United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θυμούμαι κάποτε, που ζητούσε από τον πατέρα μου να τον βάλη σε καμμιά επιστασία, ο πατέρας μου του είπε: — Είχες τέχνη στα χέρια σου και την άφησες. Και τώρα ζητάς επιστασίες. Να κυττάξης να ξαναπιάσης την τέχνη σου. — Αυτό θέλω κ' εγώ, είπε. Μα έχω ανάγκη από έξοδα κύριε Κωνσταντίνε.

Τουλάχιστον περί αυτής έως τόρα δεν έγινε μικρός πόλεμος ούτε μεταξύ ολίγων ανθρώπων. Θεόδωρος. Πολύ απέχει του να είναι μικρά, εις την Ιωνίαν μάλιστα, διαρκώς μεγαλόνει. Διότι οι φίλοι του Ηρακλείτου με μεγάλην ανδρείαν δίδουν τα έξοδα προς χάριν αυτού του λόγου. Σωκράτης.

Εγώ σαν τάκουσα, να τι είπα μέσα μου, σου ξεμολογούμαι: «Καλά, ανίσως δεν τον κάμη καλά η χάρι της, μπορεί, το ελάχιστο, να πεθάνη κει δα, να τον θάψω στο βουνό, για να γλυτώσω από έξοδα που δεν έχω, κι' από άλλα βάσανα και μπελάδες». Το χειρότερο, εφοβούμουν, αν πέθαινε στο σπίτι, μην κολλήση τίποτε στα ρούχα, και κολλήσω κ' εγώ. Όλοι μου λέγανε πως το χτικιό κολλάει.

Ξέρω ότι εσύ και η Έστερ την επισκεφτήκατε προσπαθώντας να ταχτοποιήσετε το πράγμα και ότι η Καλίνα έδωσε τρίμηνη παράταση επιβαρυμένη με όλα τα έξοδα διαμαρτύρησης και τους μεγαλύτερους τόκους. Ξέρω ακόμη ότι πήρε σαν υποθήκη το κτηματάκι και το σπίτι, που κακό ψόφο να’ χει.

Θ' αρχίσης πάλιν τα ίδια και τα ίδια. «Πως μου είσαι βάρος, και κρίματα έξοδα, και του κάκου οι ιατροί, και τούτο κ' εκείνο!» Ό,τι θέλεις λέγε τώρα, αφού το εκατάφερα να σε φέρω εδώ! Μόνον να το 'ξεύρης ότι δεν μου χρεωστείς τίποτε. Σου το είπα και σου το ξαναλέγω. Δεν ήλθα εδώ εξ αιτίας σου. Είχα δουλειάν να έλθω. — Μάλιστα! Δουλειάν είχες, εψιθύρισεν ο τυφλός.

ΔΟΡΙΜΕΝΗ Οπωσδήποτε, επανέρχομαι στο αιώνιο ζήτημα· τα έξοδα που κάνετε για μένα με ανησυχούν για δυο λόγους: Πρώτον, γιατί με υποχρεώνουν περισσότερο απ' ό,τι θα ήθελα· και δεύτερον, γιατί είμαι βεβαία, και μη σας κακοφαίνεται, ότι σας κοστίζουν πολύ· πράγμα, που δεν το επιθυμώ καθόλου. ΔΟΡΑΝΤ Α! κυρία μου, τιποτένια πράγματα· δεν είναι λόγος... Οι ανωτέρωΖΟΥΡΝΤΑΙΝ ΔΟΡΙΜΕΝΗ Πώς;

Τούτο δε, διότι υπό τον τίτλον τούτον εσημειούντο ανταμοιβαί ή αποζημιώσεις, άς το έθνος εθεώρει καθήκον να αποτίνη μετά τον Αγώνα. Κατά τον προϋπολογισμόν του 1845 , υπήρχον 396 απόμαχοι λαμβάνοντες σύνταξιν μηνιαίαν δρ. 7,305. Τω 1845 η τάξις αύτη περιελάμβανε 1788 άτομα και προϋπέθετεν έξοδα μηνιαία δρ. 19,064.

Άρα και πολλοί πληρωμένοι τον είχαν μαυρίσει. Ο Μανώλης ο Πολύχρονος, ως τετραπερασμένος που ήταν, τα εμβάλωνε λέγων, ότι πρέπει να ξεπεσθούν από τον λογαριασμόν τόσα δεκάρικα, όσα επήγαν εις γενικά έξοδα, ή εις κεράσματα ακόμη, μη αρκέσαντος του κονδυλίου του ειδικού. Τέλος πάντων ό,τι έγινεν έγινεν, αλλά μετά την επιτυχίαν δεν εννοούσε να πληρώση λεπτόν παραπάνω.

Ευθύς που έφθασα εις την πόλιν, εις την οποίαν έπρεπε να κατοικήσω, άρχισα διά να πραγματεύσω τες πενήντα χιλιάδες φλωριά μου στοχαζόμενος διά να εβγάζω τα έξοδα μου, διά να μην ήθελα τα τελεύσει εξοδεύοντας, πριν να φθάση ο επιθυμητός καιρός της μεταβολής μου.

Το δε μέτριον ημπορεί ο νομοθέτης να το μαντεύση όχι τόσον άσχημα. Λοιπόν ας υπάρχη ο εξής νόμος. Δηλαδή, διά μεν το ανώτατον τίμημα τα έξοδα της κηδείας ας μην είναι ανώτερα των πέντε μνων, διά δε το δεύτερον τρεις μναι, διά δε το τρίτον δύο, και μία μνα διά το τέταρτον είναι σωστόν έξοδον.