United States or Haiti ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, και κόσμο χάλασαν γύρω απ' τα ζήτω οι Τρώες. 310 Ζαβοί! τι η Αθηνά το νου τούς πήρε απ' το κεφάλι, και πήγαν με τον Έχτορα και τους τρελούς σκοπούς του, μα με του Πάνθου ούτε ένας τους το γιο π' ορθά μιλούσε. Τότε έφαγαν μες στο στρατό.

Τότες εκεί του Πάνθου ο γιος κατακαμαρωμένος παινέφτηκε με μια φωνή π' ακούστη απ' άκρη ως άκρη «Πιος είπε λέει πως άδικα μέσα απ' τη στέρια χούφτα του Πολυδάμα πήδηξε το χαλκωμένο φράξο; 455 Στη σάρκα κάπιος τ' άρπαξε, κι' απάνω του ακουμπώντας τώρα εγώ λέω θα κατεβεί ως στ' Άδη τα λημέρια

Του λιονταριού, της πάρδαλης δεν είναι τόση η τόλμη, 20 δεν έχει τόση ο ξεσκιστής αγριόχοιρος που μέσα στα στήθια η γίγισσα καρδιά του βράζει απ' αντριοσύνη, όση έχουνε περφάνια οι γιοι του Πάνθου οι φαντασμένοι.

Όμως αδιάφορος κι' ο γιος δεν έμεινε του Πάνθου άμα ο λεβέντης Πάτροκλος σκοτώθηκε, μον πήγε 10 κοντά του εκεί και στάθηκε και του Μενέλα τούπε «Θεόσπαρτε τ' Ατρέα γιε, Μενέλα πολεμάρχη, πίσω!

Μα τόδε του Φυλέα ο γιος κι' ομπρός πηδάει και ρήχνει, 520 μα δεν τον πήρετι έκανε παρέκει, κι' ο Απόλλος του Πάνθου γιο δεν άφινε να πέσει εκεί στους πρώτουςΜον μες στα στήθια κάρφωσε τον Κροίσμο, που βροντώντας πέφτει βαρύς.

Έτσι είπε, και τους Αχαιούς σκυλιάζει η παινεσιά του, μα απ' όλους πιότερο η χολή ταράχτηκε του Αία, 459 κι' ενώφεβγε γοργά γοργά, του ρήχνει το κοντάρι. 461 Μα ατός του ο γιος τ' απόφυγε του Πάνθου, μ' έναν πήδο στα πλάγια, κι' ο Αρχέλοχος, γιος τ' Αντηνόρου, αρπάζει το χτύπο... αφτόν μαθέ οι θεοί προτίμησαν να πέσει.

Κι' έπιασε πρώτα ο γνωστικός το λόγο Πολυδάμας, του Πάνθου ο γιος, τι μόνο αφτός θωρούσε ομπρός και πίσω. 250 Συντρόφοι αφτός κι' ο Έχτορας, μιας νύχτας είταν γέννες· αφτός στους λόγους, μα πολύ νικούσε στ' όπλο ο άλλος. Αφτός με λόγια γνωστικά τους μίλησε έτσι κι' είπε «Παιδιά, τα μάτια τέσσερα!

Αλλά τέλος πάντων αν συ, Χρυσοκόμη, ο οποίος ήσο υιός του Πάνθου, τόσον εξετίμας τον χρυσόν, δεν είνε και τόσον παράδοξον αλλά και ο πατέρας όλων των ανθρώπων και των θεών, ο υιός του Κρόνου και της Ρέας, όταν αγάπησε την κόρην εκείνην από το Άργος, δεν ευρήκε άλλο πράγμα ωραιότερον από αυτό εις το οποίον να μεταμορφωθή και να διαφύγη την φύλαξίν του Ακρισίουδιότι θα έχης βέβαια ακούση ότι μετεμορφώθη εις χρυσόν και εχύθη από την στέγην και έτσι συνευρέθη με την κόρην που αγαπούσε.

Τότες ο Αίας φώναξε στον άρχο Πολυδάμα «Λόγιασε εδώ, του Πάνθου γιε, και πες μου την αλήθια. 470 Τι λες; Αξιζει αφτός εδώ ο άντρας τ' Αρηλύκου τον άξιο γιό; Όχι ποταπός και ποταπώνε σπέρμα, Μον σα να φαίνεται αδερφός του ξακουστού Αντηνόρου ή γιος· τι εκείνου πιο θαρρώ κορμοστασά 'χει κι' όψηΈτσι είπε τάχαμα καλά τον ήξερεκαι πίκρα 475 μπήκε στων Τρώων την καρδιά.

Μα ναν το σώσει τρέχει ευτύς ο άξιος Πολυδάμας, του Πάνθου ο φιός, και ΄βαρεσε τον γιόνε τ' Αρηλύκου 450 δεξά στον ώμο, ως αντικρύ τρυπώντας του τον ώμο· κι' έπεσε εκείνος κι' έσφιξε τη γης στην αγκαλιά του.