United States or Gibraltar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιατρό, θα σου δώσω, γιατρό με το ψηλό καπέλλο, να σε πηγαίνη περίπατο, επανελάμβανε ζωηρότερον η καλή μήτηρ, διακόπτουσα την οδυνηράν ανάμνησιν. Και εκάγχαζον αι νεάνιδες και έτρωγον μπαμπακούλες και εκρότουν οι λοβοί του ξανθού αραβοσίτου εν τη τέφρα της εστίας επικροτούντες και αυτοί τας φαιδράς της μητρός αστειότητας. — Γελάτε Αρί-σείς, παρετήρει η μήτηρ. Μεθαύριο βλέπετε.

Αρί-σείς, κορίτσια, επανέλαβεν η γειτόνισσα, είνε αλήθεια πως ταύρατε τα χρήματα; Μετά την τελευταίαν συνάντησίν των, ότε πρώτη η γειτόνισσα ανήγγειλεν εις την Γερακούλαν και τας θυγατέρας της ότι επάτησαν το Μοναστήρι, ησθένησεν αύτη, καταληφθείσα υπό τινος δεινού των νεφρών πόνουσύνηθες αυτήκαι είχεν ημέρας να έλθη εις την οικίαν του καπετάν-Θοδωρή.

Αρί-σείς, κορίτσια, είπε πάλιν η γειτόνισσα, μετά λαιμαργίας θεωρούσα τα κάνιστρα, τα πεπληρωμένα κουκκουλίων λευκών και κροκωτών ωσάν οι ξηροψημένοι λουκουμάδες, Αρί-σείς, κορίτσια, είνε αλήθεια πως τα δώσατε πίσω τα φλωριά; Εις όλον το χωρίον δεν ευρέθη άνθρωπος να εκφράση απορίαν διά τούτο.

Αρί-σείς, κορίτσια, τι κάνετε: Είπε τας ημέρας εκείνας η φίλη των γειτόνισσα με το ξηρόν πρόσωπόν της και την πλέον ξηράν ομιλίαν της. Αι ωραίαι νεάνιδες ανεβασμέναι επί κλιμάκων «ξεκλάδωνον» το καματερόν.

Είπομεν πόσου σεβασμού αντικείμενον ήτο και πόσης αγάπης το σεμνόν Κοινόβιον της νήσου, το γηροκομείον και πτωχοτροφείον αυτής. Και είτα προσέθηκε μετά τινος πικρίας. — Αρί-σείς, κορίτσια, είνε αλήθεια πως σας δώσανε συνδρομή από το Μοναστήρι και από την Δημαρχία;

Αρί-σείς, κορίτσια, δος τε μου κ' εμένα δυο φ'λλάκια πλειο. Αρί-σείς θα ψουφίσ' 'κεινουδά του καματερό. Νεάνις τις, φορτωθείσα τον σάκκον μετά της νεαζούσης εκείνης προθυμίας και ορμής, την ετσαλαπάτησε την γραίαν ολολύζουσαν. Αλλ' αυτη ηγέρθη πάλιν και απετείνετο προ άλλην τώρα νεανίδα. — Αρί-σείς, κορίτσια, δυο φ'λλάκια πλειο.

Και ετράπησαν όλαι αι γυναίκες προς τον ανήφορον, όπου ο γέρων πηδαλιούχος ανήρχετο ακόμη σιγά-σιγά χωλαίνων με τους δύο πρισμένους πόδας του και τα δύο χονδρά ραβδία του. — Αρί-σείς, ηκούσθη όπισθεν πάλιν η φωνή της αιτούσης γραίας. Αρί-σείς, δος τε μου δυο φ'λλάκια πλειο· τι ήτανε! Μάλαμμα τα κάματε;