United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ω! τι καινούργιο είνε πουλί αυτό που τώρα φθάνει; μήπως να χτίση έρχεται από τη στέγη κάτου φωλιές για τα μικρά του; —-Μα θα σου γίνη εμπόδιο του τόξου το τραγούδι. Έ, δεν ακούς; να πας εσύ κει κάτω να γεννήσης πουν' τα νερά του Αλφειού, ή στο λιβάδι του Ισθμού, αυτά ταφιερώματα δω πέρα να μη βλάψης. Είν' ο ναός του Φοίβου εδώ• δεν θέλω να σκοτώσω εσάς, που λέτε στους θνητούς τη βούλησι τη θεϊκή.

Αυτό δεν είναι αποτέλεσμα μονάχα του μιμητικού ενστίκτου της Ζωής, αλλά και του ότι συνειδητός σκοπός της Ζωής είναι να εκφράζη πάντα τον εαυτό της, και η Τέχνη της προσφέρει κάποιες όμορφες φόρμες που μ' αυτές να πραγματοποιή αυτή της την ενέργεια. Είναι μια θεωρία που ποτέ πριν δεν έχει ειπωθή, όμως είναι εξαιρετικά καρποφόρος και ρίχνει ολότελα καινούργιο φως στην ιστορία της Τέχνης.

Είπε πραΰνων αυτήν ο κυρ- Δημάκης, φοβούμενος μήπως διαδοθή ότι το μέτρον του ήτο πράγματι μεγαλείτερον κατά 10 δράμια. — Έχω, κατάλαβες, εξηκολούθησε, δυο μέτρα, ένα παληό και ένα καινούργιο. Το παληό τα είχατο Προμύρι. — Τότες που θα σε φυλάκωναν και τώστριψες; — Κοροφέξαλλα! Πιστεύεις τι λένε; — Λοιπόν του είπα του μουγγού να παίρνη τα καινούργιο που είνε σωστό.

Για κάθε πανηγύρι θα ετοιμάζω και καινούργιο φόρεμα·ένα μήνα η δημαρχίνα μας θα βαπτίση το παιδί της, θα έλθη η νονά από τας Αθήνας και είνε μεγάλη κυρία βουλευτού. . . τι χορός θα στηθήτην πλατεία! θα προφθάσω να υφάνω έως τότε καινούργιο φόρεμα . .

Ήθελε ν’ αγοράσει έναν καινούργιο σκούφο για να τον υποδεχτεί και έτσι κατέβηκε στο μαγαζί του Μιλέζου, συμβιβασμένος ακόμη και με την ιδέα να χαιρετήσει τον άνθρωπο που καθόταν στο παγκάκι. Ήταν ο ντον Πρέντου, ο πλούσιος συγγενής των κυριών του.

Τα ξέρεις αυτά του λόγου σου, που ζης μέσατα πεύκα; 'Σ τον καθαρόν αέρα; Τα καταλαβαίνεις αυτά του λόγου σου με τα κατσικίσιο το μυαλό; Το παίρνει, λέει, το σχέδιο. Και ωλόλυζε: — Μάθαμε τάμαθα, και πάθαμε τάπαθα, με τον καινούργιο τον δήμαρχο. Το παίρνει το σχέδιο το σπιτάκι μου! — Ποιο σχέδιο, χριστιανή μ; — Νά. Ακούς να σ' πω, παιδί μ' γέρω-Μπαρέκο, ακούς να σ' πω.

Δεν τον έκλαψε καθόλου: ούτε κλάμματα, ούτε θρήνους, μονάχα τα μέλη της έγιναν όλα άσπρα και αδυνάτισαν. Η ψυχή της πήρε μια δυνατή επιθυμία να χωριστή από το σώμα. Ο Ρόχαλτ προσπαθούσε να την παρηγορήση. — Βασίλισσα, έλεγε, δεν θα βγη κανένα κέρδος από ένα καινούργιο πένθος.

Κι' απ' τη στιγμήν εκείνη ο Παύλος δε συλλογίστηκε τίποτε άλλο στον κόσμο, ούτε στον ύπνο του ακόμα, ούτε στόνειρό του, γιατί όλα τα ζήλευε η Παυλίνα, ακόμα και τα όνειρά του. Κ' εκείνη δεν ήτανε ακόμα ευχαριστημένη απ' τα χαρίσματά του και κάθε πρωί του ζητούσε καινούργιο χάρισμα και κάθε βράδυ καινούργιο.

Καλά δουλεύει του Χασάν η φάμπρικα, λέγει ταπεινή τη φωνή ο αναγνώστης εις τον παρακαθήμενον. Αυτός, παιδί μου, είνε μάννα!. . . . απαντά εκείνος. Να τελειώσ' η εκλογή, και θάβγη πάλι με κανένα καινούργιο σπίτι. Κ' εμάς μας περνούν με εικοσιπεντάρικα, 'σαν να είμαστε σπουργίτια. Επιλέγει μελαγχολικώς αναστενάζων ο αναγνώστης, και εξακολουθεί την ανάγνωσιν, Αλή-ελ-Μούσα!

Ο Χρόνης, ο γυιος του γέρω-Χρόνη του Σπράχτορα, όλον τον χρόνον εγύριζε ξεσκούφωτος και αχτένιστος, μ' ένα κεφάλι σαν μαλαχτάρι. Και τα Χριστούγεννα ήτανε πάντοτε με καινούργιο φέσι.