United States or Ghana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι δε έχουσαι ηλικίαν δεκατριών ετών μέχρι του γάμου των, ο οποίος δεν αναβάλλεται ούτε περισσότερον του εικοστού ούτε ολιγώτερον του δεκάτου ογδόου έτους της ηλικίας των, πρέπει να καταβαίνουν εις τον ανταγωνισμόν αυτού του δρόμου με ευπρεπή στολήν. Και τα μεν σχετικά με τους δρόμους των ανδρών και των γυναικών ας είναι αυτά.

Οι πωληταί κοραλίων και κτενίων και καθισμάτων και κοσμημάτων, τακτοποιούντες τα εμπορεύματά των, ήρχισαν ο είς μετά τον άλλον να καταβαίνουν εις τας λέμβους, οι ναύται ετέθησαν εις κίνησιν ανασύροντες σχοινία, κλείοντες τας ανοικτάς αποθήκας, εις δε την γενικήν ταραχήν προσετέθη και ο συριγμός του ατμού, προαναγγέλλων τον προσεχή απόπλουν.

Το ίδιο πράγμα κάμνω ακριβώς όταν θέλω να σκεφθώ. Και όταν θέλω να σκεφθώ ιδού τι κάμνω. Σηκώνω τα φρύδια μου υψηλά, προσηλώνω τους οφθαλμούς εις τα σύννεφα, και βλέπω, βλέπω, βλέπω, ως που αρχίζουν αι ιδέαι να καταβαίνουν ωσάν να είναι ποίημα. Ωσάν να είναι ποίημα, διότι και σεις χωρίς άλλο ποίημα εγράφετε. Χωρίς άλλο εγράφετε έν ποίημα εις την δύσιν του ηλίου.

Διά τας εκλεκτάς όμως φύσεις ο έρως παρέμεινε πάντοτε η κλίμαξ του Ιακώβ διά της οποίας άγγελοι καταβαίνουν και άγγελοι αναβαίνουν, ή ο αθάνωρ των αλχημιστών διά του οποίου τα αγενή μέταλλα μεταβάλλονται εις χρυσόν.

Και εμβαίνοντας μέσα εις την αυλήν του παλατίου, είδα μίαν σκάλαν, εις την οποίαν ήτον πλήθος ανθρώπων εις σχήμα που εφαίνοντο άλλοι να αναβαίνουν και άλλοι να καταβαίνουν, αλλ' όλοι λίθοι ακίνητοι. Από την μεγάλην σιωπήν που ήτον εκεί μου επροξενείτο κάποιος φόβος· αλλ' έλαβα θάρρος και τόλμην, μάλιστα μη βλέποντας άνθρωπον ζωντανόν, επροχώρησα μέσα εις τα ανώγεια και θαλάμους του παλατίου.

Οι κάτοικοί των καταβαίνουν εις νέους συνοικισμούς ανετωτέρους και ευρυχωροτέρους, παρά τον αιγιαλόν, μετ' ολίγας δ' έτι γενεάς τα παλαιά των νήσων Κάστρα θα μετασχηματισθούν εις μεσαιωνικά ερείπια. Τότε και η πρωτεύουσα της νήσου, εις την οποίαν μετά τοσούτου κόπου και φόβου ανηρχόμεθα κατ' εκείνην την νύκτα, θα μετατοπισθή επίσης εις το μικρόν ήδη επίνειόν της, την Σκάλαν.

Όχι βέβαια αιφνιδίως, καθώς φαίνεται, αλλά ολίγον κατ' ολίγον εις πάρα πολύ μεγάλον χρονικόν διάστημα. Αυτό είναι πολύ πρέπον να έγινε ούτω πως. Διότι, διά να αρχίσουν να καταβαίνουν από τα υψηλά μέρη εις τας πεδιάδας, υπήρχε, νομίζω, πρόσφατος εις την ακοήν όλων ο φόβος. Και πώς όχι;

Υψώνω τα φρύδια, προσηλώνω τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν και βλέπω και βλέπω, ως που αρχίζουν να καταβαίνουν αι ιδέαι. Δεν σας φαίνεται περίεργον; — Πολύ περίεργον, απήντων εγώ, πάρα πολύ περίεργον! Και απορώ πώς δεν σας κατέβη ποτέ και η ιδέα να τας γράψετε. — Ω, αυτή δεν ήτον ανάγκη να μου καταβή, ανεφώνησεν εκείνος, αυτήν την είχον από μικρό παιδί.

Αμέσως προ του χωρίου, παραδείγματος χάριν, υπάρχει μία βρύσις, με την οποίαν είμαι συνδεδεμένος, ως η Μελουσίνη και αι αδελφαί της. — Καταβαίνεις μικρόν λόφον και ευρίσκεσαι έμπροσθεν θόλου, όπου είκοσι περίπου βαθμίδες καταβαίνουν, και εκεί κάτω αναβλύζει το πλέον διαυγές νερό από μαρμαρίνους βράχους.

Και διά να μάθουν άλλην φοράν, αν επιθυμούσαν ν' αρμυρίσουν, να ευρίσκουν άλλον δρόμον διά να καταβαίνουν κάτω εις την άμμον του αιγιαλού. Αλλά τώρα ήτο πολύ αμφίβολον αν θα εγλύτωναν, διά να βάλουν γνώσιν δι' άλλοτε.