United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν μας εγέλασες όμως, και όλον σου αυτό το δράμα το σατυρικόν και σειληνικόν εφανερώθη τι σκοπόν είχε. Αλλ' ας μην του γείνη αυτή η χάρις, φίλτατε Αγάθων, και έχε τον νουν σου ώστε κανείς να μην ημπορή να βάλη σκάνδαλα μεταξύ εμού και σου. Και ο Αγάθων: — Πραγματικώς, ω Σώκρατες, είπε, μου φαίνεται πως έχεις δίκαιον.

Ο δε φαρμακοπώλης τον επήρε διά τρελόν τω όντι, και τον άφησε να φύγη. — Θα μου το πληρώσης, έλεγεν ο μεγάλος Κλώσος, όταν επλησίαζεν εις το χωρίον, θα μου το πληρώσης, μικρέ Κλώσε! Και άμα έφθασεν, επήρε τον μεγαλείτερον σάκκον όπου ηύρε, και υπήγεν εις του μικρού Κλώσου και του λέγει: — Με εγέλασες πάλιν. Την πρώτην φοράν με έκαμες και εσκότωσα τα άλογά μου, τώρα την νόναν μου!

Μ' έκαμαν να δείρω τα παιδιά μου, δίχως αφορμή, . . . να σηκώσω χέριτη γυναίκα μου! . . . μ' έκαμαν να υποψιασθώ, την αφεντειά σου πως μ' εγέλασες . . . μ' έκαμαν να μεθύσω . . . να γείνω τάβλα . . πρώτη φοράτη ζωή μου.

ΣΟΛ. Εις μεν τους Ολυμπιακούς αγώνας είνε στέφανος από αγριελιάν, εις δε τα Ίσθμια από πεύκον• εις τα Νέμεα ο στέφανος, είνε πλεγμένος από σέλινα• εις τους Πυθικούς τα βραβεία είνε μήλα εκ των ιερών δένδρων του Απόλλωνος• ημείς δε εις τους Παναθηναϊκούς ως βραβεία δίδομεν έλαιον εκ της ιεράς ελαίας. Αλλά διατί εγέλασες, Ανάχαρσι; Μήπως αυτά σου φαίνονται, ασήμαντα;

ΔΙΟΓ. Άκουσε, Πολυδεύκη, έχω μίαν παραγγελίαν να σου κάμω, άμα θα πας επάνωκαι νομίζω πως αύριον είνε η σειρά σου να αναζήσηςαν ίδης πουθενά τον κυνικόν Μένιππον,—δύνασαι δε να τον εύρης εις την Κόρινθον κατά το Κράνειον ή εις το Λύκειον να περιγελά τους φιλονεικούντας μεταξύ των φιλοσόφουςνα του 'πης, ότι ο Διογένης, ω Μένιππε, σε καλεί, αν αρκετά εγέλασες με τα εγκόσμια, να έλθης εδώ, όπου έχεις να γελάσης πολύ περισσότερον.

Ω χρυσέ δεξίωμα κάλλιστον και Χρυσός γαρ έστιν ο βρωτών έχει κράτη ; Αλλά γιατί εγέλασες, κυρ Πετεινέ; ΠΕΤ. Διότι ομοίως με τους άλλους και συ, Μίκυλλε, έχεις ψευδή ιδέαν περί των πλουσίων, ενώ έπρεπε να ξέρης, ότι η ζωή των είνε πολύ δυστυχεστέρα από τη δική μας.

Θα εγέλασες δε βεβαίως εξ όλης σου καρδίας, φανταζομένη τους αρειμανείους των χορευτών μύστακας προκύπτοντας ενίοτε του προσωπείου και ελέγχοντας το αληθές γένος των κατ' επιφάνειαν χορευτριών, ή τον απαραίτητον του χορού διευθυντήν, όρθιον επί καθέδρας εν τω μέσω της αιθούσης και εκφωνούντα μετ' απανθρώπων στρεβλώσεων τα γαλλικά προστάγματα των αντιχόρων, ή το συμμιγές εκείνο της χορευτικής ατμοσφαίρας άρωμα, εν ώ επικρατεί ιδίως η οσμή του υπό των στομάχων των χορευτών χωνευομένου οίνου.