United States or Anguilla ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις τον τελευταίον χορευτήν μου, κρίναντα εύλογον να ομιλήση έτι σαφέστερον περί του διακαούς πόθου του περί αποκαταστάσεως, καίτοι ανήκει εις την διπλωματίαν, έδωκα την κατωτέρω συμβουλήν : «Κύριε, η γλώσσα εδόθη υπό του Θεού εις τον άνθρωπον ουχί όπως εκφράζη, αλλ' όπως κρύπτη τους λογισμούς του»· ενώ δε έλεγον ταύτα, διελογιζόμην ότι του κυρίου τούτου η γλώσσα ωμοίαζε χείρα απλουμένην προς αίτησιν βαλλαντίου».

Συνησθανόμεθα μεν αορίστως πως και ημείς, μεθ' όλων των τότε Ελλήνων, τον προς την ελευθερίαν οργασμόν, εβλέπομεν εις Σμύρνην Ευρωπαίους κρατούντας υψηλά την κεφαλήν, και μετά πικρίας ενδομύχου εμακαρίζομεν τα αυτόνομα Χριστιανικά έθνη, είχομεν αμυδράς τινας ιστορικάς γνώσεις περί της Γαλλικής επαναστάσεως και νεφελώδεις τινάς ελπίδας εθνικής αποκαταστάσεως, στηριζομένας κυρίως εις την εξ Άρκτου προσδοκωμένην αρωγήν, τας δ' εορτάς συνερχόμενοι εψάλλομεν και ημείς του Ρήγα τα άσματα• αλλ' όμως δεν εφανταζόμεθα ουδαμώς ότι ευρισκόμεθα εις παραμονάς εθνικής εκρήξεως.

Έρχεσθε ως αντιπρόσωπος του Κ. Πλατέα, υποθέτω, είπεν ο γέρων με ύφος μάλλον ειρωνικόν. — Μου είπε την ομιλίαν την οποίαν είχατε το πρωί. — Ομολογώ, Κύριε Λιάκε, ότι η αυτόκλητος μέριμνά σας περί αποκαταστάσεως της θυγατρός μου μου εφάνη ολίγον παράδοξος. — Κύριε Μητροφάνη, πιστεύσατε παρακαλώ ότι η προτασις του Κ. Πλατέα ήτο αυθόρμητος και ότι δεν την υπεκίνησα εγώ.

Έπρεπε, . . και αρχίζει τότε μακρά ανάπτυξις και συζήτησις περί του τι έπρεπε να πράξη, — τι λέγω, να πράξη; να έχη ήδη πεπραγμένον η κυβέρνησις, περί του καθήκοντος όπερ επεβάλλετο εις τους πλουσίους ομογενείς, περί του πατριωτικού αισθήματος όπερ έπρεπε να φλέγη υπέρ της εθνικής δόξης τας καρδίας των έξω ελλήνων, και να αναλύεται από καιρού εις καιρόν εις χρηματικά τινα χορηγήματα υπέρ της προαγωγής και της αποκαταστάσεως των διακεκριμένων έσω ελλήνων.

Καθώς δε εις τα καπηλεία οι χωρικοί ίστανται εις έκαστον βήμα ίνα τελειώσουν την ομιλίαν των, ήτις πάντοτε λαμβάνει διαστάσεις, ούτω και οι μήνες εστάθησαν εκεί, αφήκαν προς στιγμήν κατά μέρος την ευθυμίαν των και ήρχισαν με την υγιά λογικήν ανθρώπων αγαθών και οικοκυρέων να φέρουν τας εναντίον και υπέρ γνώμας των επί της αποκαταστάσεως του Μάρτη.

Αι πρώται ημέραι της αποκαταστάσεως των δύο Βενεδίκτων υπήρξεν διηνεκής εορτή. Η τεσσαρακοστή είχε παρέλθη και ο Ιησούς ανίστατο εκ νεκρών. Πανταχόθεν αντήχουν φιλήματα και εστρέφοντο αρνία επί των πυρών, και αυτή δε η φύσις ωσεί θέλουσα να πανηγυρίση την ανάστασιν του Σωτήρος απετίνασσε την χειμερινήν αυτής στολήν, ως νέα χήρα το πένθος του συζύγου της. Αι δάφναι του Απόλλωνος ηρυθρίων, η χλόη εφύετο επί των ερειπίων και η άνοιξις εδίδασκε τους όνους να χορεύωσι περί τας συντρόφους των. Η Ιωάννα εγειρομένη άμα τη αυγή ανέπνεε μετ' αγαλλιάσεως τας πρωϊνάς αναθυμιάσεις του βουνού, ήμελγε τας αίγας, μη υπάρχοντος ακόμη του νόμου καθ' ον απηγορεύετο το άρμεγμα εις τους μοναχούς ως εμπνέον πονηράς επιθυμίας, συνέλεγε κεράσια αποστάζοντα δρόσου, έβραζε ωά και έπειτα εξύπνιζε τον Φρουμέντιον. Μετά το πρόγευμα εκείνος μεν επορεύετο να αγκιστρώση ιχθύας ή να στήση παγίδας εις τους λαγωούς, ο δε Θεωνάς εκαλλιέργει τον κήπον και η Ιωάννα αποσυρομένη εις τα βάθη του κελλίου, οτέ μεν αντέγραφε βίους αγίων, ους επώλει προς αύξησιν των οικιακών προσόδων, οτέ δε διημέρευεν αναγινώσκουσα του Πλάτωνος τα όνειρα ή του Θεοκρίτου τους στεναγμούς εν χειρογράφοις, άτινα εδάνειζον αύτη ή και εδώρουν οι καλόγηροι, μεθ' όσης αφιλοκερδείας παρεχώρει και η αλώπηξ του μύθου την κριθήν εις τον ίππον. Το εσπέρας παρετίθετο το δείπνον προ της θύρας του ασκητηρίου υπό γηραιάν πεύκην, ην οι χωρικοί εκάλουν

Έμενα ήδη ο αρχηγός και το μόνον στήριγμα της ορφανής οικογενείας μου• εγώ είχα να την διαθρέψω, εγώ να φροντίσω περί της αποκαταστάσεως των αδελφών μου, εγώ να γηροκομήσω την μητέρα μου. Αντί δε παντός πόρου και πάσης εργασίας είχα μόνον την δοθείσαν παρά του Νέγρη υπόσχεσιν, ότι θα με τοποθετήση όταν και αφού το Ναύπλιον αλωθή. Αλλ' εντός μου έλεγε κάτι, ότι το στάδιόν μου δεν ήτο εκεί.

Αμ πώς, αδελφή; Δεν ξέρεις πως ακρίβαιναν οι γαμπροί; — Ακρίβαιναν ε! Τας έβλεπε λοιπόν τας ωραίας θυγατέρας χωρίς ελπίδα αποκαταστάσεως κ' έφθινεν η γραία κ' εφθείρετο. Και αποδίδουσα και αυτήν την ατυχίαν εις τα μοναστηριακά, εφοβείτο ότι θ' απέθνησκε και θα τας άφινεν εις τους πέντε δρόμους. Και ανεστέναζε κρυφίως η γραία. — Τι έχεις, μάννα μ'; Είπε μίαν ημέραν η Δεσποινιώ.