United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτή με εσήκωσε, και βάνοντάς με να καθίσω κοντά της μου είπε· Ταλμούχ, ευχαριστώ τον Ουρανόν, που μας αντάμωσε, και ελπίζω εις την καλωσύνην του να μας ελευθερώση κιόλας από τούτην την περίστασιν που μας εμποδίζει εις το να στεκώμασθε αντάμα· και διά την ώραν πρέπει να έχωμεν υπομονήν, έως που να εύρωμεν την ευκαιρίαν, διά να κάμωμεν καθώς είναι η επιθυμία μας και φθάνει μόνον διά τώρα να συναναστρεφώμασθε κάποτε εδώ κρυφίως, διά κάμποσον καιρόν ακόμη· Ως τόσον διηγήσου μου, σε παρακαλώ, πώς ευρίσκεσαι εις τούτην την χώραν, και τα όσα σου ακολούθησαν έως τώρα.

Αχ, είταν αργά πια τότες, η αρβανιτιά το είχε τριγυρισμένο το σπήλιο και το μπομπάρδιζε. Κ' ένας μονάχος, που γλύτωσε από το μαρτύριο που ακολούθησε κατόπι και γύρισε στο ρημαγμένο το χωριό, την αντάμωσε κρυφά τη σκλαβωμένη τη Μαριγή και της τα είπε τα στερνά τα λόγια του Μανουσάκη.

Όλη την ημέρα η όμορφη βασιλοπούλα σεργιανούσε μέσα στο μεγάλο περιβόλι και μιλούσε με τα λουλούδια και τα πουλιά, γιατί ήξερε τη γλώσσα τους. Μια μέρα ένα βασιλόπουλο, που στο μακρυνό του βασίλειο είχε φθάσει η φήμη της όμορφης βασιλοπούλας, πήδησε κρυφά μέσα στο περιβόλι και αντάμωσε τη βασιλοπούλα, την ώρα που κολυμπούσε μαζή με τους λευκούς κύκνους, μέσα στα νερά της λίμνης.

Κι αντίς να καθίση να διορθώση τα σφάλματα του, στενοχωρέθηκε πάλι ο φιλόσοφος ο Ιουλιανός! Δεν καταδέχτηκε όμως να δείξη και την οργή του με τιμωρίες, ξεθύμαινε λοιπόν κι αυτός με τη σάτυρα! Αυτή είναι η ιστορία του σατυρικού του έργου «Μισοπώγων». Στην Αντιόχεια αντάμωσε και τον ακριβό του Λιβάνιο, σοφιστή από τους πρωτοξάκουστους του καιρού του.

Ο ίδιος ο Σύλλας δεν είταν ακόμα κατεβασμένος στην Ελλάδα, όταν άραζε στον Πειραιά ο Αρχέλαος. Κάποιος άλλος όμως Ρωμαίος αντάμωσε το στρατηγό του Μιθριδάτη στη Βοιωτία, και κει τονέ χαιρέτησε με τρόπο που γλήγορα βρέθηκε πάλε στον Πειραιά. Τέλος ήρθε κι ο Σύλλας. Όσες πολιτείες βοηθούσαν ως τα τώρα τους Μιθριδατινούς, άλλαξαν αμέσως πολιτική και πήγανε με το Σύλλα.

Σε λίγο αντάμωσε έπειτα τον ξακουστό αδερφό του, 515 τον Έχτορα, ότι πήγαινε στον κάμπο να γυρίσει απ' όθες πριν ρωτιότανε με τ' ακριβό του τέρι. Πρώτος ο Πάρης έπιασε διο λόγια να μιλήσει «Πολύ σε βάσταξα, αδερφέ, κιας βιάζεσαι να σύρεις· άργησα, κι' όπως πρόσταξες δεν έφτασα στην ώρα

Έβγαλε λοιπόν και τους ναύτες από το στόλο να πανηγυρίσουν κι αυτοί, και πήγε και κόνεψε στο βασιλικό παλάτι. Στην απελπισία του απάνω ο Γελιμέρος έστειλε και φώναξε έναν άλλο του στρατό που έλειπε τότε στη Σαρδινία, κ' ήρθανε μαζί με κάμποσους άλλους βαρβάρουςμε σκοπό αυτοί να μαζέψουνε λάφυρα. Τους αντάμωσε κι αυτούς ο Βελισάριος στο Τρικάμαρο και τους τσάκισε.

Τι λογής πήρε κ' έκαψε κατόπι τον Πειραιά ο Σύλλας, τι λογής αντάμωσε τον Αρχέλαο στη Χαιρώνεια και τον ξολόθρεψε, τι λογής έκλεψε τους Θηβαίους για να ξεπλερώση τα δανεισμένα ταφιερώματα κ' έκαμε τέλος ειρήνη με τον ταπεινωμένο Μιθριδάτη, είναι της Ρωμαϊκής ιστορίας.

Εγώ δεν θέλω λείψει, βασιλέα μου, να παρακαλέσω τον Καισάγιαν να δώση την υγείαν του υιού σου· απόψε θέλω υπάγει εις τον ναόν του, και αύριον θέλω δώσει την απόκρισιν εις το ζήτημά σου. Την ακόλουθον ημέραν ο μέγας Δερβύσης επήγε και αντάμωσε τον βασιλέα και του είπεν· Ο Καισάγιας επήκουσε την προσευχήν μου, και ο υιός σου θέλει ιατρευθή.

Με το μπρίκι του καπετάν Φαράση αρμένιζα μεσοκάναλα εκείνη τη νύχτα. Μόλις αρράξαμε στη Στένη ο καπετάν Ξυρίχης επήρε τη βάρκα κ' έτρεξε στο τηλεγραφείο. Δύο ημέρες τόρα φριχτή τον ετυρανούσε αμφιβολία. Τριάντα μίλια έξω από το Μπουγάζι αντάμωσε τον «Αρχάγγελο» δεύτερο μπάρκο του, που ήσαν μέσα κυβερνήτης και γραμματικός τα δύο αδέρφια του.