United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Νομίζω ότι ναι, είπεν ο Κέβης. Εξέτασε λοιπόν ακόμη και τα εξής, είπεν ο Σωκράτης. Διότι απορώ πώς, ότε καθένα από αυτά ήτο χωριστά από το άλλο, καθένα από αυτά ήτο έν, και δεν ήσαν τότε καθέν χωριστά δύο, αφ' ού δε επλησίασαν το έν με το άλλο, τούτο λοιπόν έγεινεν εις αυτά αιτία να γείνουν δύο, η συνεύρεσίς των δηλαδή, διότι ετέθη το έν κοντά εις το άλλο.

Τα περασμένα ποθιτά συχνά στο νου μου φέρω, Και στερεμένος, απορώ, κι' εγώ πώς υποφέρω. Θαρρώ κι' η μόνη παντοχή να τ' απολάψω πάλι, Ως τώρα μου διαφύλαξαν τη γνώσι στο κεφάλι. Τι ανίσως και δεν ήλπιζα τα πρώτα ν' αποχτήσω, Το νου μου ως τώρα, αδύνατο, εγώ να τον ορίσω. Αηδώνια, βρύσες, κρύα νερά, της γης η πρασινάδα, Μακριά από σένα, Φύλλι μου, δεν έχουν νοστιμάδα.

Απορώ δε διά τι εκλείσατε εις εμέ τας πύλας και δεν με εδέχθητε άσμενοι.

Ενίοτε απορώ εγώ αυτός πώς εκτελώ ακριβώς και αλανθάστως την γραφικήν μου εργασίαν, ενώ πλανάται ο νους μου αλλαχού, — πώς συγκεντρούται η προσοχή μου εις το έργον μου, ενώ η ψυχή μου απουσιάζει.

Ο θαυμάσιος όμως Όμηρος με δύο στίχους μεταφέρει και αλληλεπιθέτει τα βουνά και εις μίαν στιγμήν μας κάνει κλίμακα διά τον ουρανόν. Αλλ' απορώ πώς νομίζεις αυτά απίστευτα, αφού γνωρίζεις τον Άτλαντα, ο οποίος σηκώνει τον κόσμον με όλους ημάς εις τους ώμους του και είνε ένας μόνον.

Αυτό απορείς; του είπα, αποπειρώμενος τώρα και εγώ να μιμηθώ την σοφίαν των, που τόσον επεθυμούσα να αποκτήσω. — Πώς να μην απορώ, μου είπε, και εγώ και όλοι οι άνθρωποι δι' ένα πράγμα που δεν υπάρχει; — Τι λέγεις, Διονυσόδωρε; το ωραίον δεν είναι ωραίον, και το άσχημον δεν είναι άσχημον; — Ναι, εάν μου φαίνεται εμένα. — Και δεν σου φαίνεται λοιπόν;

Θεαίτητος. Ας την θεωρήσωμεν βεβαίως. Εγώ όμως, επειδή πολλά απεδείχθησαν περί αυτής, απορώ τι κυρίως είναι ορθόν να διισχυριζώμεθα ότι είναι ο σοφιστής. Ξένος. Είναι επόμενον να απορής. Τόρα όμως πρέπει να ηξεύρης, ότι και εκείνος ο ίδιος τόρα πλέον απορεί, πώς να διαφύγη από τον λόγον. Διότι είναι ορθή η παροιμία η οποία λέγει, ότι δεν την γλυτώνει τόρα πλέον.

Απορώ όμως διά την αρχήν του λόγου διότι δεν είπε εις την αρχήν της «Αληθείας» του ότι όλων των πραγμάτων ο πήχυς είναι ο χοίρος, ή ο πίθηκος, ή κανέν άλλο χειρότερον ακόμη από όλα όσα έχουν αίσθησιν, διά να κάμη την αρχήν του λόγου του μεγαλοπρεπή και περιφρονητικήν προς ημάς και να επιδεικνύη ότι ημείς μεν τον θαυμάζομεν διά την σοφίαν του ωσάν θεόν, αυτός όμως, ως φαίνεται, δεν ήτο ως προς την φρόνησιν καλλίτερος ουδέ από ένα μικρόν βάτραχον, και όχι πλέον από κανένα άλλον άνθρωπον.

ΜΑΚΒΕΘ Πώς είναι τρόπος πράγματα τοιαύτα να συμβαίνουν, να έρχωνται 'σάν σύννεφο καλοκαιριού εμπρός μας, και να μη φέρουν θαυμασμόν; Με κάμνετε, αλήθεια κι εγώ ο ίδιος ν' απορώ με την κατάστασίν μου. όταν σας βλέπω, με αυτό το θέαμα εμπρός σας. τα μάγουλά σας κόκκινα να τάχετε ακόμη, ενώ εγώ 'κατάλευκα τα νοιώθω· απ' τον φόβον! ΡΩΣ Τι θέαμα, αυθέντα μου;

Επομένως, εάν αποδειχθή ότι μας παρέχει καμμίαν ωφέλειαν όχι κατωτέραν από την σωματικήν, τότε βεβαίως είναι προτιμοτέρα κατ' αρχήν από την σωμασκίαν, διότι αυτή μεν γίνεται με πόνους, εκείνη όμως όχι. Πολύ ορθά ομιλείς, απορώ όμως πώς είναι δυνατόν να αντιληφθώμεν τοιούτον πράγμα εις αυτό. Τότε λοιπόν, καθώς φαίνεται, πρέπει ακριβώς αυτό να προσπαθήσωμεν να ειπούμεν πλέον.