United States or Iran ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θυμούμουν και του Βικέλα τους στίχους, όταν έγραφε ρωμαίικα ο Βικέλας και μας μετάφραζε τον Όμηροκι όχι το Σαικσπήρο. Θυμούμουν τους στίχους του Βικέλα, θυμούμουν τους Αθηναίους και κοίταζα τον ξάδερφο μου, του Βικέλα τανίψι, δεκοχτώ χρονώ παλληκάρι, που μοιάζει δεκατεσσάρω. Είναι νόστιμο το ξαδερφάκι μου πολύ. Σπουδάζει, λέει, μηχανικά. Μηχανικά; Ας είναι!

Η ανάμνηση αυτή με κλόνισε και κοίταξα μηχανικά απάνω προς το παράθυρο, αν κ' ήξερα καλά πως δε θα έστεκε κει κανείς να με περιμένη. Τότε μου ήρθε η σκέψη: Περσότερο από ενάμιση χρόνο τώρα την περιμένεις να πεθάνη και την έχεις κλάψει, σα να είτανε νεκρή. Τώρα δεν μπορείς πια να αιστάνεσαι τίποτε. Ο πόνος έχει λιώσει μόνος του, έσβησε μέσα στην ίδια του τη φλόγα κ' έμεινε μόνο η στάχτη».

Η &ένωσις &τούτων των δύο πολυτίμων ψυχών& τελειοποιείται εις μίαν άλλη σκηνή, που οι δύο νέοι εκφράζουν ανεμπόδιστα και ελεύθερα τα αισθήματά τους. Αυτή αρχίζει μ' ένα υψηλό μονόλογο του Φερδινάνδου· ενώ το σώμα του σκύφτει μηχανικά εις το δουλικόν έργο, η βασιλική καρδιά του ευρίσκει παρηγορίαν εις ανώτερα νοήματα και εις την αγάπη.

Κι' ακολουθούσε από κοντά συγκρατούμενη η λεβεντιά των χωριών, αντρειωμένοι παλληκαράδες και ροδοπρόσωποι, που τους τραγουδούσαν· γιατ' οι Αρβανίτες δεν ήξεραν τα ρωμέικα τραγούδια να ειπούν, και το χορό πώσερναν, τον έσερναν κι αυτόν μηχανικά κι όπως ήθελαν. Κ' έφερνε κάθε τόσο τους γύρους της από στόμα σε στόμα η πλόσκα με το κρασί, σα να χόρευε κι αυτή ανάμεσα στους πανηγυριστάδες.

Έξοχος όχι μονάχα αρχιτέχτονας, μα και μηχανικός και μαθηματικός. Δηγούνται μάλιστα μερικά περίεργα μηχανικά του παιχνίδια, καθώς όταν τον πείραζε κάποιος του γείτονας με φωνές απάνω από την κατοικία του, κ' έκαμε τεχνητό σεισμό μ' ατμό για τον τρομάξη και να γλυτώση από τη γειτονιά του.

Το οποίον ευθύς έγινεν. Φθάνοντας ο σεντουκάς και ο σκλάβος, ο ξένος επρόσταξε τον σεντουκάν διά να φτειάση μίαν κασσέλαν έξη ποδάρια μακρυάν, και τέσσαρα πλατείαν· ο τεχνίτης εις ολίγην ώραν την ετελείωσε· και ο ξένος από το μέρος του δεν έστεκεν αργός, αλλ' εκατασκεύασε πολλά μηχανικά πράγματα, διά να βάλλη εις την κασσέλαν· δηλαδή τροχούς, σφαίρες και άλλα παρόμοια, Και ωσάν απέρασεν εκείνη η ημέρα, απέστειλε τον σεντουκάν και ο ξένος έμεινε μοναχός, και επαιδεύθη όλην την άλλην ημέρα, διά να βάλλη εις τάξιν τες μηχανικές, σφαίρες και τροχούς, διά να κάμη τέλειον το έργον του.

Αλλά δεν μπορούσα να πω τίποτε ούτε να σκεφτώ τίποτε. Η ευτυχία μού ήρθε τόσο ανέλπιστα, ώστε να μην μπορώ να συνέρθω από τη φοβερή νάρκη, που με κυρίευε ακόμα. Μηχανικά έβγαλα τα γάντια μου και το επανωφόρι μου κ' έστεκα εκεί και προσπαθούσα να συνηθίσω τα μάτια μου στη λάμψη της φωτισμένης κάμαρας. — Δε θέλεις να πας μέσα να τονέ δης; Δεν κοιμάται, είπε η γυναίκα μου.

Να σε σώση; είπα μηχανικά. Από τι πράμα; Τα πρόσωπό της πήρε μιαν έκφραση παράξενη, σα να ξαναγύριζε στον εαυτό της για να σκεφτή πως είναι δυνατό να αιστάνουνται διαφορετικά δυο άνθρωποι, που αγαπούν ο ένας τον άλλον. — Ξέχασες το χειμώνα; είπε. Δεν ένοιωσα ή δεν ήθελα να νοιώσω. — Νόμιζα πως εκείνο πέρασε, είπα. — Νομίζεις πως μπορεί να περάση τίποτε; είταν η απάντησή της.

Δεν είναι του καθενός δουλειά να κρίνη και να μιλή για τη γλώσσα, να την κατηγορή ή να την υψώνη. Ένας φρόνιμος άθρωπος δε θα θελήση να δώση γνώμη παρά για τα πράματα που σπούδαξε και που ξέρει. Σας βεβαιώνω που άμα κανένας με μιλήση για μηχανικά, γιατρική ή τριγωνομετρία, αμέσως σωπαίνω.

Κι ακολουθούσε από κοντά συγκρατούμενη η λεβεντιά των χωριών, αντρειωμένοι παλληκαράδες και ροδοπρόσωποι, που τους τραγουδούσαν· γιατ' οι Αρβανίτες δεν ήξεραν τα ρωμέικα τραγούδια να ειπούν, και το χορό πώσερναν, τον έσερναν κι αυτόν μηχανικά κι όπως ήθελαν. Κ' έφερνε κάθε τόσο τους γύρους της από στόμα σε στόμα η πλόσκα με το κρασί, σα να χόρευε κι αυτή ανάμεσα στους πανηγυριστάδες.