United States or Oman ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εμοίρασαν υστερώτερα στον καθέναν της διαφοραίς, οπού έπεφταν στο μερτικό του. τους ενθύμησαν της αναγγαίαις παραγγελίαις, οπού ήταν να συμαδεύουν, όσο το βολετό πλατύτερα, της παρατήρησαίς τους, και σε ύφος όχι απλό, για να της απηκάζουν όλοι οι σπουδαίοι με ευκολίαν, κι απέ τους εγχείρισαν και συστατικά για κάθε χωριό και χώρα, οπού να τους ήφερνε ο δρόμος τους, για ν' άχουν την άδεια να βγάζουν της Κυριακαίς και της Γιορταίς από κάναν δίσκο στης εκκλησίαις, και να μην στενοχωριούνται από τα χρειαζούμενα έξοδά τους.

Απέ η φωτιά σα χώνεψε και φάγανε τα σπλάχνα, λιανίζουν τ' άλλα κρέατα και τα περνάν στις σούγλες, 465 τα ψήνουν όμορφα, όμορφα κι' απ' τη φωτιά τα βγάζουν, Και τη δουλιά σαν τέλιωσαν και τοίμασαν τραπέζι, τρων, και δε λείπει τίποτα που να ποθεί η καρδιά τους.

Και αν ήμουν περιωρισμένος μέσα εις ένα καρυδόφλουδο, θα ελόγιαζα πως είμαι βασιλέας εις απέ- ραντο διάστημα· αμμή οπού βλέπω ονείρατα κακά. ΓΥΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ Ίσα ίσα αυτά τα ονείρατα είναι η φιλοδοξία· διότι της φιλοδοξίας η ουσία είναι μόνον ονείρου σκιά. ΑΜΛΕΤΟΣ Και τα όνειρο καθ' εαυτό άλλο δεν είναι ειμή σκιά.

Είπε, και του την έδωκε στα χέρια του, κι' ο γέρος την πήρε με χαρά, κι' απέ τ' απάντησε διο λόγια 625 «Ναι, γιε μου, αφτά όλα γνωστικά τα μίλησες και δίκια· τι πια, παιδί μου, δε μ' ακούν τα πόδια, ουδέ χοιμούνε τόσο γοργά τα χέρια μου ζερβόδεξα απ' τους ώμους.

Η κοπέλλα έλεε πολύ ψιθυριστά: — Δεν έπρεπε ναρθής απόψε... Τι άνθρωπος είσαι!... Δε μπορώ να καταλάβω... Κ' έχεις πολλά εντάλματα; Μια αντρική φωνή αποκρίθηκε σιγαλά κι αυτή: — Τι σε νοιάζει γι αυτά. Πώς δεν έχω. Από πού να τα πλερώσω; συ τα ξέρεις τόρα. Καρτερώ να γεννήσουν τα πρότα, κι απέ. Σάματ' θα φάω γω το δημόσιο...

Μικρός σαν είταν, ο Κισσιάς, της μάννας του ο πατέρας, της Θεανός, στον πύργο του τον είχε αναθρεμένα· κι' όταν στην ώρα απέ έφτασε της λεβεντιάς και νιότης, 225 κοντά του αφτού τον βάσταξε, γαμπρό του ναν τον κάνει· μα ότι τον πάντρεψε, άφισε τη νύφη αφτού και πήγε, όπου άκουγε τους Αχαιούς, με δώδεκά του πλοία. Όμως κατόπι τ' άφηκε τα πλοία στην Περκώτη και κίνησε να πάει πεζός.

Κι' έβαλε η σεβαστή θεά στην κεφαλή της γύρω δεσιά καινούργιακαι λεφκή έτσι είταν λες σαν ήλιος185 κι' ώρια σαντάλια απέ έδεσε στα λιμπιστά της πόδια.

Ο λόγος είναι να μην πάθη κανείς κι απέ ύστερα-βλαστήματα! Εμ χάνεις τον άνθρωπό σου, εμ βασανίζεσαι και ξοδεύεσαι στα γιατρικά !. . .» Ο Νίκος γίνηκε κατακίτρινος σαν το φλουρί· τα μάτια του μαύρισαν. Ευχαρίστησε τις γυναίκες για τη συμπάθεια που του δείχνανε, μόλο που τουρχότανε να τις πνίξη με τα δύο του τα χέρια.

Ξαφνίστηκαν η Λιόλια κ' η θεια Ελέγκω καθώς είδαν το Νίκο φερμένον απ’ τα τώρα. Πέρασε Κυρ Νίκο μου από μπροστά ! Για σας τους νέους είναι αυτά τα πράματα, κι απέ εμείς. . είμαστε που είμαστε μασκαράδες Και τούκανε τόπο η θεια Ελέγκω στο παράθυρο κοντά στη Λιόλια. Τι κακό γινόταν κάτω στο δρόμο ! Τι οχλοβοή ! τι συρφετός! Τα τραμ είχανε σταματήσει.

Κι' εκείνοι εφτύς σαν τ' άκουσαν, τα σύνεργα τοιμάζουν, να παν να φέρουν τους νεκρούς, κι' άλλοι να κόψουν ξύλα. 418 Κι' απέ, σαν πρωτοχρύσωνε ο Ήλιος τα χωράφια 421 και μέσα απ' τ' Ωκιανού βαθιά τ' αγαλιοδρόμο κύμα ανέβαινε στον ουρανό, κινούν με τα μουλάρια.