United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν ήλθεν η βροχή και μ' εμούσκευσε, και ο βορειάς μ' έκαμε να τρίζω τα 'δόντια, και ο κεραυνός δεν με υπήκουε να σιωπήση, τότε τους εμυρίσθηκα τι πράγματα ήσαν! Πηγαίνετετο καλό! Μου έλεγαν όλοι ψεύματα! Μου έλεγαν, ότι εγώ είμαι το παν. Ψεύματα! Ούτε τον παροξυσμόν δεν ημπορώ να νικήσω. ΓΛΟΣΤ. Την ενθυμούμαι την φωνήν. Την ήκουσα... Δεν είναι ο βασιλεύς;

Εις τον παροξυσμόν του, 'πού δεν έχει νόμον, καθώς άκουσε κάτι οπίσω απ' την αυλαίαν να σαλεύη, το ξίφος σύρει και φωνάζει· «ένα ποντίκι, ένα ποντίκι», και ως τον σπρώχνει ο μανιακός του φόβος, δίχως να τον βλέπη τον καλόν γέροντα φονεύει. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Βαρυτάτη πράξις! αυτό 'θελε γενήτο πρόσωπο μας , εάν ήμασθε αυτού. Πολλούς κινδύνους φέρνει η ελευθερία του, 'ς εσέ, 'ς εμάς, εις όλους.

Συχνοί αϋπνίαι, άτακτος δίαιτα, αλλόκοτοι λόγοι, μονήρεις περίπατοι, ταύτα ήσαν τα συμπτώματα, τα ελέγχοντα τον παροξυσμόν αυτού. Ο Γεώργιος Γεμιστός εύρε τον φίλον του εν τη αγορά Σπάρτης, όπου κατά μίμησιν των αρχαίων φιλοσόφων περιεπάτει ενίοτε. Εκάλεσεν αυτόν κατά μέρος και τω είπε: «Παράδοξόν τι μοι συνέβη την παρελθούσαν νύκτα.

Αλλ' όταν έμαθε την εξέγερσιν του Γάλβα και την προσχώρησιν της Ισπανίας, ο Νέρων εκυριεύθη από παροξυσμόν εμμανούς λύσσης.

Δυνάμεθα να υποθέσωμεν ωσαύτως ότι εχρησίμευσε διά να καταστήση όλους τους παρόντας μάρτυρας της κρατήσεώς Του, και ούτω να προλάβη το δυνατόν πάσης κρυφίας δολοφονίας ή απάτης. «Ιησούν τον Ναζωραίον», απήντησαν εκείνοι. «Εγώ ειμι», είπεν ο Ιησούς. Αι ήρεμοι αύται λέξεις επήνεγκον αιφνίδιον παροξυσμόν τρόμου.

Μου λέγουν ότ' ηκούσθησαν εις τον αέρα θρήνοι, κραυγαί θανάτου φοβεραί, ωσάν να προμηνύουν ελεεινήν καταστροφήν κι' ανήκουστα συμβάντατην δυστυχή πατρίδα μας. Κ' η Γη, καθώς μου είπαν, είχε κι' αυτή παροξυσμόν και έτρεμε! ΜΑΚΒΕΘ Αλήθεια, ήτο αγρία η νυκτιά! ΛΕΝΩΞ Η νεαρά μου μνήμη δεν ενθυμείται 'σάν αυτήν να ξαναείδε άλλην. ΜΑΚΔΩΦ Ω! Φρίκη! Φρίκη!

Το μέσον τούτο επέτρεπε να επιφέρωμεν και μερικάς οικονομίας εις το προσωπικόν των φυλάκων μας. — Και δεν μεταχειρίζεσθε κανέν είδος τιμωρίας; — Όχι. — Και δεν απεμονώνατε τους ασθενείς σας; — Σπανίως. Από καιρού εις καιρόν ασθενής τις ετύχαινε να προσβληθή από παροξυσμόν τρέλλας.

Καλλίτερα να ήμεθα με τους αποθαμένους, — μ' εκείνους που εστείλαμεντου τάφου την ειρήνην διά να ζήσωμεν ημείς τον βίον εν ειρήνη, — παρά τον νουν μας βάσανα αιώνια να τρώγουν Ο Δώγκαν αναπαύεταιτο μνήμα του. Κοιμάται· του βίου τον παροξυσμόν τον 'γλύττωσεν εκείνος· η προδοσία έκαμε ό,τι είχε να του 'κάμη.

Την ημέραν η σκέψις αύτη ήτο υπερβολικός τρόμος, αλλά την νύκτα έφθανε σχεδόν εις τον παροξυσμόν. Όταν τα δύσμορφα σκότη εκάλυπταν την γην, φοβούμενος εις κάθε μίαν σκέψιν μου από ταύτας έτρεμα, έτρεμα σαν τα πούπουλα που τρέμουν επάνω εις τα κοράκια.

Καταραμένον τρεις φοραίς παντός σκοπού το τέρμα, κατάρα σ' όλα τα ξυνά, 'στης ζάχαραις, 'στά κάντια, κατάρα σ' όσα οι γιατροί μας προσκολλούν 'στό δέρμα, βεντούζαις, καταπλάσματα, τσιρότα, βυζικάντια. Καταραμένος ο χορός, η μουσική, το μέλος, ό,τι γεννά παροξυσμόν κι' ερεθισμόν μας φέρνει, καταραμένοι όλοι σας, καταραμένον τέλος ό,τι μας δίνει την ζωή και ό,τι μας την πέρνει.