United States or Albania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήθελε να νικήση και τον Κοντοπάνη και τον Δήμαρχο που τούκανε τον εχθρό. Ζήτημα, βλέπετε, φιλοτιμίας! Ύστερ' απ' αυτά, απόλυσε τον Σερέτη και έμεινε μονάχος. Είπε στον υποταχτικό του, το μικρό Αμβρόσιο, ξανθόμαλλο, παχουλό και αφράτο παιδί, πως θα κοιμηθή και να μην τονε ταράξη κανένας και μόνο σαν έλθη το Βαγγελάκι, ο γυιός του Μανάρα του χωρικού να τον ξυπνήση χωρίς άλλο.

Επέρασε το χέρι του τάσαρκο μες από το δίχτυ του φεγγίτη, κ' έπιασε της γυναίκας του το παχουλό χεράκι απόξω. Της τράβηξε τα χέρι καταμέσα τόσο, που ακούμπησαν στα βαριά σίδερα της πόρτας τα χυμερά κι αφράτα της στήθια· το ροδοκόκινο προσωπάκι της, ξαναμένο, εκόλλησε πάνω στα δίχτυ του φεγγίτη.

Δεν είν' άσκημη, βιάστηκα να πω. Καισθανόμουν τόση ντροπή, ως νάχα μολογήση πως εγώ ήμουν που την αγαπούσα. Αλλά κατά τον τελευταίο μήνα της διαμονής μου στην πόλη έτυχε και κάτι άλλο που τάραξε τους λογισμούς μου. Στο απέναντι μου σπίτι ήτον ένα ξανθό παχουλό κορίτσι, δέκα πέντε ή δέκα έξη ετών, που μούκανε προκλητικές εμφάνισες, όπως νόμισα τουλάχιστον.

Κρατούσε στα χέρια της ένα μεγάλο μάτσο από μενεξέδες και είχε τη ματιά της καρφωμένη απάνω στα λουλούδια, σαν να μιλούσε όλη την ώρα μαζή τους. Στο χέρι της, ένα άσπρο παχουλό χεράκι μια χρυσή βέρα άστραφτε στο μεσιανό δάκτυλο. Ένας επιβάτης είπε κρυφά στον άλλον: — Κάποια χήρα θα είναι. Ο άλλος του είπε, λιγώνοντας τα μάτια του : — Τι όμορφη που είναι!...

Για δείξε μου τι κεντάς αυτού. — Βρίσκουμαι στο τέλος· είπε απλώνοντας το κέντημα στα γόνατά της και παίρνοντας το βελόνι· βιάζομαι να τελειώσω σήμερα. Από δω κι ομπρός ποιος ξέρει τι θ' αρχινήσω. — Μπωμπώ! τι σκούρα κλωστή! έκαμε ο Δημητράκης ανατριχιάζοντας. — Σκούρα ναι· ταιριάζει με την υπόθεση. Και σύγκαιρα το παχουλό χεράκι ερράμφισε το μεταξωτό, σαν άσπρο περιστέρι απάνω στη χλωροσιά.