United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόνος, χωρίς ιπποκόμο, με τα σπηρούνια βυθισμένα στα ματωμένα πλευρά του αλόγου του, έτρεχε στα τέσσερα. Κρυμμένος πίσω από ένα δέντρο, ο Γκορνεβάλης, τον παραμονεύει: γρήγορα έρχεται, αργά θα γυρίση. Περνάει.

Εξωρισμένον απ' εδώ τον έχουν τον Ρωμαίον και βάζω το κεφάλι μου, ποτέ δεν θα τολμήση εδώ να έλθη φανερά να σε ξαναζητήση· ή και αν έλθη, μυστικά θα έλθη, και κρυμμένος. Λοιπόν, αφού τα πράγματα ήλθαν καταπώς ήλθαν, νομίζω το καλλίτερον να 'πανδρευθής τον Πάρην. Ω! είναι αξιόλογος ο νέος και ωραίος· 'σαν πατζαβούρα φαίνεται κοντά του ο Ρωμαίος! Τι μάτι έχει! Αετός δεν έχει τέτοιο 'μάτι!

Τότε ο Πρασσάτος άξαφνα οχ το πλευρό τους βγαίνει, Στον Ψωμοφάγο ρίχνοντας, μον δεν τον πιτυχαίνει· Τι ο Βασιλιάς επρόφτακε, και τ' άρμα οπίσω αμπόχνει 545 Κρυμμένος στην ασπίδα του· και το κακό αποδιόχνει· Σε τούτο ο Φουσκομάγουλος απέκει σκαπετάει· Στης λίμνης τα κατάβαθα γλυτρόνοντας πηδάει·

ΑΔΜΗΤΟΣ Ω του μεγάλου μας Διός ευγενικό βλαστάρι, είθε να είσαι ευτυχής και να σε προστατεύη ο πατέρας που σ' εγέννησε. Γιατί εσύ μονάχος την τύχη μου μετέβαλες. Αλλ' όμως απ' τον Άδη πώς την επήρες και στο φως την έφερες του κόσμου; ΗΡΑΚΛΗΣ Πάλαιψα με τον Θάνατον, όπου τήνε κρατούσε. ΑΔΜΗΤΟΣ Και πού έγινεν ο αγών αυτός; ΗΡΑΚΛΗΣ Στον τάφο της απάνω ήμουν κρυμμένος, ώρμησα την άρπαξε στα χέρια....

Ο Μάρκος εγκαταλείπει την αίθουσα, η Βασίλισσα αποσύρεται στο δωμάτιο της, και καλεί τον Ντινάς κοντά της. «Φίλε, σε στέλνει ο Τριστάνος; — Ναι, Βασίλισσα. Βρίσκεται στο Λιντάν, κρυμμένος στον πύργο μου. — Είναι αλήθεια πως παντρεύτηκε στη Βρεττάνη; — Βασίλισσα, αλήθεια σας είπαν. Βεβαιώνει όμως ότι καθόλου δε σας πρόδωσε: Ότι ούτε μια μέρα δεν έπαψε να σας αγαπά περισσότερο απ' όλες της γυναίκες.

Ο σκληρόψυχος ο Πύρρος, οπού η μαύρη αρματωσιά του, σκοτεινή 'σάν την ψυχήν του, ήταν όμοια με την νύχτα 'πού ξενύχτησε κρυμμένοςτο τετράποδο της μοίρας , τ' ολομέλανο έχει τώρα φοβερόν ανάστημά του με ιστορίσματα γραμμένο, οπού τρόμον άλλον πνέουν.

Αυτήν τη στιγμή, να που ερχότανε από μακρυά, κατεβαίνοντας σιγά-σιγά το μονοπάτι, σ' ένα μαύρο αλογάκι που πήγαινε βάδην, ο Ντενοαλέν, ακολουθούμενος από δυο μεγάλα λαγωνικά. Ο Τριστάνος τον παραφύλαξε, κρυμμένος πίσω από μια μηλιά. Τον είδε που παρακινούσε τα σκυλλιά του να ξετρυπώσουν κάποιο αγριογούρουνο από μια συστάδα δέντρων και πυκνών χόρτων.

Είνε καιρός, ω υιέ μου, να σου φανερώσω ένα απόκρυφον πολλά συμφέρον· αν εγώ ήθελα σου αφήσει όλον το έχειν μου που φαίνεται, στοχάζομαι πώς ήθελα σου αφήσει μίαν τύχην μεσαίαν, και με όλον που είνε περισσότερον από κάθε άλλου πραγματευτού, είνε ουδέν εμπρός εις τον θησαυρόν που ευρίσκεται κρυμμένος.

Σου έγραψα νεωστί πώς εγνώρισα τον έπαρχον Σ . . . . και πως με παρεκάλεσε να τον επισκεφθώ εις το ασκητήριόν του ή μάλλον εις το μικρόν του βασίλειον. Παρημέλησα τούτο και ίσως δεν θα επήγαινα, αν η τύχη δεν μου ανεκάλυπτε τον θησαυρόν που κείται κρυμμένος εις τον ήσυχον αυτόν τόπον.

Και στο στήθος αυτών των γλυκών λόφων ένας μεγάλος μαύρος λεκές: τα κυπαρίσσια του νεκροταφείου που από μακριά φαίνονται σα να κοιμούνται ορθά, τόνα κοντά στάλλο. . . . . Μα δεν κοιμούνται, παρά βουίζουν όλα μαζί σιγαλά και γλυκά σαν άρπες αλαργινές κι ονειρεμένες• και πίσω από το πιο μελανό και πιο βουερό κυπαρίσσι κουρνιάζει κρυμμένος ο Χάρος και βγαίνει κάθε νύχτα με τασημένιο δρεπάνι, πούχει το κρεμασμένο απάνω στον ουρανό, κουκουλωμένος σε μαύρο ράσο ή με λουλούδια στο κεφάλι, και σιγοπατάει στους δρόμους και καβαλλάει μάντρες κι ανοίγει τα κλειστά παράθυρα και τις αμπαρωμένες πόρτες και πέρνει εκείνους που κρύβουν το πρόσωπο μέσα στα προσκέφαλα για να μην τον ιδούν κι αφήνει, γελώντας με τα δόντια δίχως χείλια, όσους του φωνάζουνε να τους λυτρώση.