United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το εγνώριζε δε τούτο ο Μιμίκος, όστις πολλάκις από των ψιχίων της στιχουργικής του τραπέζης είχεν ελεήσει δι' ενός τετραστίχου τας κατά καιρούς ερωτικάς εξομολογήσεις του φίλου του.

Τούτο εβεβαίωσε και ο Αναγνώστης ο Ξυνιάς, επικαλεσθείς την μαρτυρίαν του Δαυίδ. «Ο επιβλέπων επί την γην και ποιών αυτήν τρέμειν». Ο δε Αστρονόμος, όστις δεν είχε την αυταπάρνησιν του Γαλιλαίου, εθεώρησε φρόνιμον ν' αναβάλη εις ευθετωτέρους καιρούς την διάδοσιν των νεωτεριστικών ιδεών του.

Κάμποσα ξεράσματα λέχτηκαν εναντίο του βυζαντινού στρατού της εποχής εκείνης, μα κι αυτά ξεθύμαναν πια τώρα σαν τόσα άλλα που μας καταλαλήσανε σε καιρούς που δε ζητιούνταν η αλήθεια, παρά κρατώντας το λυχνάρι η πρόληψη περπατούσε μέσα στα σκοτάδια σα νυχτοκλέφτης. Αρκετή ιδέα μας δίνει ο βυζαντινός ο στρατός, το τι είταν άξιος να κάμη, με την πολεμική ιστορία του έχτου αιώνα.

Οι Ρωμαίοι, κι όσοι τους ακόμα είταν τυραννικοί προς τους Έλληνες, σπάνια τους φέρθηκαν καθώς θα φερνόντανε σε βάρβαρο έθνος που δεν έννοιωσε και λαμπρότερες μέρες. Την είδαμε την πολιτική τους. Είτανε για τους καιρούς εκείνους φωτισμένη πολιτική. Θα πήτε, ό,τι έκρυβε μέσα του το σιγανό κι αλάθευτο φαρμάκι που θανατώνει τα έθνη, μας τόδιναν.

Μυθιστόρημά τι επιγραφόμενον «η Πάπισσα Ιωάννα», εκδοθέν έναγχος ενταύθα υπό Ε. Δ. Ροΐδου, γέμει δυστυχώς πάσης ασεβείας, κακοδοξίας και αισχρότητος· διότι ο συγγραφεύς αυτού υπό πνεύματος αντιχριστιανικού φερόμενος, και ζηλώσας την δόξαν των κατά καιρούς πολεμίων της Ορθοδόξου ημών πίστεως, ου μόνον δόγματα και μυστήρια, και ιεράς τελετάς, και ήθη και έθιμα και παραδόσεις αυτής χλευάζει ασεβώς, διακωμωδών, σκώπτων και κατειρωνευόμενος διά της συνεχούς παραβολής των ιερωτάτων προς τα βέβηλα, αλλά και τα χρηστά ήθη προσβάλλει, ποιούμενος περιγραφάς και διηγήσεις ασεμνοτάτας.

Όλους αυτούς και πάμπολλους άλλους, στην Ανατολή τους βρίσκουμε, κι από κει τους ακούμε και μαρτυρούν την Ελληνική τη νοστιμιά, την τέχνη, τη σοφία, που λες κ' έσβυσε το φως στην πηγή του, και ξανάναψε παρακείθε. Φως όμως δίχως την ιερή τη φωτιά, δίχως το κάτι εκείνο που από τους καιρούς του Τιμολέοντα δεν μας ξαναφάνηκε μήτε στην καθαυτό Ελλάδα μήτε στη Μικρασία.

Και ότι ολίγοι φιλοτάραχοι ζηλωταί πρέπει να κατεκόπησαν εις Ιερουσαλήμ υπό της ρωμαϊκής κουστωδίας, ήτο εις τους ταραχώδους εκείνους καιρούς γεγονός συνηθέστατον.

Είπε, 'ς τα χέρια του 'βαλε τ' αργυροκαρφωμένο σπαθί, και τον προσφώνησε με λόγια πτερωμένα• «Πατέρα ξένε, χαίρε• και αν λόγος βαρύς ειπώθη, ας τον πάρουν οι άνεμοι, κ' οι αθάνατοι ας σου δώσουν να ξαναϊδής την σύντροφον, να 'φθάσηςτην πατρίδα, 410 'πώχεις καιρούς 'π' αδημονείς μακράν των ποθητών σου».

Η φαντασία του έφερεν αυτόν μακράν, εις παρελθόντας καιρούς, εις όπλα έκαστον των οποίων είχε και μίαν ιστορίαν, τα οποία υμνεί η παράδοσις και τα οποία αφήκαν φρικαλέαν ανάμνησιν εις τους εχθρούς.

Στο πρώτο της αγκάλιασμα έτριξεν ηδονικά το κορμί του άλλου που θάρθη. Τα χείλη της που κρυφομίλησαν στα πρώτα μου τριαντάφυλλα είπαν «ευχαριστώ» σ' εκείνον που θάρθη. Μούλεγε «σ' αγαπώ» — κι ο λόγος της έφευγε μαζί με τα χελιδόνια τόπους και καιρούς σ' εκείνον που θάρθη. Με περίμενεν ώρες κι' είχεν αγωνία για κείνον που αργεί.