United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΕΝΤ Δεν λησμονώ. Πλην κ' η οργή προνόμιον δεν έχει; ΚΟΡΝ. Και διατί να οργισθής; ΚΕΝΤ Διότι ένας δούλος, ωσάν αυτόν, φορεί σπαθί, ενώ τιμήν δεν έχει. Οι κατεργάρηδες αυτοί, με ψευτοχαμογέλια τα ιερώτερα δεσμά 'σάν ποντικοί τα τρώγουν, όσον κι' αν 'δέθηκαν σφικτά και λύσιμον δεν έχουν.

Και αυτής ο πολυμήχανος απάντησε Οδυσσέας• «Σεπτή θεά, μη μου οργισθής για τούτο• κ' εγώ ξεύρω 215 παρά πολύ 'που ταπεινή θα εφαίνονταν εμπρός σου η Πηνελόπ' η φρόνιμη, 'ς τ' ανάστημα, 'ς το κάλλος• κείνη θνητ' είναι, αθάνατη εσύ και αγέραστ' είσαι. αλλ' όμως πάντοτε ζητώ και θέλω εις την πατρίδα να φθάσω, της επιστροφής να ίδω την ημέρα. 220 και αν εις τα μαύρα πέλαγα θεός πάλι με κρούση, καρδιάν έχω φερέλυπη και θέλει το υπομείνω• ότ' ήδ' υπόφερα πολλά, πολλά 'χω κακοπάθει, ‘ς ταις μάχαις καιτα κύματα• και αυτό μ' εκείν' ας έλθη».

Τότε δε γίνεσαι ολοφάνερος ότι δι' όλα αυτά δεν θέλεις να κατακρίνης τους θεούς ως αιτίους ένεκα της συγγενείας σου, παρασυρόμενος, όμως από κάποιον παραλογισμόν και συγχρόνως μη δυνάμενος να οργισθής κατά των θεών κατήντησες πλέον εις το πάθημα, ώστε να φρονής μεν ότι υπάρχουν, αλλά ότι περιφρονούν και αμελούν τα ανθρώπινα πράγματα.

Είπε, και αυτής τα γόνατα κοπήκαν κ' η καρδία, 205 άμα της είπε ασάλευτα γνωρίσματ' ο Οδυσσέας· έκλαψεν, έδραμεαυτόν, κ' έρριξε ταις αγκάλαιςτον τράχηλόν του, εφίλησε την κεφαλή του κ' είπε· «Μη, Οδυσσέα, μ' οργισθής, συ των θνητών ο πρώτος εις κάθε σκέψιν· οι θεοί κακά μας εμοιράναν· 210 οι φθονεροί δεν θέλησαν την νειότη να χαρούμε αχώριστοι, ως να φθάσουμετου γήρατος την θύρα. τώρα μη μου χολεύεσαι, 'ς εμέ να μη θυμώσης, ότι άμα σ' είδα ταις χαραίς δεν σώκαμ', όπως τώρα· ξεύρεις, 'ς τα στήθη πάντοτε μου τρόμαζε η καρδία 215 μήπως κανένας των θνητών με λόγια μ' απατήση, ότι πολλοί σοφίσματα κακόβουλα οργανίζουν· ουδ' η Ελέν' η Άργισσα, του Δία θυγατέρα, ήθελε πέσει ερωτικάανθρώπου ξένου αγκάλαις, αν γνώριζ' ότι τ' άφοβα των Αχαιών αγόρια 220 οπίσω θα την έπαιρναν εις την γλυκειά πατρίδα.

Α ! να ο πατήρ σου ο αγαπητός, χαιρέτισε τον, κόρη μου. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Μητέρα μου, άφες με να τρέξω πρώτη να εναγκαλισβώ σφιχτά στήθος με στήθος τον πατέρα μου. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω άναξ Αγαμέμνων, πολύτιμε μου σύζυγε, ιδού ήλθομεν πισταί εις την πρόσκλησίν σου και πρόθυμοι. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Θέλω να εναγκαλισθώ, πατέρα μου, τα στήθη σου. Μη οργισθής δι' αυτό. Έχω τόσον καιρόν να σε ιδώ !