United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου ήρθε στο νου εκεί που μια από αυτές τις μέρες καθόμουνα και κρατούσα το χέρι της γυναίκας μου και κείνη ακκουμπούσε το κεφάλι της στον ώμο μου. — Να είμαι τόσο μακριά από σένα! είπε ένα βράδι. Να είμαι τόσο μακριά! Είμουνα γιατί νόμιζα πως ήθελες να μ' εμποδίσης να πάω να βρω το Σβεν. — Τώρα δεν τα θέλεις πια; είπα. — Όχι, όχι, απάντησε. Τώρα θέλω να μείνω μαζί σου.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ Λες για το γυαλί; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Βέβαια. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Και με τούτο τι; ΣΩΚΡΑΤΗΣ Ω, μα της Χάριτες! σοφόν! ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τι; ποιο; ΣΩΚΡΑΤΗΣ Πώς σε μια δίκη. όπου δε είναι μάρτυρες μπροστά, την καταδίκη θα εμποδίσης; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Εύκολα κι' αυτό μπορεί να γίνη ΣΩΚΡΑΤΗΣ Για λέγε το. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ θα σου το ειπώ. Μια δίκη μόλις μείνη προτού εγώ να δικασθώ, θα τρέξω και θα κρεμασθώ.

Αυτός αν ήτο παπάς θ' απηγόρευεν εις τον κτίστην εκείνον να ψάλη, διότι επί τέλους ήτο εμπαιγμός των θείων. — Οντέ να γενής η γιαφεντιά σου παπάς, να τον εμποδίσης, είπεν ο παπάς, πεισμωμένος πάλιν. Εγώ θωρώ πως ψάλλει καλά και σωστά, καλλίτερα κιαπό μερδικούς απού κάνουνε πως αυτοί είνε κι άλλος δεν είνε.

Είπα, κ' ευθύς μου απάντησεν ο μάντης Τειρεσίας• 145 «εύκολος θα 'ναι ο λόγος μου και βάλε τοντον νου σου• όποιον αφήσης των νεκρώντο αίμα να σιμώση, κείνος αλήθειαις θα σου ειπή• και εις όποιον το εμποδίσης, εκείνον πάραυτα θα ιδής να φύγη απ' έμπροσθέν σου».

Τι κάνεις; του λέγει ο σκλάβος, θέλεις να με εμποδίσης από το να παιδεύσω αυτήν την άνομον; άφησε να παστρέψω την γην από μίαν θηριόγνωμην, που με καιρόν ημπορεί να κάμη και άλλα μεγαλύτερα ανομήματα.

Αλλά σκέψου, αν θα μ' εμποδίσης να δώσω αυτήν την απόκρισιν ή θα το παραδεχθής και συ. Πρωταγόρας Δεν πολυπαραδέχομαι, είπε, Σωκράτη, ότι είναι τόσον καθαρόν το πράγμα, ώστε να παραδεχθώ ότι η δικαιοσύνη είναι πράγμα άγιον και η αγιότης είναι πράγμα δίκαιον· αλλά μου φαίνεται ότι μεταξύ των υπάρχει κάποια διαφορά.

Πρίσκιλλα, 'γώ θα βαστάξω το κουτί κλειστό, κάνοντας ότι θέλω να τ' ανοίξω και συ μαζύ μου θα παλεύης δήθε για να μ' εμποδίσης. Λοιπόν καταλαβαίνετε τι θέλω; Η ΣΚΛΑΒΕΣ. Ναι! ΕΥΝΙΚΗ. Σαν μπήξω μια στριγγί, σεις από μέσα, ξεφωνίζετε και φεύγετε. . . Συ θα μ' ακολουθήσης. Πάμε! ΣΚΛΑΒΑ. Όλο και τέτοιες ιστορίες του σκαρώνει. . . ΣΚΛΑΒΑ. Ποιος ξέρει τι να του ζητήση Μελετάει η κυρία. . .

Βρε παιδί μου τι έπαθες· μου λέγει με θλιμμένη φωνή. Το σκέφθηκες καλά τι θέλεις να κάμης; Πρώτη φορά εγνώριζα τη γλύκα της πατρικής φωνής. Δεν εσάστισα όμως. — Πατέρα, του είπα με θάρρος· το σκέφθηκα. Κακό και ψυχρό μπορεί να είνε το κίνημά μου· μα δεν δύναμαι να κάμω αλλοιώς. Δεν μπορώ να ζήσω αλλοιώτικα. Με κράζ' η θάλασσα. Μη θες να μ' εμποδίσης.

Έρχεσαι να ίδης την εκτέλεσιν της φοβεράς εκείνης πράξεως, την οποίαν προσεπάθεις τόσω να εμποδίσης. Σταθήτε μακράν. Είσαι μάντις αψευδής, Καίσαρ· έγινεν ό,τι εφοβείσο. ΚΑΙΣΑΡ. Γενναιοτάτη μέχρι τέλους· ενόησε τα σχέδια μας και ως βασίλισσα υπερήφανος εξέλεξε μόνη τον θάνατόν της. — Τίνι τρόπω απέθανον; Δεν βλέπω αίμα επ' αυτών. ΔΟΛΟΒΕΛΛΑΣ. Ποίος ήτο τελευταίος μαζί των;

Τα γλυκά λόγια, που του έλεγεν η βασίλισσα, άναψαν περισσότερον τον θυμόν του Δαλήκ, και με οργήν της απεκρίθη. Μη φαντάζεσαι ότι ποτέ θα συγκλίνω εις την παράξενην θέλησίν σου· κάμε να μου δώσουν την αγαπημένην μου Κατηγέ, και άφησέ μας να πηγαίνωμεν εις το ταξείδι μας· ημείς δεν είμεθα υποκείμενοί σου διά να μας βιάσης, και να μας εμποδίσης από την στράταν μας.