United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βάστα καλά! της έλεγε και ο Μπάρμπα-Σταυρής. Ιδών τότε ο Σπύρος ότι διά των απειλών ουδέν κατώρθου, αλλά μάλλον θόρυβος εγίνετο, απεφάσισε να μεταχειρισθή τας δεήσεις. Εις τα τοιαύτα, δεήσεις και δάκρυα, οι αργοί είνε θαυμάσιοι ημπορούν να κάμψουν και την σκληροτέραν καρδίαν, όχι την μαλακήν της Αρφανούλας καρδίτσαν όπου λαχταρούσε σαν του πουλιού.

Και ετράπη προς τα κηράδικα ο Μπάρμπα-Σταυρής, ενώ κατόπιν του έφθανον θρηνώδεις και πένθιμοι οι βραχνοί της ροκάνας του Σπύρου κροταλισμοί, θαρρείς κ' έκρωζον μαύροι κόρακες άνω του λευκού άστεως, μοιρολογούντες την τελευταίαν ημέραν του έτους.

Και με την κοντήν μπερτίτσαν της και τα μαύρο ψιάθινον καπελλάκι της απήλθε βιαστικά, ως πτηνόν κυνηγημένον και εισέδυσεν εις το εγγύς εκεί εργοστάσιον γυναικείων πίλων και ψευδοστεφάνων, ενώ ο Μπάρμπα-Σταυρής εξηκολούθησε: — Πέντε δραχμαίς αυτή η βλαχοπούλα, και μια δεκάρα ο κάθε γαμπρός ο γύψινος.

Πρώτην φοράν έβλεπεν αυτό το θαύμα, του οποίου εργάτης βεβαίως ήτο ο Μπάρμπα-Σταυρής ο Ξυλοπόδαρος, ο νέος θαυματουργός των Σεπολίων με τον ξύλινον πόδα του και με την ως ραβδίον πλήττουσαν ξυλίνην φιλοσοφίαν του. — Μου είπε να με διορίση από τώρα, εξηκολούθησεν ο Σπύρος, τελωνοφύλακα. Αλλά πού να τρέχω και να ξενυχτώ για τα λαθρεμπόρια.

Και ο Μπάρμπα-Σταυρής με τον ένα ξύλινον πόδα του, με δύο ξύλινα ραβδία επιστηριζόμενος επροχώρει προς την τράπεζαν, όπου η Αρφανούλα ετακτοποίει ακόμη τ' αθύρματα· έκυψε την τριγωνικήν μεγάλην κεφαλήν τουτην βάσιν προς τα άνω και την κορυφήν του τριγώνου προς τα κάτωακούμβησεν εις τα δύο ξύλινα ραβδία του, ως να ήθελε να ειπή τον Άη-Βασίλην, και ήρχισεν αμέσως ν' απαριθμή τας τιμάς των διαφόρων αθυρμάτων προς τον εκθάμβως χαίνοντα ανεψιόν του.

Η Αρφανούλα ένεκα συσσωρεύσεως παραγγελιών εν τω εργοστασίω, δεν έλαβε καιρόν να φροντίση εγκαίρως· και ούτως με την νέαν επιχείρησιν του αδελφού της εζημιώθη άλλας χιλίας δραχμάς. Επήγε να σκάση από τον θυμόν του ο Μπάρμπα-Σταυρής.

Ο Μπάρμπα-Σταυρής εγνώριζεν από το ψιλικατζίδικο όπου είχε μια φορά κ' ένα καιρόν, αλλ' εγνώριζεν ασφαλέστερον από το εργοστάσιον, όπου ειργάζετο η ανεψιά του Αρφανούλα, συχνά επισκεπτόμενος τούτο, διότι αυτός την συνώδευε μικράν εις την εργασίαν κ' έβλεπε και ήκουεν εκεί τας τιμάς των γυναικείων πίλων και πτερών και πτηνών και ανθέων, μεταξύ των αθυρμάτων και ψευδοπαιγνίων κατατάσσων και το είδος τούτο του γυναικείου στολισμού.

Σου το είπα όμως και άλλαις φοραίς. Όπου κακομοιριά εκεί και ατυχία. Έπειτα εσύ διαβάζεις βιβλία. Δεν ξεύρεις ότι «κακομοίρης» θα πη άτυχος; Το βέβαιον όμως είνε, ετελείωσεν ο Μπάρμπα-Σταυρής, ότι αν ο Σπύρος επήγαινεν από μικρός σε κανένα Μοναστήρι, μπορούσε σήμερα να είνε κάτι τι.

Ποιος ξέρει, απήντησεν ο Μπάρμπα-Σταυρής. Ο γέρος ο γελαστός που ξηγούσεν εκεί τον Χρονογράφον, δεν είπε τίποτε. Μα εγώ θαρρώ πώς θενάνε, παιδί μου, τίποτε άνθρωποι, θηρία αρπακτικά δεν πιστεύω να είνε οι ομογενείς. Θενάνε τίποτε φαγάδες, τίποτε μπερεκετλήοες και θαρθούν εις την Αθήνα και θα μας ακριβήνουν τα πράγματα.

Αλλά μόλις εξηφανίσθη ο Μπάρμπα-Σταυρής με τα τρία ξύλα του, ως είδομεν, και ψεκάδες πυκναί ήρχισαν να πίπτουν. Ο άνεμος ετράπη προς το βορειοανατολικόν του ορίζοντος και μετ' ολίγον βροχή δαρτή ήρχισε να πίπτη. Θόρυβος επηκολούθησε τότε και ταραχή μεγάλη εις τας πέριξ εκεί άλλας τραπέζας των παιγνιοπωλών, και φωναί και βλασφημίαι ηκούσθησαν.