United States or Israel ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ξεμακρυσμένος στην άλλη άκρη ο Βλαχογιώργος, είχε ψηλά στα χέρια σηκωμένο ένα παλιόσκαμνο και το πασπάτεβε. Κάποιος κόμπος από σπάγκο, κολλημένος στο τσακισμένο πόδι του σκαμιού με μαλακό ζυμάρι, του εκίνησε την προσοχή· ετράβηξε τον κόμπο. Εσκίστη το σανίδι απάντεχα· εδιάνοιξε το ξύλο σε δύο ξαφνικά και φοβερό, μακρύτατο λεπίδι, που και μοσκάρι θα ξεκοίλιαζε, εξάστραψε ολόγυμνο στον ήλιο·

Έτσι έλεγε: — Εδώ είναι ένα σχοινί, εκεί ένας Μάκαρας, εκεί ένας κόμπος, εκεί ένας χαλκάς, εκεί.,, Δε μπορούσε να καταλάβει, και κύτταξε το ίδιο το πράγμα. Ήταν ο σκούφος ενός θερμαστή που κοιμότανε πάρα πέρα. Άκουε τις ομιλίες των ναυτών. — Κι' άλλη τρίλλια. Μια παρέα έπαιζεν από κάτω. Ύστερα: — Θα κινήσω πάντα λίθον.,, Δυο υπαξιωματικοί μιλούσανε για τους προβιβασμούς τους.

Έννοιωσε μαζί με τον αέρα, που ανακάτωνε τα μαλλιά της, που της ξεσκέπαζε το στήθος της, που έδερνε το πρόσωπο της με λύσσα, μια παράξενη, ανακατωμένη βοή. Γέλια, τρελλά γέλια, ξεκαρδισμένα γέλια, έφταναν στ' αυτιά της από μακρυά, όλο περισσότερα, όλο δυνατώτερα. Γέλια ατέλειωτα, ξεκαρδίσματα, σαν χάχανα ξελογιασμένης γυναίκας. Ένας κόμπος της ανέβηκε στο λαιμό να την πνίξη.

Όσο δεν προσπαθείς, σαν πιάνεις την πέννα στο χέρι, να συλλογέσαι ρωμαίικα, γιατί αφτός είναι ο κόμπος, κι όχι να τα γράφης μονάχα, όσο δεν πασκίζεις να τα πης ρωμαίικα, φυσικά κι ο νους σου θα ξενίζη κ' η ψυχή σου, ώςπου να ξενίσης ή να ξυνίσης κι ο ίδιος. — «Αι! καλά! Τι με κόφτει; Ο κόσμος είναι μεγάλος.

Για πεντακόσια χρόνιααυτά τα στειρολίθαρα, πώσο και αν έχουν χώμα Ταπόχτησανε τρώγοντας από τα κόκκαλά μας, Μάτι ποτέ δεν έκλεισεν ούτ' ένας Μουσουλμάνος Χωρίς να ιδήτον ύπνο του να λάμψη ένα τουφέκι Ή να σφυρίξη ένα σπαθί. Ήρθετο χτένι ο κόμπος, Θα ξεχωνιάσω αυτήν τη γη. Θα ιδώτα σωθικά της Ποιος δαίμονας εφώλιασε.

Αυτό ήθελαν να πουν και οι Ρωμαίοιοι μεγάλοι πολιτικοίμε το salus populi suprema lex esto. Αλλά πρόσεχε δω, κύριε Σκληρέ, εδώ είναι ο κόμπος. Ναι, αν είναι ανάγκη να ζήσουν έτσι οι εργάτες, αν το κράτος έχει γενικώτερες δουλειές να κοιτάξει, αν δεν είναι σοβαρός κίντυνος για το κράτος, ― ας ζήσουν ακόμα έτσι.

Την πήρα στο καλύβι, και ρωτώντας την έμαθ' αυτά που σας είπα.. Μου τάλεγε κλαίγοντας. Δεν το καλοπίστευα πως έβλεπα τη Λενιώ. Και σα συλλογιούμουν από τι Κόλαση γλύτωσε, ανέβαινε μεγάλος κόμπος εδώ στο λαιμό μου, και μ' έπνιγε. Ως τόσο σκοτείνιασε, κ' είταν ώρα να τηνε φέρω και στο χωριό. Τράβηξα αγάλι' αγάλια, με τη Λενιώ στον ώμο, δώδεκα χρονώ μαραμένο λουλούδι. Ακόμα έτρεμε, μα όχι πολύ.