United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επροτίμησα δε την λέξιν φρύνος, εν ελλείψει ή εν αγνοία μου κοινής τινος ονομασίας προς διαστολήν αυτού από του κοινού βατράχου. Ε' εν πράξει Α', και Σκην. Τοιαύτα είναι η εκδήλωσις του έρωτος του Ρωμαίου εν τω χορώ του Καπουλέτου, ο μονόλογος της Ιουλιέτας, ότε περιμένει τον νυμφίον την εσπέραν του γάμου αυτής, και ο αποχωρισμός των νεονύμφων την επιούσαν πρωίαν.

Ο δε μονόλογος της Ιουλιέτας, ότε αναμένει τον νυμφίον, ανακαλεί τον εν χρήσει κατ’ εκείνην την εποχήν επιθαλάμιον ύμνον. Το θαυμάσιον τούτο χωρίον πρέπει ν' αναγινώσκηται, μάλλον δε ν' απαγγέλληται επί της σκηνής, μετ’ ευαισθησίας ενδομύχου, και αι προφερόμεναι λέξεις να εξέρχωνται των χειλέων ως αν ήσαν στοχασμοί σιωπηλοί.

Όσον και αν επιθυμή νεάνις τις να εύρη τους αγνοουμένους γονείς της, βεβαίως σφοδρότερον θα επιθυμή να εύρη ένα νυμφίον, όπερ είνε χρήσιμον εφόδιον του βίου, δυνάμενον να καταστή εν καιρώ ωφέλιμον. Ποία λοιπόν φύσις είνε αύτη; Ο φιλόσοφος ησθάνθη οίκτον προς την ατυχή κόρην. Προήχθη εις το συμπέρασμα ότι το ανθρώπινον τούτο πλάσμα ωνειροπόλει, αν και ήτο εγρηγορός.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ας πάη στην κατάρα του θεού, όποιος απ’ τ’ άγρια δεσμά ελύτρωσε τα πόδια μου τα τρυπημένα, ή μ’ έσωσε απ’ τον θάνατον χωρίς καλό με τούτο να μου κάμη. Γιατί τότε αν επέθαινα, δεν θα θλιβόνταν σήμερα οι φίλοι μου, κι εγώ δεν θα θλιβόμουν! ΧΟΡΟΣ Άμποτε να ’τον, όπως λες. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Έτσι δεν θα γινόμουνα φονιάς αυτού που μ’ έσπειρε, ούτε νυμφίον θα μ’ έκραζαν οι άνθρωποι της μάνας μου.

Κατ' αρχάς η γραία είχεν αντισταθή εις το μίασμα, έπειτα, με τον καιρόν, εκόλλησε και αυτή. Η Μελαγχρώ εφαντάζετο, έξαφνα, ότι ο αδελφός της θα της φέρη ένα πλούσιον, ευγενή άρχοντα από τας Αθήνας διά νυμφίον. Όταν έμαθεν ότι ο Τρικούπης ήτο άγαμος, πάραυτα συνέλαβε το όνειρον ότι ούτος θα ήρχετο να την ζητήση ως νύμφην· είτα η φιλοδοξία της έφθασε και μέχρι του Διαδόχου του Θρόνου.

Γενομένης δε μετ' ου πολύ και της αρετής αυτών γνωστής, οι γονείς πριν ή συζεύξωσι τα τέκνα αυτών, έδιδον ορέστειον μήλον εις την κόρην και πυλάδειον εις τον νυμφίον, όστις μετά το δείπνον τούτο ηδύνατο ν' απέλθη αμερίμνως εις την αγοράν ή το στρατόπεδον, ουδόλως κινδυνεύων εκ των Αιγίσθων, ως ουδ' η σύζυγος αυτού είχε τι να φοβηθή εκ του άσματος των σειρήνων της Λέσβου ή της Κορίνθου.

Ετούτος ο θηριώδης άνδρας μου, και άλλο τόσον κακότροπος, με το κακόν του φέρσιμον προς εμέ, με έκαμε περισσότερον να σε επιθυμήσω, και πάντα είχα την ελπίδα διά να σε ξαναϊδώ· μα η τύχη μου δεν άργησε να πληρώση έτσι ευτυχισμένα την επιθυμίαν μου, επειδή και ευρίσκω τον αγαπητικόν μου εις τον πλαστόν νυμφίον που μου εδόθη· ω συμβεβηκός θαυμάσιος! εγώ σχεδόν δεν ηξεύρω αν ημπορώ να το πιστεύσω.

Εκείνο όπερ τον εβίασε να τη προτείνη τον Μάχτον ως νυμφίον, ήτο η πεποίθησις ότι η νέα έτρεφε προς εκείνον τρυφερόν αίσθημα. Αλλά την στιγμήν ταύτην πρώτην φοράν συνέλαβεν αμφιβολίαν. Η παγερά εκείνη και αδιάλυτος ψυχρότης, ην έφερεν επί του κατηφούς προσώπου η Αϊμά, ήτο άλλως ανεξήγητος. Αφού εσκέφθη επί μικρόν ο Πλήθων, επείσθη ότι η Αϊμά δεν ηγάπα τον Μάχτον.

Διαβαίνουσα δε προ των σταύλων έλυσεν ένα των όνων, εφ' ου αναβάσα απεμακρύνθη του μυσαρού εκείνου καταγωγίου, όπου εκινδύνευσε να χάση την μόνην προίκα, ην είχε να προσφέρη εις τον ουράνιον αυτής νυμφίον. Περιττόν δε να προσθέσω ότι, παρελθόντος του κινδύνου και η γενειάς αυτής συνηφανίσθη. Αι σκιαί της νυκτός και τα δένδρα του δάσους ήρχισαν βαθμηδόν ν' αραιώνται.

Εκείνη πάλιν αναστενάζουσα μου λέγει· ίσως ήκουσες ποτέ τον μέγαν εκείνον Επιφύρμαρον βασιλέα του νησίου που ονομάζεται Βόρνεος· εγώ είμαι η βασιλοπούλα η θυγατέρα του, και εις τον καιρόν που ο πατήρ μου έκαμνε τους γάμους διά να με στεφανώση με ένα βασιλόπουλον εξάδελφόν μου, την πρώτην βραδιάν προτού να υπάγω εις τον νυμφίον μου εις τον νυμφικόν θάλαμον, ένα Τελώνιον με άρπαξεν από την μέσην των συγγενών μου, και ευθύς με έφερεν εδώ εις τούτο το παλάτι.