United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την Κατερίνη αφίναμε Να κουρευθ' η γλωσσού, Που τάχα δεν της άρεγε Η οσμή του κατραμιού. Τους ναύταις καταργιότουνε. Αμμή το ξέρω γω, Που για 'να ράφτ' η δύστυχη Βαστούσε τον καϋμό. Στη φούρκ' αυτή και ο ράφτης της, Κ' εμείς για το γιαλό. Άσχημος σκοπός και τούτος· αλλ' ιδού η παρηγοριά μου. ΚΑΛΙΜΠ. Μη με βασανίζης, ω!

Χάρις εις την μεγάλην συναρμολογίαν του λινού και του κατραμιού που προσεκόλλουν τον ένα με τον άλλον, ο νάνος, μόλις ετελείωσε τον μικρόν του λόγον, είδε το έργον της εκδικήσεως εντελώς εκπληρούμενον. Τα οκτώ σώματα αιωρούντο με τας αλυσίδας των, δυσώδης μάζα, μαύρη, δυσειδής και συγκεχυμένη.

Αλλά το λάχτισμα του νερού που αντήχαε στα πλευρά αδιάκοπο, η βαρειά οσμή του κατραμιού, των σχοινιών, του κάρβουνου και τα ψημένα πρόσωπα των ανθρώπων έδειχναν πως η ζωή εδώ αγωνίζεται τον τελευταίον αγώνα της. Για τούτο και κανένας δεν επρόσεξε τόρα στο κωμικό κατρακύλημα του θερμαστή. — Δε λέτε, παιδιά και τίποτα να ζεσταθούμε; είπε πάλιν εκείνος αγκαλιάζοντας τη θερμάστρα με δύσκολο μορφασμό.

Μια κυριακή του Φλεβάρη εκατέβηκα με τη γυναίκα μου στον Άγιο Νικόλα. Ο ξάδερφός της ο καπετάν Μαλάμος εβάφτιζε το μπρίκι του και μας είχε καλεσμένους στη χαρά. Ήταν ωραία ημέρααρχή του πόθου μου. Ο ταρσανάς γεμάτος μαδέρια, κατάρτια, σανίδες, πελεκούδια, ροκανίδια πλήθος. Ο αέρας παράμεστος από την άρμη του νερού, το άρωμα του νωπού ξύλου, τη βαρειά οσμή του κατραμιού, της πίσας, των σχοινιών.

Ούτε τα λυσσασμένα ουρλιάσματα θέλω ν' ακούω σαν καμακίζουν άγρια καμμιά ψυχή, ούτε τον χόχλο του κατραμιού που βράζει στα Εφτά Καζάνια, ούτε τους δαρμούς και τους θρήνους των κολασμένων. Μα και η συντροφιά των πατέρων με τα κομπολόγια και τα λιβάνια καθώς και η ασύγκριτη ξαστεριά της Παράδεισος δεν μου πολυαρέσει. Τι θέλειςτι γυρεύεις; Καλήτερα όπως τα εκατάφερε ο μακαρίτης.

Και αφού αυξηθώσι και είνε ανάγκη μεγαλειτέρου πάλιν χώρου, κατά τον αυτόν τρόπον τοποθετούσιν αυτούς εις μεγαλείτερα και περισσότερα ταψία, έως ου, αναπτυχθέντα τελείως πλέον τον ωραίον σκώληκα και γενόμενον φαιόχρουν, τοποθετήσωσιν επί ευρείας καλαμωτής, ην αποκρεμώσιν από των δοκών της οροφής διά τεσσάρων σχοινίων, επαλείφουσαι αυτά επάνω διά κατραμίου, ίνα μη κατέλθωσιν οι λαίμαργοι μύρμηκες.