣΜην αφίνεις να σε σέρνη η φαντασία σου. Το καλύτερο πούχεις να κάνης είναι να φύγης με το πρωινό βαπόρι. Να φύγης το γρηγορώτερο . . . ΣΚΗΝΗ ΟΓΔΟΗ Οι παραπάνω Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ Είμαστε για ταξίδι πάλι; ΦΛΕΡΗΣΌχι. Ποιος είπε για ταξίδι; Τι θέλεις πάλι εσύ εδώ στη μέση;

Αλλ' η Πηγή εύρεν αφορμήν να διακόψη την στενόχωρον σιωπήν: — Εβάρηκες; τον ηρώτησεν. Ο Μανώλης απήντησεν αρνητικώς πλαταγίσας την γλώσσαν. Και τότε πρώτην φοράν συνηντήθησαν επί μίαν στιγμήν τα βλέμματά των. Έπειτα επήλθεν εκ νέου σιωπή. Αλλ' η Πηγή εύρε πάλιν κάτι να είπη: — Και πούχεις καλλίτερα, Μανωλιό, στο χωριό γή στα ωζά; — Καλλιά 'νε στο χωριό, απήντησε.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Έννοια σου, φίλε, κι' αρκετά μούκαμες συ κυλίματα με τα δικά μου χρήματα, σε άλλους δίκες να χρωστώ, και για τους τόκους πάλι που έγιναν, ενέχυρα να μου γυρεύουν άλλοι. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Κάποιος δικαστικός κλητήρ μ' εδάγκωσε στο στρώμα. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Μπορείς και να κοιμάσαι, μα τούτο να θυμάσαι: τα χρέη πούχεις βάλη, μια 'μέρα θα σου σωριασθούν απάνω στο κεφάλι.

Σα φάγανε και ήπιανε, ο Μοναχάκης στριφογύρισε μια το κομπολόι στον αέρα. — Κάτι θα σου πω, Γιαλή, είπε. — Ό,τι θέλεις, Μοναχάκη. Χατήρι δικό σου δε χαλάει. — Το μπρίκι πούχεις στα σκαριά κάθισε στην καρδιά μου. — Το καμαρώνω εγώ που τώκανα, είπε ο Γιαλής. Πετυχημένο καράβι Όλα δεξιά μου ήρθανε σε τούτο το καράβι Δε βαρυγκώμησα μια στιγμή απάνω του.

Όι, δεν κάνει, δεν κάνει, ψιθύρισε. Έπειτα είπε: — Από σένα, Γιώργο μου, πούχεις ψυχή άδολη και καθαρή, θακούσ' η χάρη τση. — Εγώ πιστεύω, Βαγγελιό, και πρέπει νάχης και συ πίστη. Το Ευαγγέλιο λέει ότι κι ως ένα σπόρο του συναπιού πίστη αν έχωμε, μπορούμε να μετακινήσωμε βουνό. Κεγώ έχω πίστη όχι όσο ο σπόρος του συναπιού, αλλά σα βουνό.

Τότε ο λεβέντης Έχτορας τ' απάντησε διο λόγια «Αία, αφού σούδωκε ο θεός κορμοστασά αντριοσύνη και γνώση, κι' είσαι στ' άρματα των Αχαιών ο πρώτος, τώρα τη μάχη ας πάψουμε τις λαβωσές τους χτύπους, 290σήμερα· απέ έπειτα ξανά χτυπιούμαστε ως που ο Δίας να μας χωρίσει, κι' ένας μας τη νίκη να κερδίσει· τώρα νυχτώνει, σαν καλό ν' ακούμε και τη Νύχτακι' εσύ στα πλοία πήγαινε και καλοκάρδισε όλους, κι' απ' όλους πρώτα, τους δικούς και τους συντρόφους πούχεις, 295 και πάλι εγώ μες στο καστρί του βασιλιά Πριάμου όλων θα γιάνω την καρδιά, κι' αντρών και γυναικώνε, που στους θεούς θα πρόσπεσαν, τι τρέμουν μήπως πάθω.

Και δε μου λες γιάειντα κλαις; Γιατί δε σ' αφήκα να κάνης τον μωρό, να σε χαϊδεύουνε, σαν όνταν εκατουργιούσουν απάνω σου; Είδες, μωρέ, άλλο τω χρονώ σου να τόνε βάνουν οι κοπελιές στην ποδιά τως; Δε θωρείς το μπόι σου; Εσύ 'σαι, μωρέ, μπλειο ντελικανής και θα σε παίζουν ακόμ' οι κοπελιές, σα μωρό, να σου λένε πως σαγαπούνε και πως θα τσι πάρης; Κρίμας και τα γράμματα πούχεις μαθωμένα!